Απόφαση-φωτιά του Αρείου Πάγου κρίνει αντισυνταγματικές τις αναδρομικές περικοπές μισθών στις δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης.
Ρεπορτάζ: Πωλίνα Βασιλοπούλου
Σύμφωνα με την υπ’ αριθμόν 113/2017 απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας «οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης, που αποτελούν ΝΠΙΔ, διεπόμενα από τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, έχουν διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, διαθέτοντας ίδια διοίκηση, ανεξάρτητη ταμειακή υπηρεσία και ιδιαίτερο προϋπολογισμό εσόδων και εξόδων, με βάση τον οποίο γίνεται η οικονομική διαχείρισή τους, ίδια περιουσία και δικούς τους πόρους, ανεξάρτητη και αυτοτελή εσωτερική οργάνωση και λειτουργία με βάση κανονισμούς που συντάσσονται από τα όργανα διοίκησης αυτών, δεν υπάγονται στην κατηγορία των ΟΤΑ, ούτε στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, από τον οποίο αντιθέτως ρητά εξαιρούνται».
Ο Άρειος Πάγος τονίζει στην απόφασή του πως με το άρθρο 1 § 1 του ν. 1069/ 1980 «Περί κινήτρων διά την ίδρυσιν Επιχειρήσεων Υδρεύσεως και Αποχετεύσεως» (Α΄ 191) προβλέφθηκε για την άσκηση των πάσης φύσεως δραστηριοτήτων του κυκλώματος ύδρευσης και αποχέτευσης οικιστικών κέντρων της χώρας (με εξαίρεση τις πόλεις των Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Βόλου και των μειζόνων περιοχών τους), η δυνατότητα της σύστασης σε κάθε δήμο ή κοινότητα ενιαίων επιχειρήσεων ύδρευσης και αποχέτευσης, οι οποίες αποτελούν ίδια νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ) κοινωφελούς χαρακτήρα, διεπόμενα από τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά από τον νόμο, λειτουργούν με τη μορφή δημοτικής ή κοινοτικής επιχείρησης και διέπονται ως προς τη διοίκηση, οργάνωση, εκτέλεση, λειτουργία, συντήρηση των έργων της αρμοδιότητάς τους καθώς και τις πηγές της χρηματοδότησής τους από τις διατάξεις του νόμου αυτού, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα.
Φρένο…
Όπως τονίζεται στην απόφαση που βάζει «φρένο» στις υπέρμετρες μειώσεις αποδοχών της συγκεκριμένης κατηγορίας υπαλλήλων, «η αναστολή της υπερβάλλουσας μείωσης καταλαμβάνει τόσο τους υπαλλήλους του στενού δημόσιου τομέα, στους οποίους η συγκεκριμένη διάταξη της περίπτωσης 12 της υποπαραγράφου Γ 1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 εφαρμοζόταν ευθέως, όσο και τους εργαζομένους των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης και Αποχέτευσης, στους οποίους εφαρμοζόταν έως τις 31-12-2012 αναλόγως (άρθρο 31 παρ. 7 του ν. 4024/2011), ενώ από την 1-1-2013 η ίδια διάταξη εφαρμόζεται ευθέως, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να έχουν υποστεί ήδη τις αντίστοιχες μειώσεις κατά 25% επί των καταβαλλόμενων αποδοχών τους (βλ. Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου – Πρακτικό αυτής της 17ης Γενικής Συνεδρίασης της 24/9/2014). Αντίθετη ερμηνεία, ότι, δηλαδή, λόγω της επέκτασης του ενιαίου μισθολογίου στον ευρύτερο δημόσιο τομέα με τον ν. 4093/2012 οι εργαζόμενοι έπρεπε να υποστούν νέα μείωση αποδοχών μέχρι του ποσοστού 25%, σε σχέση με τις αποδοχές που ελάμβαναν στις 31-12-2012, παρ’ ότι είχαν ήδη υποστεί μείωση αποδοχών μέχρι 25% κατʼ εφαρμογή του ν. 4024/2011, δεν βρίσκει έρεισμα στον νόμο».
Απόλυτη απαγόρευση της αναδρομικότητας στο Σύνταγμα
Το Ανώτατο Δικαστήριο επισημαίνει για την εφαρμογή αναδρομικών μειώσεων πως στον νόμο δεν μπορεί να δοθεί αναδρομική δύναμη ρητά ή σιωπηρά (έμμεσα), όταν, δηλαδή, από την έννοια και τον σκοπό του συνάγεται νομοθετική βούληση περί αναδρομικής ισχύος του, ώστε να ρυθμιστούν και περασμένα γεγονότα ή σχέσεις του παρελθόντος. Εξαιρέσεις από το επιτρεπτό της αναδρομικής ισχύος του νόμου προβλέπονται στα άρθρα 7 παρ. 1 και 78 παρ 2 του Συντάγματος. Από την απόλυτη απαγόρευση στο Σύνταγμα της αναδρομικότητας αυτών των κατηγοριών νόμων συνάγεται ότι στις άλλες περιπτώσεις η αναδρομική ισχύς είναι μεν επιτρεπτή, δεν μπορεί, όμως, να υπερβεί τα όρια που θέτουν τα άρθρα 4 και 17 του Συντάγματος, καθώς και οι υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις των άρθρων 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ και 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, που κυρώθηκαν με το ν.δ. 53/1974.
Ο νομοθέτης δεν μπορεί, σε κάθε περίπτωση, ενόψει των παραπάνω συνταγματικών διατάξεων, με την ευκαιρία τέτοιων αναδρομικών ουσιαστικών ρυθμίσεων, να θεσπίζει απόσβεση των απαιτήσεων που απορρέουν από τις ρυθμίσεις αυτές, εφόσον γιʼ αυτές έχουν εκδοθεί τελεσίδικες αποφάσεις δικαστηρίων ή υπάρχουν εκκρεμείς δίκες ενώπιον του αναιρετικού δικαστηρίου, ούτε μπορεί να καταργεί τις δίκες αυτές, διότι άλλως θα αφαιρείτο η διαφορά από το δικαστήριο, ενώπιον του οποίου είναι εκκρεμής, κατά παράβαση του άρθρου 26 του Συντάγματος, θα παραβιαζόταν η αρχή της τελεσιδικίας των δικαστικών αποφάσεων, καθώς και η αρχή της ισότητας των όπλων που διαθέτουν οι διάδικοι και θα ευνοείτο ο ένας απʼ αυτούς, συνήθως ο φορέας της δημόσιας εξουσίας (Ολ ΣΤΕ 3368/2015, ΑΠ 1127/2006).
Η Άποψη