Απαλλαγή από την έκδοση θεωρημένων παραστατικών για την πώληση αγροτικών προϊόντων παρέχει στους αγρότες ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ νέα εγκύκλιος της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.
Πλέον οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος οφείλουν να εκδίδουν ειδικό αθεώρητο φορολογικό παραστατικό σε κάθε πώληση αγροτικών προϊόντων παραγωγής τους, καθώς και σε κάθε παροχή αγροτικών υπηρεσιών, προς άλλους αγρότες του ειδικού καθεστώτος ή προς μη υποκείμενα σε ΦΠΑ πρόσωπα.
Σύμφωνα με την απόφαση:
• Το συγκεκριμένο φορολογικό στοιχείο εκδίδεται αθεώρητο για κάθε παράδοση αγροτικών προϊόντων και για κάθε παροχή αγροτικών υπηρεσιών.
• Η αξία που αναγράφεται στο εν λόγω ειδικό στοιχείο είναι το ποσό που πράγματι καταβάλλεται από τον αγοραστή των αγαθών ή τον λήπτη των υπηρεσιών και δεν επιβαρύνεται με Φόρο Προστιθέμενης Αξίας.
• Το ειδικό στοιχείο δεν αποτελεί δικαιολογητικό επιστροφής ΦΠΑ στους αγρότες του ειδικού καθεστώτος με τον κατ’ αποκοπή συντελεστή του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ.
• Η αναγραφόμενη επί του ειδικού στοιχείου αξία λαμβάνεται υπόψη στον προσδιορισμό του ορίου των 15.000 ευρώ, που αποτελεί κριτήριο για την παραμονή του εκδότη του εν λόγω στοιχείου στο ειδικό καθεστώς αγροτών ή την υποχρεωτική μετάταξή του στο κανονικό καθεστώς.
• Για σκοπούς άμεσης φορολογίας η αξία που αναγράφεται επί του ειδικού στοιχείου αποτελεί για τον εκδότη του στοιχείου ακαθάριστο έσοδο και για τον λήπτη αυτού εκπιπτόμενη δαπάνη, στην περίπτωση που ο λήπτης είναι αγρότης του ειδικού καθεστώτος.
• Το ειδικό στοιχείο είναι διπλότυπο και η αρίθμησή του είναι αύξουσα προοδευτική ανά έτος. Ως δικαιολογητικό παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ διαφυλάσσεται στον χρόνο που προβλέπεται από την παράγραφο 2 του άρθρου 13 του Ν. 4174/2013 (ΚΦΔ), δηλαδή τουλάχιστον για 5 χρόνια μετά τη λήξη του έτους υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του αγρότη.
Προσδιορισμός εισοδήματος
Σε νέα διευκρινιστική εγκύκλιο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων αναφέρεται επίσης ότι για να χαρακτηριστεί πλέον κάποιος επαγγελματίας αγρότης θα πρέπει απαραιτήτως να τηρεί λογιστικά βιβλία.
Μάλιστα στη συγκεκριμένη εγκύκλιο αναφέρεται ότι ειδικά για τον προσδιορισμό του εισοδήματος από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, στα έσοδα από επιχειρηματικές συναλλαγές περιλαμβάνονται τα έσοδα από την παραγωγή γεωργικών, πτηνοτροφικών, κτηνοτροφικών, δασοκομικών, υλοτομικών και αλιευτικών προϊόντων.
Ακόμα ορίζεται ότι κάθε πρόσωπο με εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα υποχρεούται να τηρεί αξιόπιστο λογιστικό σύστημα και κατάλληλα λογιστικά αρχεία, σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα που προβλέπονται στην ελληνική νομοθεσία, για τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων και άλλων πληροφοριών σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου το λογιστικό σύστημα και τα λογιστικά αρχεία εξετάζονται ως ενιαίο σύνολο και όχι αποσπασματικά τα επιμέρους συστατικά τους, σε ό,τι αφορά την αξιοπιστία και την καταλληλότητά τους. Με την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του Ν. 4308/2014 ορίζονται οι οντότητες που εφαρμόζουν τις ρυθμίσεις των Ελληνικών Λογιστικών Πρότυπων. Συγκεκριμένα, με την περίπτωση γ’ της εν λόγω παραγράφου συμπεριλαμβάνονται η ετερόρρυθμη εταιρεία, η ομόρρυθμη εταιρεία, η ατομική επιχείρηση και κάθε άλλη οντότητα που υποχρεούται στην εφαρμογή αυτού του νόμου από φορολογική ή άλλη νομοθετική διάταξη.
Βάσει αυτών προκύπτει ότι οι αγρότες-φυσικά πρόσωπα, εφόσον αποκτούν εισόδημα από ατομική αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, καταρχήν εφαρμόζουν τις ρυθμίσεις αυτού του νόμου, δηλαδή έχουν υποχρέωση τήρησης βιβλίων.
Συνεπώς την ιδιότητα φυσικού προσώπου ως κατ’ επάγγελμα αγρότη έχουν όσοι ασκούν ατομική αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα και έχουν υποχρέωση τήρησης βιβλίων, ανεξαρτήτως υπαγωγής αυτών σε καθεστώς ΦΠΑ και ανεξαρτήτως υποχρέωσης ενημέρωσης ή μη των λογιστικών αρχείων.
Κώστας Νάνος
ΕΘΝΟΣ