Απόφαση 263 / 2015 (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βιολέττα Κυτέα, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Αικατερίνη Βασιλακοπούλου-Κατσαβριά, Αγγελική Αλειφεροπούλου, Αριστείδη Πελεκάνο-Εισηγητή και Δημήτριο Χονδρογιάννη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 24 Οκτωβρίου 2014, με την παρουσία του Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Εμμανουήλ Ρασιδάκη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελεύς του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Γεράσιμου Βάλσαμου, για να δικάσει τις αιτήσεις των αναιρεσειόντων – κατηγορουμένων: 1) Ι. Κ. του Ζ. και 2) Ν. Κ. του Ζ., κατοίκων …, που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Κωνσταντίνο Ντιζέ, περί αναιρέσεως της 468/2013 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Λάρισας και με πολιτικώς ενάγουσα την Π. Κ. συζ. Α., κάτοικο ….
Το Πενταμελές Εφετείο Λάρισας, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και οι αναιρεσείοντες – κατηγορούμενοι ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 7 Ιανουαρίου 2014 δύο (2) χωριστές αιτήσεις τους, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 93/2014.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο των αναιρεσειόντων, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε: α) να γίνουν εν μέρει δεκτές οι προκείμενες αιτήσεις αναιρέσεως, κατά το κεφάλαιο που αφορά την παρά το νόμο παράσταση της πολιτικής αγωγής και να παραπεμφθεί η υπόθεση στο ίδιο Δικαστήριο για νέα συζήτηση, συντιθέμενο από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως και β) να απορριφθούν κατά τα λοιπά οι προκείμενες αιτήσεις αναιρέσεως,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 513 παρ. 1 εδ. γ’ και παρ. 3 εδ. α’ ΚΠΔ, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κλητεύει τον αναιρεσείοντα και τους λοιπούς διαδίκους, με κλήση που επιδίδεται σύμφωνα με τα άρθρα 155-161 και μέσα στην προθεσμία του άρθρου 166, στο ακροατήριο του δικαστηρίου του Αρείου Πάγου, οι δε διάδικοι παρίστανται στη συζήτηση με συνήγορο. Επίσης, κατά το άρθρο 515 παρ. 2 εδ. α’ ΚΠΔ, αν εμφανιστεί ο αναιρεσείων, η συζήτηση γίνεται σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι, ακόμη και αν κάποιος από αυτούς δεν εμφανίστηκε. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι, αν κατά τη συζήτηση αίτησης αναίρεσης στο ακροατήριο του Αρείου Πάγου εμφανιστεί ο αναιρεσείων και δεν εμφανιστεί ο πολιτικώς ενάγων, καίτοι αυτός κλητεύτηκε νόμιμα, η συζήτηση της υπόθεσης διεξάγεται σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες. Στην προκείμενη περίπτωση, κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στο προεισαγωγικό της απόφασης (24/10/2014) και κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο έκθεμα, εμφανίστηκαν και παρέστησαν νόμιμα οι αναιρεσείοντες Ν. Κ. και Ι. Κ. του Ζ.. Αντίθετα, δεν εμφανίστηκε με συνήγορο, ούτε εκπροσωπήθηκε από νόμιμα διορισμένο συνήγορο η πολιτικώς ενάγουσα κατά τη δίκη ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Λάρισας, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη 468/2013 απόφαση, Π. Κ., καίτοι αυτή κλητεύτηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, με επίδοση στην ίδια κατά το άρθρο 155 παρ. 1 εδ. α’ ΚΠΔ, όπως προκύπτει από το από 27-2-2014 αποδεικτικό επίδοσης του αρχιφύλακα Α. Μ., με το οποίο επιδόθηκε στην τελευταία η 93/13-2-2014 κλήση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, προκειμένου να παραστεί με συνήγορο στο ακροατήριο του Αρείου Πάγου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης την προαναφερόμενη δικάσιμο. Επομένως και αφού η πολιτικώς ενάγουσα ερημοδικεί, καίτοι έχει κλητευτεί νόμιμα, πρέπει η συζήτηση της υπόθεσης να συνεχιστεί σαν να ήταν και αυτή παρούσα.
Κατά το άρθρο 171 παρ. 2 ΚΠΔ, απόλυτη ακυρότητα κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, η οποία θεμελιώνει λόγο αναίρεσης της απόφασης από το άρθρο 510 παρ. Ι στοιχ. Α’ ΚΠΔ και λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπόψη σε κάθε στάδιο της ποινικής διαδικασίας, ακόμη και στον Άρειο Πάγο, επιφέρει η παρά τον νόμο παράσταση του πολιτικώς ενάγοντος στο ακροατήριο. Τέτοια ακυρότητα υπάρχει, όταν δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του πολιτικώς ενάγοντος οι όροι της ουσιαστικής ενεργητικής και παθητικής νομιμοποίησης για την άσκηση της πολιτικής αγωγής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 63 και 64 ΚΠΔ και όταν παραβιάσθηκε η τηρητέα, κατά το άρθρο 68 ΚΠΔ, διαδικασία ως προς τον τρόπο και τον χρόνο άσκησής της.
Εξάλλου, από τις διατάξεις του άρθρου 63 ΚΠΔ και των άρθρων 914 και 932 ΑΚ προκύπτει ότι δικαίωμα να παραστούν ως πολιτικώς ενάγοντες σε εκκρεμή ποινική διαδικασία έχουν μόνον όσοι έχουν υποστεί άμεση περιουσιακή ζημία ή άμεση ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη από την αξιόποινη πράξη, για την οποία ασκήθηκε η ποινική δίωξη, και όχι όσοι βλάπτονται έμμεσα από αυτή, όπως είναι τα μέλη νομικού προσώπου, τα οποία δεν νομιμοποιούνται ενεργητικά να ασκήσουν στο όνομά τους πολιτική αγωγή για αξιόποινη πράξη που στρέφεται κατά νομικού προσώπου, από την οποία μόνο αυτό ζημιώνεται άμεσα (Ολ.ΑΠ 1,5/1994). Ειδικότερα, εάν η αξιόποινη πράξη στρέφεται κατά ομόρρυθμης εταιρείας, η οποία είναι νομικό πρόσωπο διακριτό και διαφορετικό από τα φυσικά πρόσωπα – μέλη του νομικού προσώπου, μόνο η ομόρρυθμη εταιρεία έχει δικαίωμα να παραστεί ως πολιτικώς ενάγουσα στην ποινική διαδικασία για επιδίκαση αποζημίωσης ή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, και όχι οι ομόρρυθμοι εταίροι, οι οποίοι μόνο έμμεση περιουσιακή ζημία ή ηθική βλάβη μπορούν να υποστούν από τη σχετική αξιόποινη πράξη, και, γι’ αυτόν τον λόγο, δεν νομιμοποιούνται ενεργητικά σε ατομική παράσταση πολιτικής αγωγής, ανεξάρτητα από το αν στρέφονται κατά των λοιπών εταίρων ή κατά του διαχειριστή και νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας ή κατά τρίτου.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επισκόπηση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, μετά την εκφώνηση των ονομάτων των αναιρεσειόντων – κατηγορουμένων και την ανάγνωση των εγγράφων εξουσιοδοτήσεων προς τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους για την εκπροσώπησή τους στη δίκη, “εμφανίσθηκε η Π. Κ., σύζυγος Α. Κ., κάτοικος … και δήλωσε ότι παρίσταται ως πολιτικώς ενάγουσα κατά των κατηγορουμένων, για χρηματική ικανοποίηση ποσού 44 ευρώ, με επιφύλαξη για τα περαιτέρω δικαιώματά της στα πολιτικά δικαστήρια, λόγω ηθικής βλάβης που προκάλεσε σ’ αυτή η πράξη των κατηγορουμένων και δήλωσε ότι διορίζει ως πληρεξούσιό της τον Ιωάννη Πούλιο, δικηγόρο του Δικηγορικού Συλλόγου Λάρισας.”. Στη συνέχεια, με την προσβαλλόμενη απόφαση, οι αναιρεσείοντες κηρύχθηκαν ένοχοι για το ότι: “Στη Λάρισα κατά τους κατωτέρω αναφερόμενους χρόνους ενεργώντας από κοινού με περισσότερες από μία πράξεις, που συνιστούν εξακολούθηση ενός και του αυτού εγκλήματος ιδιοποιήθηκαν παράνομα ξένα (ολικά) κινητά πράγματα, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, που τα εμπιστεύθηκαν σ’ αυτούς λόγω της ιδιότητάς τους ως διαχειριστών ξένης περιουσίας. Ειδικότερα (ως ομόρρυθμοι εταίροι και συνδιαχειριστές της εταιρίας με την επωνυμία “Αφοί Κ. και Σια Ο.Ε”, που εδρεύει στη Λάρισα, με αντικείμενο εργασιών την παραγωγή και διάθεση τυροκομικών προϊόντων, καθώς και την πώληση τυροκομικών προϊόντων, αλλαντικών και συναφών τυποποιημένων προϊόντων, στην οποία (εταιρία) ομόρρυθμο μέλος ήταν και η εγκαλούσα Π. Κ., και ενώ εισέπραξαν με την ιδιότητά τους αυτή κατά τη διάρκεια λειτουργίας της εταιρίας, ως κέρδη της εταιρίας κατά τις διαχειριστικές περιόδους των ετών 1994 μέχρι 2000 τα ποσά των 145.821,49 – 54.069,15 – 8.451,77 -218.574,88 – 81.184,29 – 121.659,98 και 153.784,55 ευρώ, αντίστοιχα, επί των οποίων το εταιρικό μερίδιο της εγκαλούσας, με βάση το ποσοστό συμμετοχής της (33,33%) επί των κερδών, ήταν για κάθε έτος 48.602,30 – 18.021,24 – 32.813,77 – 72.851,00 – 27.058,72 – 40.549,27 και 51.256,39 ευρώ, αντίστοιχα, δεν απέδωσαν στην εγκαλούσα σημαντικό μέρος εκ μεριδίου της στις αρχές Ιανουαρίου του επομένου κάθε διαχειριστικής περιόδου έτους, όπως υποχρεούντο, αλλά το ιδιοποιήθηκαν παρανόμως. Συγκεκριμένα κατά τους χρόνους αυτούς δεν απέδωσαν στην εγκαλούσα τα ποσά των 36.056,63 – 10.149,79 -24.085,18 – 61.616,86 και 17.229,81 ευρώ, που αντιστοιχούσαν στο μερίδιό της επί των κερδών των διαχειριστικών περιόδων 1994, 1995, 1996, 1997 και 1998, αντίστοιχα, τα οποία (ποσά) ήταν κάθε ένα ξεχωριστά ιδιαίτερα μεγάλης αξίας. Επίσης δεν απέδωσαν κατά τους αντίστοιχους χρόνους τα ποσά των 28.859,76 και 39.817,78 ευρώ, που αναλογούσαν στο μερίδιο της εγκαλούσας επί των κερδών των διαχειριστικών περιόδων 1999 και 2000, αντίστοιχα, δηλαδή δεν απέδωσαν για τις δύο αυτές περιόδους (1999- 2000) το συνολικό ποσό των 68.677,55 ευρώ, το οποίο είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας. Τα ανωτέρω ποσά τα ιδιοποιήθηκαν παρανόμως με την ιδιότητά τους ως διαχειριστές της ανωτέρω εταιρίας”.
Ακολούθως, το Πενταμελές Εφετείο, ως προς την πολιτική αγωγή της εγκαλούσας, διέλαβε στην απόφασή του το εξής σκεπτικό : “Στην προκειμένη περίπτωση από τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν, το Δικαστήριο κρίνει ότι η πολιτικώς ενάγουσα έπαθε ηθική βλάβη από την κρινομένη πράξη των κατηγορουμένων για την οποία καταδικάσθηκαν αυτοί. Λαμβάνοντας δε υπόψη τις συνθήκες τελέσεως των πράξεων αυτών (κατηγορουμένων) που αναφέρθηκαν, το βαθμό πταίσματός τους, την περιουσιακή κατάσταση και την κοινωνική θέση των διαδίκων και το βαθμό της αναπτύξεώς τους κρίνει, με βάση τα διδάγματα της ανθρώπινης εμπειρίας και της λογικής, ότι πρέπει να επιδικασθεί σ’ αυτήν (πολιτικώς ενάγουσα), ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση το ποσό των 44,00 ευρώ από κάθε κατηγορούμενο.”. Υποχρέωσε δε αυτούς να καταβάλουν στην πολιτικώς ενάγουσα, Π. Κ., το ποσό των 44 ευρώ ο καθένας, ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης, που προκάλεσε σ’ αυτή η αξιόποινη πράξη, για την οποία κηρύχτηκαν ένοχοι. Όμως, τα παραπάνω χρηματικά ποσά, που κρίθηκε ότι έχουν ιδιοποιηθεί από κοινού παράνομα οι αναιρεσείοντες ως κέρδη της ομόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία “Αφοί Κ. και Σία Ο.Ε.”, τα οποία εισπράχτηκαν από αυτούς στο όνομα και για λογαριασμό της τελευταίας και από τα οποία έπρεπε να αποδοθεί στην Π. Κ. το αντίστοιχο μερίδιό της, ανήκαν στην περιουσία της ομόρρυθμης εταιρίας, η οποία έγινε κυρία των κερδών αυτών ως φορέας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της εταιρικής περιουσίας. Αντίθετα, η εγκαλούσα απέκτησε μόνο ενοχικό δικαίωμα κατά τη ομόρρυθμης εταιρίας για καταβολή του μεριδίου της στα εν λόγω κέρδη, και όχι κυριότητα στο υπεξαιρεθέν χρηματικό ποσό των κερδών που αντιστοιχεί στην εταιρική μερίδα της, το οποίο δεν περιήλθε ποτέ στη δική της περιουσία. Επομένως, άμεσα παθόν από την αξιόποινη πράξη της υπεξαίρεσης ήταν το νομικό πρόσωπο της ομόρρυθμης εταιρίας “Αφοί Κ. και Σία Ο.Ε.”, ενώ η εγκαλούσα Π. Κ., ως ομόρρυθμη εταίρος αυτής, έχει υποστεί έμμεση υλική ζημία ή ηθική βλάβη από τη σχετική πράξη, και, ως εκ τούτου, δεν συνέτρεχε στο πρόσωπό της ενεργητική νομιμοποίηση για άσκηση ατομικής πολιτικής αγωγής στη σχετική δίκη, στην οποία μπορούσε να παραστεί ως πολιτικώς ενάγουσα μόνο η εταιρεία. Συνακολούθως, με την παρά τον νόμο παράσταση της εγκαλούσας ως πολιτικώς ενάγουσας ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου και την επιδίκαση υπέρ αυτής του προαναφερόμενου χρηματικού ποσού ως χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, επήλθε απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο, κατά τη διάταξη του άρθρου 171 παρ. 2 ΚΠΔ, που θεμελιώνει λόγο αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α’ ΚΠΔ, όπως βάσιμα υποστηρίζουν οι αναιρεσείοντες με τον σχετικό λόγο αναίρεσης, ο οποίος πρέπει να γίνει δεκτός.
Κατόπιν αυτών και χωρίς να ερευνηθούν οι λοιποί λόγοι αναίρεσης, των οποίων παρέλκει η έρευνα, πρέπει να γίνουν δεκτές οι ένδικες από 7-1-2014 δύο αιτήσεις αναίρεσης κατά της απόφασης 468/2013 του Πενταμελούς Εφετείου Λάρισας και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση. Ακολούθως, πρέπει να παύσει οριστικά η ποινική δίωξη ως προς το μέρος που η κατηγορία της κακουργηματικής υπεξαίρεσης αφορά τη διαχειριστική περίοδο του έτους 1994, επειδή έχει παραγραφεί το αξιόποινο αυτής, μετά τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης, με τη συμπλήρωση είκοσι ετών από τις αρχές Ιανουαρίου 1995 (άρθρα 111 παρ. 1 και 2β’, 112, 113 παρ. 2 και 3 ΠΚ, 370 περ. β’ και 511 ΚΠΔ). Ως προς το υπόλοιπο μέρος της κατηγορίας, πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, του οποίου είναι δυνατή η συγκρότηση από άλλους δικαστές και στη σύνθεση του οποίου δεν θα μετέχουν οι δικαστές που εξέδωσαν την αναιρούμενη απόφαση (άρθρο 519 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την απόφαση 468/2013 του Πενταμελούς Εφετείου Λάρισας.
Παύει οριστικά την ποινική δίωξη σε βάρος των αναιρεσειόντων -κατηγορουμένων, Ν. Κ. του Ζ. και Ι. Κ. του Ζ., για το μέρος, ως προς το οποίο η σε βάρος τους κατηγορία, της κατά συναυτουργία κακουργηματικής υπεξαίρεσης από διαχειριστές ξένης περιουσίας, αφορά τη διαχειριστική περίοδο του έτους 1994.
Παραπέμπει την υπόθεση, ως προς το υπόλοιπο μέρος της κατηγορίας, για νέα εκδίκαση από το ίδιο δικαστήριο, στη σύνθεση του οποίου δεν θα μετέχουν οι δικαστές που εξέδωσαν την αναιρούμενη απόφαση.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 5 Δεκεμβρίου 2014.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 13 Μαρτίου 2015.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ