επαγγελματικής – ενεργής διαχείρισης. Η πλειονότητά τους είναι τοποθετημένη σε παραδοσιακές, συντηρητικές ή ακόμη και… ατυχείς επενδυτικές επιλογές, χωρίς επαγγελματική και ενεργή διαχείριση. Αν και έχουν περάσει τουλάχιστον 15 χρόνια από τη λειτουργία των δύο επενδυτικών βραχιόνων του ΙΚΑ, που στη συνέχεια μετατράπηκαν σε θεσμικά χαρτοφυλάκια για το σύνολο των ασφαλιστικών οργανισμών, οι δύο εταιρείες διαχειρίζονται μόλις 1,4 δισ. ευρώ, έχοντας μάλιστα επιτύχει σημαντικές αποδόσεις και προστασία των κεφαλαίων, ακόμα και στις περιόδους κρίσης. Στον αντίποδα, τα υπόλοιπα κεφάλαια παραμένουν είτε «προστατευμένα» στο κοινό κεφάλαιο της Τράπεζας της Ελλάδος (σχεδόν το ένα τρίτο των περίπου 16 δισ. ευρώ) είτε σε ομόλογα και μετοχές (περίπου 4 δισ. ευρώ) που τα διαχειρίζονται τα ίδια τα Ταμεία, είτε σε ρευστά διαθέσιμα προκειμένου να καλύπτονται οι συνεχείς ανάγκες για κάλυψη έκτακτων και μη ελλειμμάτων, είτε τέλος στο Ασφαλιστικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης Γενεών, το γνωστό ΑΚΑΓΕ (περίπου 5 δισ. ευρώ) και σε ακίνητα αντικειμενικής αξίας που δεν ξεπερνά το 1 δισ. ευρώ. Επί σειρά ετών το Δημόσιο χρησιμοποίησε συστηματικά τα αποθεματικά των Ταμείων για σκοπούς άλλους από κοινωνικοασφαλιστικούς, καθιστώντας τους ασφαλιστικούς οργανισμούς «δανειστές» του δημόσιου χρέους και αποφεύγοντας να τους θωρακίσει με το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο για την προστασία τους. Αποτέλεσμα, η περιουσία να απομειώνεται και να μην επαρκεί για την εξασφάλιση συντάξεων και παροχών σε συνθήκες οικονομικής κρίσης. Οπως εκτιμούν τα συνδικάτα, εκπρόσωποι των οποίων συμμετείχαν στα διοικητικά συμβούλια των Ταμείων, όταν λαμβάνονταν οι σχετικές αποφάσεις, από τα τέλη του 2004 έως τα τέλη του 2015, τα Ταμεία έχουν χάσει 9,3 δισ. ευρώ (-36,3%) και η αξία της κινητής και της ακίνητης περιουσίας τους έπεσε, μετά τις γνωστές απώλειες των δομημένων ομολόγων, του PSI, της αξίας των μετοχών τραπεζών κ.ά., από τα 25,6 δισ. ευρώ στα περίπου 16 δισ. ευρώ. Με στόχο την εξοικονόμηση εσόδων που ενδέχεται να αγγίζουν και τα 300 εκατ. ευρώ ετησίως, η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας σχεδιάζει εδώ και καιρό, χωρίς ακόμη να έχουν προχωρήσει οι διαδικασίες, τη δημιουργία δύο εταιρειών διαχείρισης κινητών αξιών και ακινήτων, αξιοποιώντας στο έπακρο την εμπειρία αλλά και τη δομή των δύο εταιρειών που λειτουργούν αυτή τη στιγμή, της ΑΕΔΑΚ ασφαλιστικών οργανισμών και της ΕΔΕΚΤ ΑΕΠΕΥ.
Η ΑΕΔΑΚ Ασφαλιστικών Οργανισμών συστάθηκε το 2000 με πρωτοβουλία του ΙΚΑ, του ΟΓΑ και του ΟΑΕΕ και με τη συμμετοχή της Εθνικής Τράπεζας, με σκοπό την ενεργητική διαχείριση των αποθεματικών των ασφαλιστικών οργανισμών, όπως χαρακτηριστικά αναγράφεται στο καταστατικό της και στόχο τη μακροπρόθεσμη διαχρονικότητα των αποδόσεων μέσω της βέλτιστης διαχείρισης και της περιορισμένης ανάληψης κινδύνου. Σήμερα, η αξία του ενεργητικού της ανέρχεται σε 877,89 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 623,69 εκατ. ευρώ είναι τοποθετημένα σε ένα αμοιβαίο κεφάλαιο μεικτό εσωτερικού και τα υπόλοιπα 254,2 σε ένα ευρωπαϊκών ομολόγων (άλλαξε κατηγορία και ονομασία στις 16 Ιουλίου 2012). Οι επιδόσεις των δύο υπό διαχείριση Α/Κ είναι σημαντικές. Από την αρχή του χρόνου καταγράφουν αποδόσεις που ξεπερνούν το 10% και κατατάσσονται μεταξύ των πρώτων της κατηγορίας τους. Αλλά και διαχρονικά, κατάφεραν να απορροφήσουν τις κρίσεις στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, ενώ απορρόφησαν όπως ήταν φυσικά και τις απώλειες του PSI.
Η ΕΔΕΚΤ ΑΕΠΕΥ ιδρύθηκε το 1999, με στόχο τη διαχείριση ενός ειδικού κεφαλαίου του ΤΑΠ-ΟΤΕ, πλέον όμως, και μετά τη διοικητική ένταξη του συγκεκριμένου Ταμείου στο ΙΚΑ, διαχειρίζεται κεφάλαια του Ταμείου, ενώ εξακολουθεί να μετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο και η ΟΜΕ ΟΤΕ με 5%. Στις 30/112016 το ενεργητικό της ΕΔΕΚΤ ΑΕΠΕΥ ανερχόταν σε περίπου 560 εκατ. ευρώ. Η σωρευτική απόδοση από την έναρξη λειτουργίας της εταιρείας μέχρι και το τέλος του 2015 ήταν της τάξεως του 48,7%, ενώ από την αρχή του 2016 μέχρι σήμερα, η απόδοση του κεφαλαίου εκτιμάται σε περίπου 4%. Μάλιστα, η ΕΔΕΚΤ, παρότι διαχειρίζεται κεφάλαια ασφαλιστικού ταμείου, έχει τη δυνατότητα στο πλαίσιο της διασποράς κινδύνου να επενδύει στο εξωτερικό. Για τον λόγο αυτό, συνεργάζεται έπειτα από διαγωνισμό με μεγάλους διεθνείς παίκτες της διαχείρισης κεφαλαίων, όπως οι Acadian, Franklin Templeton, State Street, BlackRock, Deutsche Asset Management, Pioneer και Amundi.
Αν και ειδικοί της κοινωνικής ασφάλισης υποστηρίζουν πως τα αποθεματικά των Ταμείων, ακόμη κι αν είχε επιτευχθεί αποτελεσματικότερη διαχείριση και καλύτερες αποδόσεις, δεν θα μπορούσαν σε καμία περίπτωση να αποτελέσουν την απάντηση στο τεράστιο χρηματοδοτικό έλλειμμα της κοινωνικής ασφάλισης ούτε να επιλύσουν το πρόβλημα του ασφαλιστικού, το υπουργείο Εργασίας φιλοδοξεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις ώστε κινητές και ακίνητες αξίες να αποδίδουν ετησίως τουλάχιστον 300 εκατ. ευρώ.
Από τους μικρούς λογαριασμούς του κουμπαρά, στους οποίους βρίσκονται περίπου 1 δισ. ευρώ, τα τελευταία χρόνια διατίθεται ένα ποσό για την κάλυψη των ελλειμμάτων των Ταμείων. Για το 2016 έχει προβλεφθεί να διατεθούν για την κάλυψη ελλειμμάτων 395 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 350 πήγαν στον ΟΑΕΕ.
Το 2015 διατέθηκαν για κάλυψη ελλειμμάτων συνολικά 395 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 150 εκατ. ευρώ δόθηκαν στο ΙΚΑ, 120 εκατ. ευρώ στον ΟΑΕΕ, 40 εκατ. ευρώ στο Ταμείο Νομικών, 70 εκατ. ευρώ στο ΕΤΕΑ και 15 εκατ. ευρώ στο ΜΤΠΥ. Ελλείμματα φορέων κοινωνικής ασφάλισης βέβαια, κάλυψε ο «ασφαλιστικός κουμπαράς» για πρώτη φορά το 2014, διαθέτοντας συνολικά 150 εκατ. ευρώ. Από αυτά, τα 100 εκατ. ευρώ πήγαν για να καλυφθεί το τότε έλλειμμα στον ΟΑΕΕ και 50 εκατ. ευρώ διοχετεύθηκαν στο ΕΤΕΑ, προκειμένου να μη γίνει δεύτερη μείωση επικουρικών συντάξεων λόγω ενεργοποίησης της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος. Πλέον, η χρηματοδότηση επικουρικών ή Ταμείων εφάπαξ απαγορεύεται. Συγκεκριμένα, με τις διατάξεις του Ν. 4325/2015 παρατάθηκε η δυνατότητα για κάλυψη ελλειμμάτων Ταμείων κύριας και επικουρικής ασφάλισης μέχρι το τέλος του 2018. Ωστόσο, μετά το 3ο μνημόνιο η κάλυψη ελλειμμάτων επικουρικής ασφάλισης από το ΑΚΑΓΕ καταργήθηκε.
Έντυπη