Το Δικαστήριο της ΕΕ με απόφασή του (1/2/2017) στην υπόθεση C‑392/15 (Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ουγγαρίας) έκρινε ότι η προϋπόθεση της ιθαγένειας για την άσκηση του επαγγέλματος του συμβολαιογράφου συνιστά δυσμενή διάκριση, καθώς
οι συμβολαιογραφικές δραστηριότητες, δεν συνιστούν συμμετοχή στην άσκηση δημόσιας εξουσίας.
Ειδικότερα, με το δικόγραφο της προσφυγής της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η Ουγγαρία, προβλέποντας προϋπόθεση ιθαγένειας για την πρόσβαση στο επάγγελμα του συμβολαιογράφου, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 49 ΣΛΕΕ.
Σε προηγούμενες υποθέσεις, το Δικαστήριο έκρινε ότι η προϋπόθεση ιθαγένειας την οποία προέβλεπε το Βασίλειο του Βελγίου, η Γαλλική Δημοκρατία, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, η Δημοκρατία της Αυστρίας, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και η Ελληνική Δημοκρατία, αντιστοίχως, για την πρόσβαση στο επάγγελμα του συμβολαιογράφου, συνιστούσε δυσμενή διάκριση λόγω ιθαγένειας απαγορευόμενη από το άρθρο 49 ΣΛΕΕ. Η Ουγγαρία είχε ασκήσει παρέμβαση ενώπιον του Δικαστηρίου προς στήριξη των πέντε πρώτων ανωτέρω κρατών μελών.
Εν προκειμένω το Δικαστήριο έκρινε ότι οι συμβολαιογραφικές δραστηριότητες, ως είχαν στην ουγγρική έννομη τάξη δεν συνιστούν συμμετοχή στην άσκηση δημόσιας εξουσίας υπό την έννοια του άρθρου 51, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ.
Διαπιστώνεται, κατά συνέπεια, ότι η προϋπόθεση ιθαγένειας που προβλέπει η ουγγρική νομοθεσία για την πρόσβαση στο επάγγελμα του συμβολαιογράφου συνιστά δυσμενή διάκριση λόγω ιθαγένειας απαγορευόμενη από το άρθρο 49 ΣΛΕΕ.
LegalNews24.gr