Λέγοντας πως στόχος ήταν να επηρεαστεί το εκλογικό αποτέλεσμα, ο αμερικανός πρόεδρος είπε ότι οι ΗΠΑ «θα αντιδράσουν, όταν και όπως επιλέξουν, και κάποιες από τις κινήσεις θα μπορούν να δημοσιευθούν, κάποιες άλλες όχι».
Μετά το χάκινγκ στο Δημοκρατικό Κόμμα, είχαν διαρρεύσει στο Διαδίκτυο επικοινωνίες και του επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας της Κλίντον, Τζον Ποντέστα. Ο ίδιος ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα είχε, προς το τέλος της εκστρατείας, μιλήσει για «ρωσικό δάκτυλο» και την περασμένη Παρασκευή επανήλθε η Washington Post, η οποία μιλούσε για έκθεση της CIA με το ίδιο συμπέρασμα.
Την Πέμπτη, νέες αναφορές ήθελαν αξιωματούχους να είναι βέβαιοι πως η απόφαση πέρασε προσωπικά από τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Ακόμη και η ηγεσία των ρεπουμπλικανών βουλευτών και γερουσιαστών έχει ταχθεί υπέρ της διεξαγωγής σχετικής έρευνας.
Ωστόσο, ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ απέρριψε ως «γελοίες και συνωμοσιολογικές» τις κατηγορίες, γραμμή που κράτησε στη συνέχεια και η Μόσχα (το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών τις είχε απορρίψει ως προϊόν «μπανάλ ενδοαμερικανικής διαμάχης»).
Μιλώντας το βράδυ της Πέμπτης (πρωί Παρασκευής, ώρα Αθήνας) στον αμερικανικό ραδιοφωνικό σταθμό NPR, ο Μπαράκ Ομπάμα υπογράμμισε ότι «δεν υπάρχει, πιστεύω, καμία αμφιβολία πως όταν οποιαδήποτε ξένη κυβέρνηση προσπαθήσει να επηρρεάσει το αδιάβλητο των εκλογών μας, θα πρέπει να αναλάβουμε δράση».
«Αυτό θα κάνουμε, σε χρόνο και σημείο της επιλογής μας» τόνισε. Κάποιες από τις κινήσεις αυτές «θα είναι φανερές και θα δημοσιευθούν, κάποιες ίσως όχι» είπε με νόημα.
«Ο κύριος Πούτιν γνωρίζει καλά τι πιστεύω, επειδή του μίλησα ευθέως για το ζήτημα» σημείωσε ο Ομπάμα.
Το τι δράσεις πρόκειται να αναλάβει ο Ομπάμα, ο οποίος παραδίδει την ηγεσία στον Ντόναλντ Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου, είναι ασαφές. Πάντως, τα αμερικανικά ΜΜΕ εκτιμούν (όπως ενδεικτικά οι New York Times) μετά τις αναφορές του ότι σκοπεύει να κινηθεί ο ίδιος άμεσα επιδιώκοντας είτε οικονομικές κυρώσεις είτε κάποιου είδους κυβερνοεπίθεση.