Αθώος απλής δυσφήμισης συμβολαιογράφου, λόγω δικαιολογημένου ενδιαφέροντος, κρίθηκε χθες από το Τριμελές Εφετείο Δωδεκανήσου ο κ. Ιωάννης Κιουπελής, που είχε καταδικαστεί πρωτοδίκως σε ποινή φυλάκισης ενός έτους, με 3ετή αναστολή, διότι είχε καταμηνύσει τον μηνυτή και 3 μάρτυρες που ενεπλάκησαν στη διαδικασία σύνταξης της διαθήκης του αποθανόντος σε ηλικία 93 ετών, στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Γενικού Νοσοκομείου Ρόδου ιδιοκτήτη της εφημερίδας «Πρόοδος» Γεωργίου Διαμαντίδη.
Η πρόεδρος της έδρας με την απαγγελία της ετυμηγορίας του δικαστηρίου, που έκανε δεκτή απαλλακτική εισήγηση της Εισαγγελέως της έδρας, ανέφερε ότι η πράξη του κατηγορούμενου έχει ηθική διάσταση και δεν μπορεί να αξιολογηθεί ποινικά.
Όπως έγραψε η «δημοκρατική», ο συγγενής του εκλιπόντος είχε ισχυριστεί συγκεκριμένα ότι ο ιδιοκτήτης της εφημερίδας, που απεβίωσε την 18η Ιανουαρίου 2007 και ώραν 15.00, συνεπεία καρδιακής ασυστολίας, στη Μονάδα Εντατικής Παρακολουθήσεως Εμφραγμάτων (ΜΕΠΕ) του Γενικού Περιφερειακού Νοσοκομείου Ρόδου, όπου είχε εισαχθεί επειγόντως την 14η Ιανουαρίου 2007 και ενοσηλεύετο, δεν είχε τη δυνατότητα σύνταξης της διαθήκης του, τρεις ώρες πριν το θάνατό του, ενώπιον συμβολαιογράφου και 3 μαρτύρων.
Υποστήριξε μάλιστα ότι στον ασθενή είχαν χορηγηθεί κατασταλτικά και ναρκωτικά φάρμακα και ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε κάτω από την επήρειά τους να είχε πλήρη διαύγεια και να υπαγόρευσε τη διαθήκη του 3 ώρες πριν πεθάνει.
Επιπλέον είχε επικαλεστεί γραφολογική εξέταση πραγματογνώμονα υποστηρίζοντας ότι υπογραφές που είχαν τεθεί στην διαθήκη δεν ήταν του διαθέτη.
Ζήτησε την άσκηση ποινικών διώξεων για παράβαση καθήκοντος, για ψευδή βεβαίωση, για πλαστογραφία, για ηθική αυτουργία στις πράξεις αυτές, αλλά και για το αδίκημα της κακουργηματικής απάτης.
Η μήνυσή του στην πορεία τέθηκε στο αρχείο με διάταξη της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών Ρόδου ως “ψευδής”.
Με την υπ’ αρίθμ. 97/2013 διάταξη κρίθηκε ότι ο θανών είχε διαύγεια, δεν ήταν διασωληνωμένος, η δε φαρμακευτική αγωγή που ελάμβανε τον βοηθούσε στις πνευματικές του λειτουργίες και δεν τον κατέστελλε, όπως ισχυρίζεται ο εγκαλών.
Αλλη γραφολογική πραγματογνωμοσύνη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο γραφικός χαρακτήρας επί της διαθήκης, ανήκει στον διαθέτη, οι όποιες δε διαφορές με το συνήθη γραφικό του χαρακτήρα οφείλονται στην κατάσταση της υγείας του.
Το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε την ως άνω διάταξη οιονεί δεδικασμένο και ο κατηγορούμενος άσκησε έφεση, υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων ότι υπήρξε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ότι δεν συντρέχει αμάχητο τεκμήριο ως προς τα πραγματικά περιστατικά από την ως άνω διάταξη σε ό,τι αφορά την συκοφαντική δυσφήμιση και περαιτέρω ότι η διαθήκη δεν φέρει γνήσια υπογραφή του διαθέτη.
Χθες ενώπιον του δικαστηρίου ο συμβολαιογράφος, καταθέτοντας ως μάρτυρας κατηγορίας υποστήριξε ότι για την σύνταξη της διαθήκης τον είχε ειδοποιήσει ο τότε αντιπεριφερειάρχης κ. Φώτης Χατζηδιάκος. Τόνισε ότι ο ίδιος δεν εγνώριζε τον Διαμαντίδη, δεν ήταν πελάτης του και ότι τους τρείς μάρτυρες τους είχε επιλέξει ο Διαμαντίδης. Επεσήμανε μάλιστα ότι ο λόγος που επέλεξαν τον ίδιο και όχι την σύζυγο του κ. Χατζηδιάκου ήταν διότι ο τελευταίος ήταν στο ίδρυμα Διαμαντίδη και επομένως ήταν τετιμημένος και η σύζυγος του είχε εξ’ αυτού του λόγου κώλυμα.
Όταν μετέβη στο δωμάτιο ο διαθέτης είχε διαύγεια και εκτός των μαρτύρων ήταν εκεί και καρδιολόγος ενώ ετοιμαζόταν να γίνει διακομιδή του στην Αθήνα με αεροσκάφος τύπου C 130.
O συμβολαιογράφος ξεκαθάρισε ότι πριν την σύνταξη της διαθήκης ο κ. Χατζηδιάκος του είχε δώσει ένα φάκελο με συμβόλαια ακινήτων του και λογαριασμούς ενώ ο διαθέτης του είπε επακριβώς πού αφήνει την περιουσία του ενώ συμπλήρωσε ο ίδιος από στοιχεία του φακέλου τα κτηματολογικά στοιχεία των ακινήτων.
Τόνισε μάλιστα ότι η διαθήκη συντάχθηκε μέσα σε 45 λεπτά με μια ώρα.
Ο συμβολαιογράφος ανέφερε στο δικαστήριο ότι ο κατηγορούμενος τον ενέπλεξε στην υπόθεση προκειμένου να αρπάξει την περιουσία του ενώ τον είχε αποκλείσει με την διαθήκη του.
Επεσήμανε μάλιστα ότι αν ο διαθέτης δεν μπορούσε να υπογράψει δεν ήταν αναγκαίο να πλαστογραφηθεί η υπογραφή του, όπως υποστηρίζει ο κατηγορούμενος, διότι αρκεί στις περιπτώσεις αυτές να υπογράψουν μόνο οι μάρτυρες και να καταγραφεί η αδυναμία του διαθέτη σε υπογραφή.
Στην συνέχεια κατέθεσαν ως μάρτυρες κατηγορίας δύο εκ των τριών μαρτύρων της διαθήκης και συγκεκριμένα ένας πρώην διορθωτής και μια πρώην δημοσιογράφος της ίδιας εφημερίδας που αναφέρθηκαν στον τρόπο σύνταξής της υπεραμυνόμενοι της νομιμότητας της διαδικασίας που ακολουθήθηκε.
Ο κατηγορούμενος από την άλλη υποστήριξε ότι είχε ενδείξεις ότι δεν ακολουθήθηκε η νόμιμη διαδικασία και για τον λόγο αυτό άσκησε την μήνυση τονίζοντας ότι ο διαθέτης δεν είχε κανένα λόγο να τον αποκλείσει.
Ως συνήγοροι υπεράσπισης του κατηγορούμενου παρέστησαν οι δικηγόροι κ.κ. Γ. Χαρίτος και Στ. Στεφανίδης και ως συνήγορος πολιτικής αγωγής η δικηγόρος κ. Ελ. Ροδίτη.
Προηγούμενο άρθροΕλεγχος εταιρειών που «μετακόμισαν» σε γειτονικές χώρες