Παρά το ότι κάποιοι ακόμα αμφισβητούν την ανθρώπινη υπαιτιότητα για τις αλλαγές που παρατηρούνται στο κλίμα, το σίγουρο είναι ότι οι αλλαγές αυτές
συμβαίνουν σε παγκόσμια κλίμακα κι έχουν αντίκτυπο στη ζωή μας, με πολλούς τρόπους. Πρώτα από όλα, απειλούν αυτό που ονομάζουμε «ανθρώπινη ασφάλεια» – την ασφάλεια που έχει σχέση με το ευ ζην, την υγεία και τη μακροημέρευση του ανθρώπου. Για παράδειγμα, τα καιρικά φαινόμενα που έχουν ενταθεί αναστατώνουν τη γεωργική παραγωγή προκαλώντας καταστροφές που θέτουν σε κίνδυνο την επαρκή προμήθεια σημαντικών ειδών διατροφής.
Περαιτέρω, η σταδιακή αύξηση της θερμοκρασίας επιτρέπει σε βλαβερούς οργανισμούς, όπως κουνούπια και παράσιτα, να επεκτείνουν τη χρονική διάρκεια και τη γεωγραφική έκταση της δράσης τους, συμβάλλοντας στην εξάπλωση ασθενειών όπως η ελονοσία. Η απώλεια καλλιεργήσιμων εδαφών λόγω παρατεταμένης ξηρασίας και ερημοποίησης οδηγεί ανθρώπους που πλήττονται ν’ αναζητήσουν μια καλύτερη ζωή σε ξένους τόπους, αυξάνοντας τη μετανάστευση αλλά και τις εντάσεις σε σχέση με γειτονικούς πληθυσμούς και χώρες υποδοχής.
Μέσα στην ίδια χώρα ή σε γειτονικές χώρες μπορούν να υπάρξουν συγκρούσεις μεταξύ ομάδων που διεκδικούν τους ίδιους, ολοένα και μειούμενους υδάτινους πόρους και εύφορες περιοχές, όπως στην περιοχή Νταρφούρ του Σουδάν και άλλα μέρη της Αφρικής και της Νότιας Ασίας. Βλέπουμε λοιπόν πώς από την ανθρώπινη ασφάλεια περνάμε στην πιο κλασική έννοια της ειρήνης και ασφάλειας, καθώς οι επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών μπορούν να οδηγήσουν σε αύξηση των τοπικών, περιφερειακών ή διεθνών εντάσεων και συγκρούσεων.
Ακόμα και κάποιες κατ’ αρχήν θετικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, όπως η δυνατότητα πλοήγησης εμπορικών πλοίων μέσω του Αρκτικού Κύκλου λόγω σημαντικά μειωμένων ποσοτήτων πάγου στη θάλασσα, μπορεί να κυοφορούν σημαντικά προβλήματα ασφάλειας στο εγγύς μέλλον. Συγκεκριμένα, βλέπουμε να αυξάνονται οι εντάσεις μεταξύ των παράκτιων κρατών (Ρωσία, Ηνωμένες Πολιτείες, Καναδάς, σκανδιναβικές χώρες), που έχουν αντικρουόμενες διεκδικήσεις στη μέχρι πρότινος μη εκμεταλλεύσιμη αυτή περιοχή.
Αυτά μπορεί να ακούγονται σημαντικά μεν, αλλά μακρινά, δεν πρέπει όμως να λησμονούμε ότι η καμπάνα χτυπάει και για την Ευρώπη και την Ελλάδα. Αρχίζοντας από το τελευταίο παράδειγμα για τον Αρκτικό Κύκλο, η εμφάνιση νέων περιοχών έντασης και πιθανών συγκρούσεων μεταξύ Ρωσίας και Δύσης στα βόρεια της ηπείρου μας δεν είναι κάτι που μπορεί κάποιος να πάρει αψήφιστα. Οι θερμές συγκρούσεις που ήδη υπάρχουν στην Αφρική, αλλά και οι οικονομικές επιπτώσεις των ακραίων καιρικών φαινομένων εκεί και σε μέρη όπως το Μπανγκλαντές, που βυθίζεται κάτω από το ανερχόμενο επίπεδο της θάλασσας, αυξάνουν το μεταναστευτικό ρεύμα προς τη σχετικά πολύ ασφαλέστερη και ακόμα ευημερούσα Ευρώπη. Και όλοι ξέρουμε πώς η πολιτικά κατακερματισμένη Ευρώπη (δεν) μπορεί να διαχειριστεί τις μεταναστευτικές / προσφυγικές ροές…
Τέλος, πλημμύρες και ξηρασίες πλήττουν επίσης και την Ευρώπη. Βλέπουμε τον Νότο της Ισπανίας να γίνεται σταδιακά έρημος, τις δασικές πυρκαγιές να μαίνονται το καλοκαίρι στις μεσογειακές χώρες, παραποτάμιες πόλεις όπως το Παρίσι να πλημμυρίζουν. Η Ευρώπη ευτυχώς έχει ακόμα σχετικά καλές υποδομές και οργάνωση ώστε να μπορεί να αντιμετωπίζει τέτοιες καταστροφές και να συνέρχεται σε σύντομο χρονικό διάστημα. Αλλά ακόμα και για την Ευρώπη, και ιδιαίτερα για τα πιο αδύναμα οικονομικά και οργανωτικά μέλη της, το σχετικό κόστος αποκατάστασης των ζημιών αυξάνεται συνεχώς και γίνεται δυσβάστακτο.
Αυτή η διαπίστωση καταδεικνύει τη σημασία λήψης μέτρων για την έγκαιρη αντιμετώπιση των δυσμενών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, αλλά και των βαθύτερων αιτίων της, ώστε να προληφθούν τα χειρότερα. Και φυσικά, παράλληλα με τις μακροπρόθεσμες στρατηγικές, χρειάζεται η ενίσχυση υπαρχουσών μεθόδων αντιμετώπισης προβλημάτων, όπως η ειρηνική επίλυση διεθνών διαφορών, η διαχείριση μεταναστευτικών ρευμάτων, η προσαρμογή της γεωργικής παραγωγής στις νέες συνθήκες και η θωράκιση καίριων υποδομών από τις άμεσες ή έμμεσες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Μέσα στην ίδια χώρα ή σε γειτονικές χώρες μπορούν να υπάρξουν συγκρούσεις μεταξύ ομάδων που διεκδικούν τους ίδιους, ολοένα και μειούμενους υδάτινους πόρους και εύφορες περιοχές, όπως στην περιοχή Νταρφούρ του Σουδάν και άλλα μέρη της Αφρικής και της Νότιας Ασίας. Βλέπουμε λοιπόν πώς από την ανθρώπινη ασφάλεια περνάμε στην πιο κλασική έννοια της ειρήνης και ασφάλειας, καθώς οι επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών μπορούν να οδηγήσουν σε αύξηση των τοπικών, περιφερειακών ή διεθνών εντάσεων και συγκρούσεων.
Ακόμα και κάποιες κατ’ αρχήν θετικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, όπως η δυνατότητα πλοήγησης εμπορικών πλοίων μέσω του Αρκτικού Κύκλου λόγω σημαντικά μειωμένων ποσοτήτων πάγου στη θάλασσα, μπορεί να κυοφορούν σημαντικά προβλήματα ασφάλειας στο εγγύς μέλλον. Συγκεκριμένα, βλέπουμε να αυξάνονται οι εντάσεις μεταξύ των παράκτιων κρατών (Ρωσία, Ηνωμένες Πολιτείες, Καναδάς, σκανδιναβικές χώρες), που έχουν αντικρουόμενες διεκδικήσεις στη μέχρι πρότινος μη εκμεταλλεύσιμη αυτή περιοχή.
Αυτά μπορεί να ακούγονται σημαντικά μεν, αλλά μακρινά, δεν πρέπει όμως να λησμονούμε ότι η καμπάνα χτυπάει και για την Ευρώπη και την Ελλάδα. Αρχίζοντας από το τελευταίο παράδειγμα για τον Αρκτικό Κύκλο, η εμφάνιση νέων περιοχών έντασης και πιθανών συγκρούσεων μεταξύ Ρωσίας και Δύσης στα βόρεια της ηπείρου μας δεν είναι κάτι που μπορεί κάποιος να πάρει αψήφιστα. Οι θερμές συγκρούσεις που ήδη υπάρχουν στην Αφρική, αλλά και οι οικονομικές επιπτώσεις των ακραίων καιρικών φαινομένων εκεί και σε μέρη όπως το Μπανγκλαντές, που βυθίζεται κάτω από το ανερχόμενο επίπεδο της θάλασσας, αυξάνουν το μεταναστευτικό ρεύμα προς τη σχετικά πολύ ασφαλέστερη και ακόμα ευημερούσα Ευρώπη. Και όλοι ξέρουμε πώς η πολιτικά κατακερματισμένη Ευρώπη (δεν) μπορεί να διαχειριστεί τις μεταναστευτικές / προσφυγικές ροές…
Τέλος, πλημμύρες και ξηρασίες πλήττουν επίσης και την Ευρώπη. Βλέπουμε τον Νότο της Ισπανίας να γίνεται σταδιακά έρημος, τις δασικές πυρκαγιές να μαίνονται το καλοκαίρι στις μεσογειακές χώρες, παραποτάμιες πόλεις όπως το Παρίσι να πλημμυρίζουν. Η Ευρώπη ευτυχώς έχει ακόμα σχετικά καλές υποδομές και οργάνωση ώστε να μπορεί να αντιμετωπίζει τέτοιες καταστροφές και να συνέρχεται σε σύντομο χρονικό διάστημα. Αλλά ακόμα και για την Ευρώπη, και ιδιαίτερα για τα πιο αδύναμα οικονομικά και οργανωτικά μέλη της, το σχετικό κόστος αποκατάστασης των ζημιών αυξάνεται συνεχώς και γίνεται δυσβάστακτο.
Αυτή η διαπίστωση καταδεικνύει τη σημασία λήψης μέτρων για την έγκαιρη αντιμετώπιση των δυσμενών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, αλλά και των βαθύτερων αιτίων της, ώστε να προληφθούν τα χειρότερα. Και φυσικά, παράλληλα με τις μακροπρόθεσμες στρατηγικές, χρειάζεται η ενίσχυση υπαρχουσών μεθόδων αντιμετώπισης προβλημάτων, όπως η ειρηνική επίλυση διεθνών διαφορών, η διαχείριση μεταναστευτικών ρευμάτων, η προσαρμογή της γεωργικής παραγωγής στις νέες συνθήκες και η θωράκιση καίριων υποδομών από τις άμεσες ή έμμεσες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
*O δρ Γιώργος Κωστάκος είναι εκτελεστικός διευθυντής του Foundation for Global Governance and Sustainability (FOGGS) και LIFE Climate Action Sector Coordinator, NEEMO EEIG, με βάση τις Βρυξέλλες, έχει δε μακρόχρονη προϋπηρεσία στον ΟΗΕ, μεταξύ άλλων σε θέματα κλιματικής αλλαγής και βιώσιμης ανάπτυξης.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Έντυπη