Χωρίς νόμιμη αιτιολογία και χωρίς να τηρηθεί η νόμιμη διαδικασία το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης του Υπουργείου Εσωτερικών ακύρωσε ως εικονικό το γάμο μεταξύ μιας Ουκρανής, κατοίκου Κύπρου με τον Σλοβάκο σύντροφό της. Το Διοικητικό Δικαστήριο της Κύπρου με απόφασή του δέχτηκε την
προσφυγή της Ουκρανής και έκρινε ως μη νόμιμη την ακύρωση
προσφυγή της Ουκρανής και έκρινε ως μη νόμιμη την ακύρωση
Ειδικότερα, η αιτήτρια προσέβαλε ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος την «πράξη και/ή απόφαση της διευθύντριας του τμήματος Αρχείου Πληθυσμού με την οποία η καθ’ ης η αίτηση αποφάσισε ότι ο γάμος της αιτήτριας με τον σύζυγό της καθίσταται εικονικός».
Όπως αναφέρεται στην απόφαση του δικαστηρίου, «ηγέρθησαν υποψίες για την γνησιότητα του γάμου της αιτήτριας με τον Σλοβάκο φερόμενο σύζυγό της και, αφού διεξήχθη αστυνομική έρευνα, ο Αρχηγός Αστυνομίας ενημέρωσε την Διευθύντρια του Τμήματος ότι η, πέραν πάσης αμφιβολίας, πεποίθηση της Αστυνομίας ήταν ότι ο συγκεκριμένος γάμος είναι εικονικός. Συνακόλουθα, και μετά από σχετική απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής για Εικονικούς Γάμους, ο υπό αναφορά γάμος κρίθηκε ως εικονικός και στις 8.5.13 η Διευθύντρια απέστειλε τόσο στην αιτήτρια όσο και στο φερόμενο Σλοβάκο σύζυγό της σχετική επιστολή».
Η Ουκρανή ισχυρίστηκε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι παράνομη, πεπλανημένη, αυθαίρετη, βεβιασμένη και στερείται της δέουσας έρευνας αλλά και οποιασδήποτε και/ή της δέουσας αιτιολογίας, αφού η αιτιολόγηση που δόθηκε είναι γενική και αόριστη. Περαιτέρω, η αιτήτρια προέβαλλε επίσης τον ισχυρισμό ότι δεν δόθηκε σε αυτήν και στον φερόμενο σύζυγό της το δικαίωμα να ακουστούν, «αφού στην ουσία η συνέντευξή τους δεν έγινε σε γλώσσα κατανοητή από τους ίδιους», με αποτέλεσμα να στερηθούν το δικαίωμα να υπερασπιστούν τον γάμο και την οικογένειά τους. Ισχυρίστηκε περαιτέρω η αιτήτρια ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καταχρηστική και δεν έχει ληφθεί από αρμόδια συμβουλευτική επιτροπή, οι δε αντιφάσεις, «στις οποίες φαίνεται να περιέπεσε το ζευγάρι δεν είναι σημαντικές, αφορούσαν δε αντιφάσεις στις οποίες μπορεί να περιπέσουν όλα τα ζευγάρια, ενώ θα έπρεπε να εξεταστούν ενδελεχώς από αρμόδια συμβουλευτική επιτροπή».
Όπως έκρινε το Διοικητικό Δικαστήριο, στην παρούσα υπόθεση, ούτε από το φάκελο που κατατέθηκε στο Δικαστήριο, ούτε και, γενικότερα, από το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του προέκυψε ότι η Διευθύντρια, πριν από τη λήψη της απόφασής της, συμβουλεύθηκε τη Συμβουλευτική Επιτροπή για Εικονικούς Γάμους, ως επιτάσσει ο νόμος.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Δικαστής της υπόθεσης «δεν έχω εντοπίσει πουθενά την απόφαση της Διευθύντριας αναφορικά με την εικονικότητα του γάμου της αιτήτριας με τον Σλοβάκο υπήκοο, από την οποία να προκύπτει τόσο το γεγονός ότι αυτή έλαβε υπόψη της ή/και βασίστηκε στη γνώμη της Επιτροπής, όσο και οι λόγοι για τους οποίος κρίθηκε ότι ο γάμος είναι πράγματι εικονικός».
Επομένως η επίδικη απόφαση κρίθηκε αναιτιολόγητη και, σε κάθε περίπτωση, μη δεόντως αιτιολογημένη, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 26(1) και 28 των περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/1999), εφόσον δεν παρέχεται ούτε και στον διοικούμενο, εν προκειμένω στην αιτήτρια, οποιαδήποτε εξήγηση αναφορικά με τους λόγους που οδήγησαν στη λήψη της, δυσμενούς γι’ αυτήν, επίδικης απόφασης περί εικονικότητας του γάμου της
Και το Δικαστήριο καταλήγει: «Ενόψει των πιο πάνω, καταλήγω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει ως αναιτιολόγητη, αφού δεν αναφέρονται σε αυτήν οι λόγοι για τους οποίους ο γάμος κρίθηκε εικονικός, καθιστώντας, συνακόλουθα, αδύνατη και τη διενέργεια του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου, ως η ημεδαπή νομολογία πάγια και διαχρονικά απαιτεί (βλ. Στέφανος Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 720). Η αιτιολογία για να είναι νόμιμη, εκείνο που θα πρέπει να περιλαμβάνει είναι την πραγματική και νομική βάση, στην οποία το αποφασίζον όργανο στηρίχθηκε για να καταλήξει στην συγκεκριμένη απόφαση, ώστε αυτή να μπορεί να υπαχθεί στο δικαστικό έλεγχο (βλ. GOLDEN COAST LTD κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1487/2010, ημερ. 24.5.2012). Ούτε και προκύπτει, από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου, η επακριβής νομική βάση της επίδικης απόφασης.
Επιπρόσθετα, δεν φαίνεται να τηρήθηκαν ούτε οι πρόνοιες του άρθρου 7Α(1), που επιτάσσουν όπως η Διευθύντρια, πριν από τη λήψη της απόφασής της, οφείλει να συμβουλευτεί τη Συμβουλευτική Επιτροπή για Εικονικούς Γάμους. Από τα ενώπιον μου στοιχεία, δεν προκύπτει ότι συνέβη κάτι τέτοιο…
Κατά συνέπεια, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με €1.200 έξοδα υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση». (πηγή: cylaw.com)