Αφού εξασφάλισε πτυχία στα οικονομικά και στη λογιστική από πανεπιστήμιο της Φινλανδίας, ο Βίλε Κιλονίμι ήλπιζε ότι θα έβρισκε θέση εργασίας στον τομέα του. Τα επόμενα τρία χρόνια, όμως, ο Κιλονέμι εργάστηκε σε οκτώ προσωρινές δουλειές, από ρεσεψιονίστ ξενοδοχείου μέχρι πωλητής σε κατάστημα ανδρικών ρούχων. «Είναι σχεδόν αδύνατο να βρεις σπίτι ή να ξεκινήσεις καριέρα με τέτοιες συνθήκες», λέει ο 23χρονος Φινλανδός, ο οποίος γράφει τώρα στο βιογραφικό του ότι δέχεται θέσεις άμισθου ασκούμενου σε Νέα Υόρκη ή Ισπανία.
Παρά την ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας, περισσότερο από το ήμισυ των νέων θέσεων εργασίας στη Γηραιά Ηπειρο εξασφαλίζεται μέσω συμβάσεων ορισμένου χρόνου, όπως αναφέρουν σε άρθρο τους οι «Τάιμς της Νέας Υόρκης». Το φαινόμενο αυτό αποτελεί κληρονομιά της επώδυνης οικονομικής κρίσης, η οποία έκανε τους εργοδότες να διστάζουν να προσλαμβάνουν μόνιμους εργαζομένους. Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή εργατική νομοθεσία, οι μόνιμοι απολύονται πιο δύσκολα, ενώ οι εργοδοτικές εισφορές είναι δαπανηρότερες. Παρά τα υψηλά ποσοστά ανεργίας, πολλοί Ευρωπαίοι εργαζόμενοι σε καθεστώς ημιαπασχόλησης βλέπουν με κυνισμό εταιρείες οι οποίες τους αντιμετωπίζουν ως «εργαζομένους μιας χρήσης». Τέτοιες εμπειρίες αντιμετώπισαν Ιταλίδα ογκολόγος, η οποία υποχρεώθηκε να αναζητά την επόμενη τρίμηνη σύμβασή της, διαχειριζόμενη παράλληλα μεγάλο φόρτο καρκινοπαθών, Γάλλος προσωπάρχης επιχείρησης, που υπέφερε από τις ψυχολογικές επιπτώσεις της εργασιακής του αβεβαιότητας, και Γερμανός ειδικός τουριστικών επιχειρήσεων, που εγκατέλειψε τον αγαπημένο του τομέα, επιλέγοντας ασφαλή θέση εργασίας ως εκπρόσωπος εταιρείας διαδικτυακών πωλήσεων.