Περίληψη:Στοιχεία παράνομης εκχέρσωσης δάσους ή δασικής εκτάσεως, κατ’ αρθ. 71 παρ. 3 Ν. 998/1979. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα δάσους και δασικής εκτάσεως (αρθ. παρ. 1 και 2 Ν. 998/1979). Πότε υπάρχει αιτιολογία στην καταδικαστική απόφαση. Για την πληρότητα της αιτιολογίας επί παρανόμου εκχερσώσεως δάσους ή δασικής εκτάσεως δεν απαιτείται ειδική αναφορά της διοικητικής πράξεως ή αποφάσεως με την οποία έχει χαρακτηρισθεί ως δασική η εκάστοτε υπό κρίση έκταση, ούτε ειδικότερη μνεία των αναγκών για την εξυπηρέ-τηση της διαβίωσης του ανθρώπου και τη διατήρηση της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας του περιβάλλοντος, ανάγκες που είναι αυτονόητες υπό τις σημερινές συνθήκες διαβίωσης. Οι εκθέσεις αυτοψίας αποτελούν ίδιο αποδεικτικό μέσο, κατ’ αρθ. 178 στοιχ. β΄ ΚΠΔ και ως εκ τούτου πρέπει να μνημονεύονται ειδικώς στην απόφαση ότι λήφθηκαν υπόψη, όταν διατάσσεται αυτοψία με απόφαση του δικαστηρίου ή του ανακριτή
Αριθμός 1990/2007
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε΄ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ηρακλή Κωνσταντινίδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Κούκλη-Εισηγητή, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 12 Οκτωβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου-Πρίαμου Λεκκού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου ….., που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αθανάσιο Ζαχαριάδη, για αναίρεση της 5263/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ΄ αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος, ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 11 Ιουλίου 2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1445/2007.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 71 § 3 του Ν. 998/1979 “περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της χώρας”, όπως (η παρ. 3) αντικαταστάθηκε με το άρθρο 46 § 2 Ν. 2145/1993, “όποιος εκχερσώνει παράνομα δάσος ή δασική έκταση, όποιος καλλιεργεί έκταση που έχει εκχερσωθεί παράνομα ή παραβλάπτει καθ΄ οιονδήποτε τρόπο την κατά προορισμό χρήση του δάσους ή δασικής εκτάσεως, καθώς και όποιος ενεργεί επί εκχερσωθείσης παράνομα εκτάσεως πράξεις διακατοχής, τιμωρείται με τις ποινές της παρ. 1 του παρόντος άρθρου (φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή από πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) μέχρι πέντε εκατομμύρια (5.000.000) δραχμές. Κατά το άρθρο 3 παρ. 1 ν. 998/1979, “ως δάσος νοείται πάσα έκτασις της επιφανείας του εδάφους, η οποία καλύπτεται εν όλω ή σποραδικώς υπό αγρίων ξυλωδών φυτών οιωνδήποτε διαστάσεων και ηλικίας αποτελούντων, ως εκ της μεταξύ των αποστάσεως και αλληλεπιδράσεων, οργανικήν ενότητα και η οποία δύναται να προσφέρει προϊόντα εκ των ως άνω φυτών εξαγόμενα ή να συμβάλλει εις την διατήρησιν της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας ή να εξυπηρετήσει την διαβίωσιν του ανθρώπου εντός του φυσικού περιβάλλοντος” και κατά την § 2 του ίδιου άρθρου “ως δασική έκτασις νοείται πάσα έκτασις καλυπτόμενη υπό αραιάς ή πενιχράς υψηλής ή θαμνώδους, ξυλώδους βλαστήσεως και δυναμένη να εξυπηρετήσει μίαν ή περισσοτέρας των εν προηγουμένη παραγράφω λειτουργιών”. Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι στοιχεία της αντικειμενικής υποστάσεως του ανωτέρω εγκλήματος είναι η παράνομη εκχέρσωση δάσους ή δασικής εκτάσεως, όπως οι έννοιές τους προσδιορίζονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 3 του ίδιου νόμου, η καλλιέργεια της έκτασης που εκχερσώθηκε παράνομα, η πρόκληση βλάβης καθ΄ οιονδήποτε τρόπο της κατά προορισμό χρήσης του δάσους ή της δασικής έκτασης και η ενέργεια σε εκχερσωθείσα έκταση πράξεων διακατοχής. Στοιχείο της έννοιας του δάσους και της δασικής έκτασης δεν αποτελεί το ότι μπορεί να προσφέρουν προϊόντα εξαγόμενα από τα αναφερόμενα ανωτέρω φυτά ή να συμβάλλει στη διατήρηση της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας ή να εξυπηρετήσει τη διαβίωση του ανθρώπου μέσα στο φυσικό περιβάλλον. Οι ανάγκες αυτές, που είναι αυτονόητες υπό τις σημερινές συνθήκες διαβίωσης του ανθρώπου, αποτέλεσαν το νομοθετικό λόγο προστασίας του δάσους και της δασικής έκτασης και είναι, ακριβώς, το αποτέλεσμα της προστασίας αυτής, μιας ισορροπίας που εντάσσεται στη γενικότερη προσπάθεια διατήρησης του φυσικού περιβάλλοντος, όπως είναι οι λίμνες και τα ποτάμια, οι παράκτιες περιοχές και η θάλασσα γενικότερα και η αποφυγή της ρύπανσης του ατμοσφαιρικού αέρα. Κατ΄ ακολουθίαν τα στοιχεία αυτά δεν είναι από εκείνα που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 2 παρ. 5 Ν. 2408/1996 ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ΄ ΚΠΔ λόγον αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ΄ αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα προκύψαντα από την αποδεικτική διαδικασία πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο, αρκεί δε να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς και κατ΄ είδος τους, χωρίς να είναι ανάγκη να εκτίθενται τι προέκυψε από το καθένα χωριστά. Για την πληρότητα της αιτιολογίας σχετικά με το έγκλημα της παράνομης εκχέρσωσης δάσους ή δασικής εκτάσεως, δεν απ[αιτείται να αναφέρεται στην απόφαση βάσει ποιας πράξεως ή αποφάσεως της Διοικήσεως η έκταση αυτή, επί της οποίας ο κατηγορούμενος προέβη στις ανωτέρω αξιόποινες πράξεις έχει χαρακτηρισθεί ως δασική, γιατί οποιαδήποτε έκταση της Ελληνικής Επικράτειας, δημόσια ή ιδιωτική που καλύπτεται από αραιά ή πενιχρή βλάστηση, οποιασδήποτε διαπλάσεως και ειδικότερα όπως στην προκειμένη περίπτωση, από χαμηλά πουρνάρια και ρείκια, χαρακτηρίζεται ως δασική από το άρθρο 3 § 2 του Ν. 998/1979. Ούτε άλλως τε απαιτείται ο καθ΄ όρια προσδιορισμός της εκχερσωθείσης εκτάσεως, εφόσον δεν ανακύπτει ζήτημα ταυτότητας της δασικής εκτάσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το συνδυασμό σκεπτικού και διατακτικού της προσβαλλομένης αποφάσεως, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, που δίκασε, ως Εφετείο, δέχθηκε μετά την αναιρετικά ανέλεγκτη εκτίμηση και αξιολόγηση των αναφερομένων αποδεικτικών μέσων τα εξής: Ο κατηγορούμενος στο …… Χαλκιδικής, το πρώτο δεκαήμερο του Αυγούστου 2001, το τρίτο δεκαήμερο του Ιουλίου 2001, το τρίτο δεκαήμερο του Ιουλίου 2001, στις 1-12-2001 και το τρίτο δεκαήμερο Ιουλίου 2001 μετέβαλε αυθαίρετα τη χρήση δασικής έκτασης στις θέσεις “…..”. “…..”, “…..” και ….” ΔΔ …… αντίστοιχα, δια της ισοπεδώσεως με τρακτέρ δασοσκεπούς εκτάσεως, καλυπτομένης από χαμηλά πουρνάρια και ρείκια, εμβαδού 4.151.97 τ.μ., 746,57 τ.μ. 1226,11 τ.μ. και 337,29 τ.μ. περίπου αντίστοιχα, με σκοπό την καλλιέργεια αυτών (εκτάσεων) αποκλειστικά από τον ίδιο. Το ότι οι άνω εκτάσεις είναι δασικές σαφώς προέκυψε από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας, οι οποίοι μετά λόγου γνώσεως και έχοντας άμεση αντίληψη για την εν λόγω υπόθεση, εξαιτίας και του επαγγέλματός τους, κατέθεσαν περί του χαρακτήρος των ως άνω εκχερσοθεισών από τον κατηγορούμενο εκτάσεων ως δασικών, αλλά και από τα αναγνωσθέντα στο ακροατήριο έγγραφα προκύπτει η εν λόγω ιδιότητα αυτών (εκτάσεων). Σημειώνεται ότι ο κατηγορούμενος απολογούμενος ενώπιον του Δικαστηρίου, προκειμένου να αποσείσει κατά την κρίση του Δικαστηρίου, την ευθύνη του για την αξιόποινη πράξη του τέλεσε, ισχυρίσθηκε όλως αορίστως ότι ο πρώτος μάρτυς κατηγορίας έχει διαφορές με αυτόν, πλην όμως κάτι τέτοιο από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν προέκυψε, από δε και την κατάθεση του μάρτυρος υπερασπίσεως έμμεσα προκύπτει ότι αυτός (κατηγορούμενος) τέλεσε την πράξη, αφού καταθέτει ότι ο κατηγορούμενος δεν γνώριζε ποιο είναι το χωράφι του το 2001 (ενόψει προφανώς του καθεστώτος συνιδιοκτησίας ιδιωτών ….. και Δημοσίου), ισχυρισμός όμως που δεν κρίνεται πειστικός και επιπλέον αναπόδεικτος, αφού, όπως προειπώθηκε, οι εκχερσωθείσες άνω εκτάσεις ήταν καλυπτόμενες από χαμηλά πουρνάρια και ρείκια, δηλαδή σαφώς αυτές έφεραν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της δασικής εκτάσεως, η οποία συνέβαλε στη διατήρηση της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας και εξυπηρετούσε την διαβίωση του ανθρώπου μέσα στο φυσικό περιβάλλον. Τέλος, το αίτημα του κατηγορουμένου να διατάξει το Δικαστήριο πραγματογνωμοσύνη προκειμένου να διαπιστωθεί αν είναι ή όχι δασικές οι ως άνω εκτάσεις, πρέπει να απορριφθεί, διότι το Δικαστήριο έχει μορφώσει εδραία δικανική πεποίθηση ότι αυτές (εκτάσεις) είναι δασικές από τα ως άνω αποδεικτικά μέσα. Με βάση τα ως άνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά στοιχειοθετείται σε βάρος του κατηγορουμένου η νομοτυπική μορφή του ως άνω σ΄ αυτόν αποδιδομένου σχετικού αδικήματος, και γι΄ αυτό, πρέπει, να κηρυχθεί ένοχος. Με αυτά που δέχθηκε το δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλομένη απόφασή του τόσο, ως προς την απόρριψη του αιτήματος αναβολής προς τον σκοπό διενεργείας πραγματογνωμοσύνης, όσο και ως προς την ενοχή του κατηγορουμένου, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, γιατί εκθέτει εις αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία, τις αποδείξεις από τις οποίες πείστηκε για την ενοχή του κατηγορουμένου (αναιρεσείοντος) καθώς και τις σκέψεις, με τις οποίες υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφάρμοσε, αφού με σαφήνεια και χωρίς οποιαδήποτε αντίφαση δέχεται ότι η εκχερσωθείσα δασοσκεπής έκταση, καλυπτομένη από χαμηλά πουρνάρια και ρείκια, φέρει τον χαρακτήρα της δασικής εκτάσεως και ως εκ περισσού περαιτέρω (δέχεται), ότι η έκταση αυτή συνέβαλε στην διατήρηση της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας και εξυπηρετούσε την διαβίωση των ανθρώπων μέσα στο φυσικό περιβάλλον.
Πρέπει συναφώς να σημειωθεί ότι δεν απαιτείται για την πληρότητα της αιτιολογίας να αναφέρεται στην απόφαση: α)βάσει ποίου εγγράφου (πράξεως ή αποφάσεως της Διοικήσεως) η έκταση επί της οποίας προέβη ο κατηγορούμενος στην πιο πάνω αξιόποινη πράξη, έχει χαρακτηρισθεί δασική, διότι οποιαδήποτε έκταση της ελληνικής επικράτειας, δημόσια ή ιδιωτική που καλύπτεται, έστω και από αραιά ή πενιχρά, όπως στην προκειμένη περίπτωση, βλάστηση, οιασδήποτε διαπλάσεως, χαρακτηρίζεται από το νόμο (άρθρο 3 § 2 Ν. 998/1979) δασική έκταση και β)ο καθ΄ όρια προσδιορισμός της εκχερσωθείσης εκτάσεως, εφόσον ο αναιρεσείων δεν επικαλέστηκε ότι ανακύπτει ζήτημα ταυτότητας της δασικής εκτάσεως. Προσθέτως, πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι η απόφαση δεν στερείται ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας εκ της μη ειδικής αναφοράς στο προοίμιο του σκεπτικού, ως ληπτέων υπόψη “τριών εκθέσεων αυτοψίας”, όπως υπαινίσσεται ο αναιρεσείων με το υπόμνημά του, υποδεικνύοντας εμμέσως στο δικαστήριο να λάβει αυτεπαγγέλτως, κατ΄ άρθρο 511 ΚΠΔ, υπόψη την έλλειψη αυτή, γιατί τα, ως εκθέσεις αυτοψίας αναφερόμενα τρία αυτά έγγραφα, δεν αποτελούν ίδιον αποδεικτικό μέσο, αφού δεν διετάχθη από το δικαστήριο η διενέργεια αυτοψίας, αλλά είναι απλά έγγραφα, συνεκτιμώμενα ως τέτοια, μετά των λοιπών αποδείξεων. Ένα μέλος του Δικαστηρίου, ο Αρεοπαγίτης Ελευθ. Νικολόπουλος έχει την γνώμη ότι ως προς την αυτεπαγγέλτως ερευνηθείσα ως άνω αιτίαση της έλλειψης αιτιολογίας, πρέπει η προσβαλλόμενη απόφαση ν΄ αναιρεθεί διότι η αυτοψία, ως ίδιο αποδεικτικό μέσο, έπρεπε ειδικώς να μνημονεύεται στο προοίμιο του σκεπτικού της αποφάσεως ή από το περιεχόμενο του σκεπτικού να προκύπτει με βεβαιότητα ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη την αυτοψία και την εκτίμηση με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα. Συνεπώς, ο μοναδικός λόγος της αιτήσεως, περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της αποφάσεως (άρθρ. 510 § 1 Δ΄ ΚΠΔ), πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμος και καθό μέρος με αυτόν πλήττεται η περί τα πράγματα αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, ως απαράδεκτη. Απορριπτομένης της αιτήσεως πρέπει ο αναιρεσείων να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 § 1 ΚΠΔ).
Για τους λόγους αυτούς
Απορρίπτει την από 11 Ιουλίου 2007 αίτηση του ….., για αναίρεση της υπ΄ αριθμ. 5263/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα την 1 Νοεμβρίου 2007.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 9 Νοεμβρίου 2007.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ