Πρόκειται για δύο υποθέσεις “κόκκινων” επιχειρηματικών ανοιγμάτων – σε διαφορετικό στάδιο μεν η καθεμία -, με τεράστιες δε επιπτώσεις σε ευρύτερο κύκλο επιχειρήσεων, στο ξεκίνημα του 2017 και με μεγάλο άγνωστο Χ την πορεία της προσδοκώμενης ανάπτυξης. Την ίδια στιγμή, και στις δύο υποθέσεις αναδεικνύονται οι παρενέργειες από την έλλειψη της νομικής κάλυψης στα στελέχη των τραπεζών, η οποία θα έδινε τη δυνατότητα ανάληψης δράσης πολύ πιο έγκαιρα, μέσω της άμεσης αποπομπής μετόχων μη διατεθειμένων να συμβάλουν με ίδια κεφάλαια στη διάσωση των επιχειρήσεών τους.
Κατόπιν των δύο πρώτων “δειγμάτων” του 2017, δεν είναι τυχαίο που οι τραπεζίτες επισημαίνουν πως “αν δεν πάρει μπρος η Οικονομία και δεν δοθεί η νομική κάλυψη, δεν πρόκειται να γίνει τίποτα με τις αναδιαρθρώσεις επιχειρηματικών δανείων”. Και αυτό τη στιγμή που οι ποσοτικοί στόχοι που έχουν τεθεί για τη μείωση των “κόκκινων” ανοιγμάτων στηρίζονται για την επίτευξή τους σε ποσοστό 58% στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών ανοιγμάτων.
Μία μείωση, η οποία, όπως αποκαλύπτουν τραπεζίτες στο Capital.gr, ορίζεται από τον SSM στο τρίπτυχο των εντολών: α) Όχι αναδιαρθρώσεις “κάτω από το χαλί”, β) Όχι απλά καταγγελίες δανείων, και γ) Κανένα “κούρεμα” δανείου εφόσον παραμένουν στη διοίκηση των επιχειρήσεων οι “πτωχευμένοι” μέτοχοι.
Στην παρούσα φάση, με εκκρεμή ακόμη τη νομική κάλυψη (αν και όπως έχει γράψει το Capital.gr, σχεδιάζεται διευρυμένο ακαταδίωκτο για αναδιαρθρώσεις, πωλήσεις δανείων και πτωχεύσεις επιχειρήσεων) και με “θολό” τον ορίζοντα της ανάπτυξης, οι τραπεζίτες είναι απαισιόδοξοι για το μέλλον των αναδιαρθρώσεων “κόκκινων” επιχειρηματικών δανείων. Φοβούνται δε, ότι τελικό ναυάγιο σε προσπάθειες αναδιάρθρωσης που έχουν ξεκινήσει όπως αυτή της Μαρινόπουλος, θα συμπαρασύρει πολλές άλλες επιχειρήσεις (προμηθευτές), βαθαίνοντας αντί να κλείσει την “τρύπα” των “κόκκινων” επιχειρηματικών ανοιγμάτων.
Για την Μαρινόπουλος ο χρόνος μετρά αντίστροφα μέχρι τις 14 Φεβρουαρίου, οπότε λήγει το MoU μεταξύ τραπεζών – Μαρινόπουλου – Σκλαβενίτη και οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν την επισήμανση του Capital.gr όταν οι τράπεζες βρίσκονταν κοντά στην εξεύρεση επενδυτή ότι “ακόμη και αν επιτευχθεί συμφωνία διάσωσης, αυτή πολύ δύσκολα θα μπορέσει να καταλήξει”. Επρόκειτο για επισήμανση τραπεζικών πηγών με εις βάθος γνώση “προσώπων και πραγμάτων”, αλλά και των αδυναμιών της δομής του συγκεκριμένου deal.
Όλα τα παραπάνω δεν έχουν οδηγήσει σε ουσιώδη ανάκαμψη την Μαρινόπουλος, αφού σύμφωνα με τις πληροφορίες του Capital.gr, οι πωλήσεις του δικτύου της κινούνται στις “πενιχρές” 300.000 ευρώ την ημέρα, μακράν των όσων θα ήλπιζε η Σκλαβενίτης.
Την ίδια στιγμή, με την Μαρινόπουλος “απούσα” από την αγορά και την Σκλαβενίτης να βαδίζει “χωλαίνοντας” υπό το βάρος της διάσωσης, ο ανταγωνισμός “τρέχει” με ταχύτητες που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για δημιουργία μονοπωλίων. Όπως αναφέρουν τραπεζικές πηγές στο Capital.gr, ο ανταγωνισμός έχει “αγριέψει” πολύ και αυτό έχει αντίκρισμα στις τεράστιες εκπτώσεις ή στις προκαταβολές που ζητούνται από τους προμηθευτές, απειλώντας την οικονομική ευρωστία τους. Ενδεικτικά αναφέρουν περίπτωση σχετικά μικρού προμηθευτή, από τον οποίο μεγάλη αλυσίδα σούπερ μάρκετ ζήτησε 600.000 ευρώ μπροστά, για να βάλει το προϊόν του στο ράφι.
Στην περίπτωση του ΔΟΛ, η αβεβαιότητα ξεκινά από ένα “σκαλί” χαμηλότερα, αφού το ζητούμενο είναι να βρεθεί επενδυτής. Πριν από αυτό, ωστόσο, θα πρέπει να επιλυθούν άλλα ζητήματα και συγκεκριμένα:
α) Η αποχώρηση του ιδιοκτήτη του ΔΟΛ Στ. Ψυχάρη, στον οποίο οι πιστώτριες τράπεζες απέστειλαν στις 5/1/2017 επιστολή με την οποία του ανακοινώνουν ότι περιήλθαν στην κατοχή τους οι ενεχυριασμένες μετοχές του ΔΟΛ, ύστερα από την αδυναμία του να καταβάλει εντός προθεσμίας 7,5 εκατ. ευρώ για τόκους δανείων που έλαβε ο Οργανισμός. Πληροφορίες αναφέρουν ότι ο Στ. Ψυχάρης είναι διατεθειμένος να αποχωρήσει από τη διοίκηση του ΔΟΛ μόνο εφόσον οι τράπεζες άρουν ενέχυρα που έχουν βάλει και σε προσωπικά του περιουσιακά στοιχεία.
β) Ακόμη και με αποχώρηση Ψυχάρη, πώς θα μπορέσουν, χωρίς την ύπαρξη της νομικής κάλυψης, οι τράπεζες να χρηματοδοτήσουν τη λειτουργία του ΔΟΛ μέχρι να βρεθεί επενδυτής.
Σημειώνεται ότι αν ο ιδιοκτήτης του ΔΟΛ Στ. Ψυχάρης δεν αποχωρήσει εκουσίως από την διοίκηση του ΔΟΛ, οι τράπεζες θα πρέπει να κινηθούν δικαστικά (ασφαλιστικά μέτρα) για να τον αποπέμψουν ώστε στη συνέχεια να αναζητήσουν νέους επενδυτές.
Μέχρι να βρεθεί επενδυτής, οι τράπεζες θα πρέπει να αιμοδοτήσουν με νέα κεφάλαια τον όμιλο για να τον κρατήσουν ζωντανό. Ακόμη όμως και εάν δεν βρεθεί επενδυτής που να ενδιαφέρεται για ολόκληρο τον ΔΟΛ και οι τράπεζες χρειαστεί να εκποιήσουν περιουσιακά του στοιχεία, θα πρέπει να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν τον Οργανισμό προκειμένου τα περιουσιακά του στοιχεία να μην οδηγηθούν εν τω μεταξύ σε πλήρη απαξίωση επί ζημία των πιστωτών.
Όλα τα παραπάνω δεν μπορούν να γίνουν χωρίς θεσμοθετημένη νομική κάλυψη για τα στελέχη των τραπεζών, αναδεικνύοντας για μία ακόμη φορά τη σημασία της έλλειψης αυτού του προαπαιτούμενου για να προχωρήσουν οι αναδιαρθρώσεις επιχειρηματικών δανείων.