Η νομοθεσία της ΕΕ απαγορεύει τις διακρίσεις με βάση την ιθαγένεια και τον τόπο κατοικίας του καταναλωτή (άρθρο 20 παρ. 2 της Οδηγίας 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2006 “σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά”, ΕΕ L 376/36). Δυστυχώς, εξακολουθούν να υφίστανται επιχειρηματικές πρακτικές, που θέτουν μονομερείς
και αδικαιολόγητους περιορισμούς ή εφαρμόζουν διαφορετικούς όρους σε δυνητικούς πελάτες με βάση την ιθαγένεια ή τον τόπο κατοικίας τους.
Τα εμπόδια αυτά, που συνιστούν τον λεγόμενο γεωγραφικό αποκλεισμό (geoblocking), περιορίζουν, άμεσα ή έμμεσα, την πρόσβαση των καταναλωτών σε διασυνοριακές προσφορές, με αποτέλεσμα υψηλότερες τιμές για τους καταναλωτές ορισμένων κρατών μελών ή πρόσβαση σε περιορισμένο εύρος προϊόντων, υπηρεσιών και ψηφιακού περιεχομένου, άρα λιγότερες ευκαιρίες για ορισμένους Ευρωπαίους καταναλωτές στο εσωτερικό της ενιαίας αγοράς.
Το συμπέρασμα αυτό προέκυψε από Έκθεση του Δικτύου Ευρωπαϊκών Κέντρων Καταναλωτή (ECC-Net), που αναλύει τη διαφορετική μεταχείριση καταναλωτών στην Ευρώπη, κατά παράβαση ή μη του άρθρου 20 παρ. 2 της Οδηγίας για τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά (2006/123/ΕΚ), στο οποίο προβλέπεται η αρχή της μη διάκρισης των πολιτών της Ε.Ε. με βάση την ιθαγένεια και τον τόπο κατοικίας.
Βασικές διαπιστώσεις της έρευνας:
Μεταξύ Ιανουαρίου 2013 και Δεκεμβρίου 2015, το Δίκτυο Ευρωπαϊκών Κέντρων Καταναλωτή δέχθηκε 532 αναφορές που αφορούν το άρθρο 20 παρ. 2 της Οδηγίας για τις Υπηρεσίες. Παρατηρείται, δηλαδή, αύξηση σε ποσοστό 140% σε σχέση με τις 222 καταγγελίες που είχαν υποβλήθηκαν μεταξύ των ετών 2010 και 2012.
Ο μεγαλύτερος αριθμός καταγγελιών σχετικές με το άρθρο 20 παρ. 2 της Οδηγίας προέρχονται από καταναλωτές που κατοικούν στην Αυστρία (138), Ιταλία (68), και την Ιρλανδία (66). Οι αναφορές από Έλληνες καταναλωτές ανήλθαν σε 4.
Ποσοστό άνω του 82% των υποβληθέντων αναφορών σχετίζονται με διακρίσεις και εμπόδια που οι καταναλωτές αντιμετώπισαν λόγω της χώρας κατοικίας τους και όχι λόγω της εθνικότητάς τους και προέκυψαν στο πλαίσιο ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Σχεδόν στο 68% των παραπόνων οι καταναλωτές αντιμετώπισαν δυσμενή διάκριση ως προς την τιμή ή την πρόσβαση στην παρεχόμενη υπηρεσία – ως επί το πλείστον κατά την αγορά αγαθών, όπως ηλεκτρονικές και οικιακές συσκευές, αυτοκίνητα, ρούχα, βιβλία, μουσική ή ψηφιακές εφαρμογές.
Το 25% των καταγγελιών αφορούσαν την παροχή υπηρεσιών στον τομέα του τουρισμού και της αναψυχής, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που παρέχονται από ταξιδιωτικά γραφεία, παρόχους καταλυμάτων ή πάρκων αναψυχής.
Ποσοστό άνω του 5% των υποθέσεων προήλθε από τον τομέα της ενοικίασης οχημάτων και της χρηματοδοτικής μίσθωσης (leasing).
Οι καταγγελλόμενοι προμηθευτές ακολούθησαν πρακτικές γεωγραφικών περιορισμών, με βάση την ιθαγένεια ή τον τόπο κατοικίας των καταναλωτών ιδίως με: α) Φραγή στην πρόσβαση σε ιστοσελίδες (με αναγνώριση του IP), β) αυτόματη ανακατεύθυνση σε μια άλλη ιστοσελίδα, γ) άρνηση παράδοσης προϊόντος στη χώρας κατοικίας του καταναλωτή, δ) μη αποδοχή πληρωμής, ή ε) εφαρμόζοντας διαφορετικές τιμές ή όρους πώλησης.
Από τις περιπτώσεις στις οποίες ζητήθηκε η παρέμβαση του Δικτύου Ευρωπαϊκών Κέντρων Καταναλωτή, οι 54 γνωστοποιήθηκαν στις αρμόδιες εθνικές αρχές που είναι αρμόδιες για την επιβολή κυρώσεων, ώστε να διασφαλισθεί η εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας από τους προμηθευτές που δεν συμμορφώνονταν, 12 βρίσκονται ακόμη σε εκκρεμότητα, ενώ οι υπόλοιπες οδηγήθηκαν σε επιτυχή εξωδικαστικό συμβιβασμό. Σε 31 υποθέσεις, τα καταγγελλόμενα ηλεκτρονικά καταστήματα προχώρησαν σε αλλαγή συμβατικών όρων και εμπορικών πρακτικών που συνεπάγονταν αδικαιολόγητη διάκριση, σε συμμόρφωση προς την Οδηγία για τις υπηρεσίες.
Σε 19 κράτη – μέλη της ΕΕ, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, οι αρμόδιες εποπτικές αρχές δύνανται να επιβάλουν διοικητικές κυρώσεις ή ποινές, σε περίπτωση παραβίασης των διατάξεων της Οδηγίας για τις υπηρεσίες. Αντιθέτως, στην Κύπρο, τη Λιθουανία και την Ολλανδία οι αρμόδιοι φορείς δεν έχουν την εξουσία να επιβάλλουν κυρώσεις στους προμηθευτές.
Παραδείγματα από αναφορές καταναλωτών για γεωγραφικό αποκλεισμό που υπέστησαν:
Ιταλός καταναλωτής προσπάθησε να κάνει κράτηση σε πακέτο διακοπών στην Ιταλία, το οποίο βρήκε σε ευνοϊκή τιμή μέσω ιστοσελίδας πρακτορείου με έδρα τη Γερμανία. Ωστόσο, διαπίστωσε ότι, για να ολοκληρώσει τη διαδικτυακή (online) κράτηση, έπρεπε να δηλώσει διεύθυνση κατοικίας στη Γερμανία.
Ιρλανδός καταναλωτής συμμετείχε σε αγώνα ημιμαραθωνίου που διοργάνωνε εταιρεία με έδρα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο καταναλωτής πλήρωσε υψηλότερο κόστος συμμετοχής, σε σχέση με αυτό που ίσχυε για τους κατοίκους από το Ηνωμένο Βασίλειο.
Βέλγος καταναλωτής επιχείρησε να αγοράσει ηλεκτρονικά συσκευή ανάγνωσης ηλεκτρονικών βιβλίων (e-reader) με ενσωματωμένο γαλλικό λεξικό, μέσω της γαλλικής ιστοσελίδας πολυεθνικής εταιρείας με έδρα στο Λουξεμβούργο. Ωστόσο, αυτό δεν κατέστη εφικτό και ανακατευθύνθηκε αυτόματα στη διεθνή ιστοσελίδα της πολυεθνικής, όπου το προϊόν με τα ζητούμενα χαρακτηριστικά δεν ήταν διαθέσιμο.
Κατά τη διαδικασία παραγγελίας μέσω ηλεκτρονικού γερμανικού καταστήματος, Αυστριακός καταναλωτής κλήθηκε να συμπληρώσει τη χώρα κατοικίας του. Μετά την καταχώρηση της διεύθυνσής του στην Αυστρία, ο καταναλωτής πληροφορήθηκε ότι η παραγγελία θα έπρεπε να υποβληθεί μέσω της αυστριακής έκδοσης της ιστοσελίδας, όπου η τιμή του ακριβώς ίδιου πουκάμισου ήταν πιο υψηλή.
Η Έκθεση “Do Invisible Borders Still Restrict Consumer Access to Services in the EU?” είναι διαθέσιμη στο: https://goo.gl/08c1At
Αντιμετώπιση του προβλήματος.
– Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε στις 25.5.2016 Πρόταση Κανονισμού «για την αντιμετώπιση του γεωγραφικού αποκλεισμού και άλλων συναφών μορφών διακρίσεων που βασίζονται στην ιθαγένεια, την κατοικία ή τη διαμονή εντός της ενιαίας αγοράς».Σκοπός της προτεινόμενης νομοθεσίας είναι να διασφαλισθεί ότι οι καταναλωτές που επιθυμούν να αγοράσουν προϊόντα και υπηρεσίες σε άλλη χώρα της Ένωσης, είτε ηλεκτρονικά είτε με φυσική παρουσία σε κατάστημα, δεν θα υφίστανται διακρίσεις όσον αφορά την πρόσβαση σε τιμές, τις πωλήσεις ή τους όρους πληρωμής, εκτός εάν κάτι τέτοιο δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους, όπως ο ΦΠΑ ή ορισμένες νομικές δεσμεύσεις για την κοινή ωφέλεια. Για να μην θεσπίζονται δυσανάλογες επιβαρύνσεις για τις επιχειρήσεις, η Πρόταση Κανονισμού δεν επιβάλλει υποχρέωση παράδοσης σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση και εξαιρεί τις μικρές επιχειρήσεις που εμπίπτουν στο κατώτατο όριο ΦΠΑ σε εθνικό επίπεδο από ορισμένες διατάξεις.
– Το Δίκτυο Ευρωπαϊκών Κέντρων Καταναλωτή χαιρετίζει την προώθηση του νέου θεσμικού πλαισίου για τον γεωγραφικό αποκλεισμό, αλλά και την εν γένει δέσμη μέτρων για το ηλεκτρονικό εμπόριο, που είναι ένα σημαντικό βήμα για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών μέσω της καλύτερης προστασίας και επιβολής του νομοθετικού πλαισίου. Θεωρεί, πάντως, ότι πρέπει να υπάρξει μεγαλύτερη σαφήνεια σχετικά με το τι συνιστά διάκριση που δεν δικαιολογείται άμεσα και με αντικειμενικά κριτήρια κατά την έννοια του άρθρου 20 παρ. 2 της Οδηγίας για τις Υπηρεσίες, αλλά και αποτελεσματικότερη επιβολή κυρώσεων, όταν διαπιστώνονται παραβάσεις από τους προμηθευτές. (eccgreece.gr)
cylegalnews