Η απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών (ημερ. 28.12.2016) κρίνεται ιδιαίτερης σημασίας και δεν είναι υπερβολικό να λεχθεί ότι αποτελεί σταθμό στα εργασιακά δρώμενα, δημιουργώντας ένα σημαντικό δεδικασμένο. Εκτιμάται ότι η εν λόγω απόφαση θα λειτουργήσει παραδειγματικά και αποτρεπτικά ανάμεσα στον εργοδοτικό κόσμο, αλλά συνάμα θα ενθαρρύνει εργαζόμενες να διεκδικούν τα δικαιώματά τους.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, η ενάγουσα εργαζόταν ως διευθυντικό στέλεχος σε γνωστή εταιρεία, η οποία κάποια στιγμή εξαγοράστηκε από άλλη, με την παραπονούμενη να λαμβάνει διαβεβαιώσεις ότι η εργοδότησή της θα συνεχίσει με τους ίδιους όρους και ωφελήματα και αναγνώριση των ετών υπηρεσίας της. Κομβικής σημασίας το γεγονός ότι ο εργοδότης ήταν ενήμερος για την εγκυμοσύνη της εργαζόμενης, η οποία είχε προσκομίσει και το σχετικό ιατρικό πιστοποιητικό. Αντίθετα από τις διαβεβαιώσεις, την ίδια ημέρα που ανέλαβε η νέα εταιρεία, ενημέρωσε γραπτώς την παραπονούμενη για τον άμεσο τερματισμό της απασχόλησής λόγω πλεονασμού, ενώ διένυε τον τέταρτο μήνα εγκυμοσύνης.
Η παραπονούμενη κατήγγειλε την εταιρεία στο Τμήμα Εργασίας για κατάφωρη παραβίαση της μητρότητας, ισχυριζόμενη ότι η απόλυσή της σχετιζόταν με το γεγονός της εγκυμοσύνης και απορρίπτοντας τα περί πλεονασμού. Έχοντας αυτά ως δεδομένα η παραπονούμενη κατήγγειλε επίσης παραβίαση των νόμων περί προστασίας της μητρότητας και περί της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στην απασχόληση και στην επαγγελματική εκπαίδευση και ήγειρε αξιώσεις για αποζημιώσεις, μεταξύ άλλων, και για απώλεια επαγγελματικής καριέρας.
Στην απόφασή του το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών σημειώνει ότι «η απόλυση της αιτήτριας αποτελεί άμεση δυσμενή διάκριση λόγω φύλου, που δεν επιδέχεται δικαιολόγησης και συνεπώς είναι παράνομη, αφού η εργοδοσία δεν έλαβε υπόψη την εγκυμοσύνη που ήταν σε γνώση της». Επίσης, το Δικαστήριο επισημαίνει την αδυναμία της εργοδοσίας «που απέτυχε να αποδείξει ότι ο τερματισμός της απασχόλησης οφειλόταν σε λόγους πλεονασμού», διαπιστώνοντας ότι «ενήργησε κατά παράβαση του περί μητρότητας νόμου».
Προτού η υπόθεση αχθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, ουσιαστικός ήταν ο ρόλος του Τμήματος Εργασίας, που δικαίωσε την παραπονούμενη, έπειτα από διερεύνηση της καταγγελίας από επιθεωρητές. Σημειώνεται, επίσης, ότι η παραπονούμενη έλαβε δωρεάν νομική συνδρομή από την Επιτροπή Ισότητας των Φύλων στην Απασχόληση και στην Επαγγελματική Εκπαίδευση.
Απολύονται κι άλλες
Η προαναφερθείσα υπόθεση δεν αποτελεί την εξαίρεση. Δυστυχώς, ακόμη το δικαίωμα στη μητρότητα παραμένει στο στόχαστρο μερίδας εργοδοτών στον τόπο μας. Και συχνά πυκνά ενώπιον γυναικών τίθεται το δίλημμα μητέρα ή εργαζόμενη.
Τα στατιστικά στοιχεία δηλώνουν ότι είναι υπαρκτό πρόβλημα η παραβίαση της προστασίας της μητρότητας. Συνολικά 36 εργαζόμενες αποτάθηκαν στην Επιτροπή Ισότητας των Φύλων στην Απασχόληση και στην Επαγγελματική Εκπαίδευση, καταγγέλλοντας απόλυσή τους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή την περίοδο της άδειας μητρότητας. Οι καταγγελίες έγιναν την περίοδο 2010-2016 και θύματα ήταν κατά κύριο λόγο Κύπριες και σε μικρότερο αριθμό άλλες κοινοτικές. Από τις 36 καταγγέλλουσες μόνο 12 κίνησαν νομικές διαδικασίες εναντίον του εργοδότη, παρά τις περί αντιθέτου συμβουλές της Επιτροπής Ισότητας των Φύλων. Ένας άλλος αριθμός εργαζομένων κατέληξε σε εξωδικαστηριακό διακανονισμό.
«Ο αριθμός των 36 καταγγελιών που παρέλαβε η Επιτροπή Ισότητας των Φύλων σαφώς δεν αντιπροσωπεύει την πραγματική έκταση του προβλήματος», δήλωσε η επιστημονική συνεργάτιδα της Επιτροπής Άννα Πηλαβάκη, εξηγώντας ότι «πολλές εργαζόμενες που απευθύνονται στην Επιτροπή, τελικά δεν αποφασίζουν να προχωρήσουν σε καταγγελία και ένας, ίσως μεγαλύτερος, αριθμός αγνοεί τη νομοθεσία περί μητρότητας και ειδικότερα την προστατευτική διάταξη, σύμφωνα με την οποία πέντε ημέρες μετά την απόλυση ο εργοδότης έχει υποχρέωση να αποσύρει την απόλυση, νοουμένου ότι προβεί σε καταγγελία η επηρεαζόμενη».
Η κ. Πηλαβάκη κάλεσε τις εργαζόμενες να ενημερώνονται και να διεκδικούν τα δικαιώματά τους και να απευθύνονται στην Επιτροπή Ισότητας των Φύλων και στο Υπουργείο Εργασίας για υποστήριξη.
Μητέρες κατά Υπουργείου για κομμένα επιδόματα
Κενά και στρεβλώσεις στη νομοθεσία περί κοινωνικών ασφαλίσεων, που πλήττουν τα δικαιώματα μητέρων, διαπιστώνει η Επίτροπος Διοικήσεως, Ελίζα Σαββίδου, επικρίνοντας το Υπουργείο Εργασίας. Πιο συγκεκριμένα, η Αρχή Ισότητας εξέτασε δύο παράπονα, με τις παραπονούμενες να καταγγέλλουν το Τμήμα Κοινωνικών Υπηρεσιών για αποκοπή μέρους του επιδόματος μητρότητας για διάστημα κατά το οποίο απουσίαζαν από την Κύπρο.
Στην έκθεση (Γενάρης 2017) αναφέρεται ότι η μία καταγγέλλουσα μετά τη γέννηση του παιδιού της στην Κύπρο χρειάστηκε να μεταβεί στο Ισραήλ, για να υποβληθεί το παιδί σε μεγάλη επέμβαση. Μάλιστα, οι απαραίτητες ενέργειες δρομολογήθηκαν από το Υπουργείο Υγείας. Ενώ η μητέρα αγωνιούσε για το νεογέννητό της, οι Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων απέκοψαν το επίδομα τις ημέρες που απουσίαζε προτάσσοντας το άρθρο 61 (2) του νόμου περί κοινωνικών ασφαλίσεων. Άμεση ήταν η αντίδραση της παραπονούμενης, η οποία απηύθυνε επιστολή προς την υπουργό Εργασίας, Ζέτα Αιμιλιανίδου, υποβάλλοντας αίτημα τροποποίησης της νομοθεσίας «ώστε να διορθωθεί η αδικία και να αποφευχθούν παρόμοιες καταστάσεις για άλλες μητέρες».
Η δεύτερη περίπτωση αφορούσε μητέρα με καταγωγή από τρίτη χώρα, η οποία εργάζεται στην Κύπρο εδώ και χρόνια και όταν χρειάστηκε να απουσιάσει στο εξωτερικό τής αποκόπηκε μέρος του επιδόματος μητρότητας.
Η Αρχή Ισότητας απευθύνθηκε προς το Υπουργείο Εργασίας με συστάσεις, υποβάλλοντας αίτημα τερματισμού της εφαρμογής του επίμαχου και καλώντας τις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων όπως καταβάλουν το σύνολο του επιδόματος μητρότητας.