Τακτικός ελιγμός, προκειμένου να καταναλωθεί ο απαιτούμενος χρόνος μέχρι το τουρκικό δημοψήφισμα του Απριλίου για τη συνταγματική αναθεώρηση ή δείκτης βαθύτερου αδιεξόδου στο Κυπριακό; Το πρόσχημα πάντως που αξιοποίησε ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί προκειμένου να αποχωρήσει από τις συνομιλίες με τον Νίκο Αναστασιάδη είναι αποκαλυπτικό προθέσεων κάθε άλλο παρά εποικοδομητικών.
Υπενθυμίζεται ότι ο λόγος γίνεται όλες αυτές τις ημέρες για την τροπολογία που ενέκρινε η κυπριακή Βουλή των Αντιπροσώπων (με πρωτοβουλία του ακροδεξιού ΕΛΑΜ και με την αποχή του Δημοκρατικού Συναγερμού του προέδρου Αναστασιάδη) η κυπριακή Βουλή των Αντιπροσώπων και με την οποία εντάσσεται στις περίπου 15 ιστορικές επετείους ή παγκόσμιες ημέρες που μνημονεύει το εκπαιδευτικό σύστημα (με την έκδοση εγκυκλίου, ειδικές αναφορές στην τάξη κτλ.), όπως τα “Οκτωβριανά” του 1931 ή την Εργατική Πρωτομαγιά και το δημοψήφισμα που πραγματοποίησε το 1950 δια της συλλογής υπογραφών, η Εθναρχία Κύπρου ζητώντας την Ένωση του νησιού με την Ελλάδα.
Το δημοψήφισμα αποτέλεσε την καθοριστική στιγμή για τη διεθνοποίηση του Κυπριακού, καθώς επισημοποίησε με τον πιο ηχηρό τρόπο τη βούληση του 96% των Ελληνοκυπρίων. (Παράλληλα, βέβαια, το δημοψήφισμα του 1950 αποτέλεσε πηγή μεγάλης αμηχανίας για την Αθήνα, που κλήθηκε να παραλάβει τον τόμο των υπογραφών, αλλά και πεδίο ανταγωνισμού της κυπριακής Δεξιάς με την Αριστερά, εφόσον η αντιπροσωπεία της Εθναρχίας που ανέλαβε να κοινοποιήσει διεθνώς τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος αρνήθηκε να συμπεριλάβει μέλη του ΑΚΕΛ και να επισκεφθεί πρωτεύουσες του ανατολικού μπλοκ).
Η μνήμη του ενωτικού δημοψηφίσματος βρέθηκε αίφνης να αξιοποιείται από την τουρκική πλευρά ως οιονεί “αντίβαρο” στην συζήτηση περί εγγυήσεων και ασφάλειας, η οποία έχει έρθει στο επίκεντρο των διεργασιών για το Κυπριακό και ενώ ο ΟΗΕ φιλοδοξεί να συγκαλέσει νέα πολυμερή διαδικασία πολιτικού επιπέδου στη Γενεύη κατά το δεύτερο μισό του Μαρτίου.
Ήδη από τη Δευτέρα έγινε γνωστό ότι οι προγραμματισμένες για την επομένη συναντήσεις των διαπραγματευτών των δύο κοινοτήτων (Ανδρέα Μαυραγάνη και Οζντίλ Ναμί) ακυρώθηκαν, ενώ ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί έφτασε να ζητά από τον Νίκο Αναστασιάδη άμεσες κινήσεις “διόρθωσης” της απόφασης της κυπριακής Βουλής, διότι “σε αντίθετη περίπτωση η διαδικασία των διαπραγματεύσεων από δω και πέρα δεν θα έχει νόημα”.
Η συνέχεια υπήρξε πολύ πιο “θεατρική”, καθώς στην συνάντηση Αναστασιάδη-Ακιντζί της Πέμπτης παρόντος και του ειδικού συμβούλου του ΟΗΕ Espen Barth Eide, ο Τουρκοκύπριος ηγέτης αποχώρησε κατά το διάλειμμα της διαδικασίας. Ο διεθνής μεσολαβητής (ο οποίος προηγουμένως είχε προκαλέσει την αγανάκτηση του Νίκου Αναστασιάδη προσπαθώντας να αντιμετωπίσει ως βάσιμες τις τουρκοκυπριακές αιτιάσεις) βρέθηκε, με νέες χωριστές συναντήσεις με τους δύο ηγέτες και με τηλεφωνική επαφή με τον γ.γ. του ΟΗΕ, να τρέχει για να διασώσει την όλη διαδικασία. Υποστηρίζει μάλιστα ότι αυτό έχει επιτευχθεί εφόσον καμία από τις ήδη προγραμματισμένες για το επόμενο διάστημα συναντήσεις δεν έχει ακυρωθεί.
Το ανέβασμα των τόνων, η επίκληση του αιματηρού ιστορικού παρελθόντος, η καλλιέργεια καχυποψίας περί επιδιωκόμενης και σήμερα “Ένωσης”, η διόγκωση του βάρους της ελληνοκυπριακής ακροδεξιάς και οι αναφορές στην “ανασφάλεια” που προκύπτει μεταξύ των Τουρκοκυπρίων είναι προφανές τι εξυπηρετούν: την επίκληση “απειλητικού αλυτρωτισμού” της ελληνικής πλευράς, όταν πραγματικό ζητούμενο είναι η κατάργηση του αναχρονιστικού καθεστώτος των εγγυήσεων και η αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων μετά από 43 χρόνια κατοχής.
Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου το έθεσε ανοιχτά, κατηγορώντας την ελληνική πλευρά ότι δεν μπορεί να εγείρει συζήτηση για το θέμα των εγγυήσεων όταν κατά βάθος επιδιώκει ακόμη την Ένωση (όπως… πιστοποιεί η εγκύκλιος περί σχολικών εορτών).
Κυρίως όμως η διαπραγματευτική προσπάθεια προσκρούει ολοένα και περισσότερο στην διεκδίκηση από τουρκικής πλευράς των “τεσσάρων ελευθεριών” του ευρωπαϊκού κεκτημένου και για τους Τούρκους πολίτες στην κυπριακή επικράτεια μετά την επίλυση. Πρόκειται για μία ρύθμιση η οποία ρητά αποβλέπει στην “εξισορρόπηση” (βλ. αναίρεση) του επιτεύγματος της ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ε.Ε. το 2004, αλλά και για μία συνταγή αποτυχίας των συνομιλιών, καθώς οι αντιδράσεις δεν θα περιορισθούν αυτή τη φορά μόνο στη Λευκωσία, από όλες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
capitalgr