ΕιρΡοδου 4/2017
ΠΕΡΙΛΗΨΗ: Υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα. Στο νόμο δεν εντάσσεται ο έμπορος ο οποίος περιήλθε σε αδυναμία πληρωμών ενώ είχε ακόμη την εμπορική ιδιότητα. Η ανέκαθεν άνεργη σύζυγος που υπέγραψε διαδοχικά ως εγγυήτρια για δάνεια υπέρ της επιχείρησης του συζύγου της, απέκτησε την εμπορική ιδιότητα καθώς συντηρούνταν από τα εισοδήματα της επιχείρησης αυτής, τελώντας έτσι κατά κύριο επάγγελμα εμπορικές πράξεις εγγύησης. Εξάλλου, στη συγκεκριμένη περίπτωση η παύση των πληρωμών επήλθε κατά το χρονικό διάστημα που τελούσε τέτοιες πράξεις εγγύησης.
Ένσταση ύπαρξης δόλου κατά το χρόνο ανάληψης των χρεών ως προς τη μεταγενέστερη αδυναμία αποπληρωμής τους. Ο ισχυρισμός της αιτούσας ότι δεν είχε δόλο διότι η επιχείρηση του συζύγου της τότε είχε πολλά εισοδήματα, είναι νομικά αδιάφορος καθώς κατά την υπογραφή της εγγύησης είχε παραιτηθεί από την ένσταση της δίζησης και συνεπώς, λόγω της ανεργίας της, γνώριζε ως ενδεχόμενο και αποδέχθηκε την περιέλευση σε αδυναμία πληρωμών ως ευθυνόμενη έναντι της τράπεζας αυτοτελώς και όχι επικουρικά σε σχέση με την επιχείρηση του συζύγου της.
Απορρίπτεται η αίτηση με κύρια αιτιολογία την ύπαρξη εμπορικής ιδιότητας κατά το χρόνο παύσης των πληρωμών και με επάλληλη αιτιολογία την ύπαρξη ενδεχόμενου δόλου κατά το χρόνο παροχής της εγγύησης.
ΑΡΙΘΜΟΣ 4 / 2017
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΡΟΔΟΥ
(Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας)
(Ρύθμιση Οφειλών Υπερχρεωμένων Προσώπων)
Συγκροτήθηκε από τον Δόκιμο Ειρηνοδίκη Παναγιώτη Σίσκο και τον Γραμματέα Τηλέμαχο Χατζηιωαννίδη
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 02-11-2016 για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: ……..κατοίκου ……. Ρόδου που παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου της …………
ΤΩΝ ΜΕΤΕΧΟΥΣΩΝ ΣΤΗ ΔΙΚΗ: 1) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «………..» και τον διακριτικό τίτλο “………..” που εδρεύει στην Αθήνα, οδός ………, νομίμως εκπροσωπουμένης, που δεν παραστάθηκε στη δίκη
2) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «………» με έδρα την Αθήνα…….., νομίμως εκπροσωπουμένης η οποία παραστάθηκε διά της πληρεξουσίας δικηγόρου της ……..
3) Του πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «……….» με έδρα τη Ρόδο, ………, ……, νομίμως εκπροσωπουμένης, που παραστάθηκε διά της πληρεξουσίας δικηγόρου ………
Η αιτούσα με την από …….. και με αριθμό κατάθεσης ……. αίτησή της ζήτησε τα σε αυτή αναφερόμενα. Δικάσιμος για τη συζήτηση της παρούσας ορίστηκε η στην αρχή της παρούσας συνεδρίαση, κατά την οποία ακολούθησε συζήτηση αυτής, όπως σημειώνεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης.
Μετά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου, κατά τη συζήτηση της αίτησης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί . Το Δικαστήριο αφού άκουσε όσα αναφέρθηκαν κατά τη συζήτηση
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
. Από την υπ` αριθμόν …….. έκθεση επιδόσεως της Δικαστικής Επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Ρόδου ………., που προσκομίζει και επικαλείται νόμιμα η αιτούσα, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αίτησης μαζί με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την ανωτέρω αναφερόμενη δικάσιμο επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην «………..». Η τελευταία, όμως, δεν παραστάθηκε κατά τη δικάσιμο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε στη σειρά της από το πινάκιο, και, επομένως, πρέπει να δικαστεί ερήμην, πλην όμως η συζήτηση θα προχωρήσει σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (όπως τούτο συνάγεται από το τελολογικό πνεύμα του Ν.3869/2010, από το ανακριτικό σύστημα της εκουσίας δικαιοδοσίας και από τα άρθρα 754 και 748 παρ. 3 του Κ.Πολ.Δ, όπως αυτά ισχύουν μετά την αντικατάσταση τους από το άρθρο 1 άρθρο έκτο Ν. 4335/2015, ΦΕΚ Α΄87/23.7.2015 και έναρξη ισχύος 1.1.2016).
Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 Ν. 3869/2010 «Φυσικά πρόσωπα που στερούνται πτωχευτικής ικανότητας υπό την έννοια του άρθρου 2 Ν. 3588/2007 και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους, δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο αίτηση για την ρύθμιση των οφειλών τους κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι στο πεδίο του Ν. 3869/2010 δεν υπάγονται φυσικά πρόσωπα που έχουν εμπορική ιδιότητα και περιήλθαν σε παύση των πληρωμών ενόσω ακόμη διατηρούσαν την εμπορική ιδιότητα. Εμπορική πράξη η οποία όταν τελείται κατά κύριο επάγγελμα προσδίδει την εμπορική ιδιότητα, είναι και η παροχή εγγυήσεων. Η εγγύηση προσδίδει την εμπορική ιδιότητα αν δίνεται από τον εγγυητή και με την είσπραξη από αυτόν αμοιβής ή άλλης χρηματικής ωφέλειας ή με οποιονδήποτε άλλο, άμεσο ή έμμεσο οικονομικό όφελος, που αντλείται από το λόγο για τον οποίο δόθηκε η εγγύηση και με την ανάληψη του σχετικού κινδύνου ανεξάρτητα από τον εμπορικό χαρακτήρα της κύριας οφειλής ή την εμπορική ιδιότητα του πρωτοφειλέτη ή του εγγυητή. Εμπορική ιδιότητα αποδίδεται και σε περίπτωση συζύγου η οποία είναι εγγυήτρια υπέρ επιχείρησης του συζύγου ενώ η ίδια δεν έχει κανένα ατομικό εισόδημα και επιβιώνει μέσω των εισοδημάτων της επιχείρησης του συζύγου. Ουσιαστικά δηλαδή ο εγγυητής που εγγυάται για να μπορέσει να ζήσει άμεσα ή έμμεσα διά των αποτελεσμάτων της εγγύησης και βιοπορίζεται απ΄ αυτήν αποκτά την εμπορική ιδιότητα. Αντιθέτως, στον εγγυητή που έχει δικά του αυτοδύναμα εισοδήματα και ζει μέσω αυτών, δεν μπορεί να αναγνωριστεί βιοπορισμός μέσω της εγγύησης και εμπορική ιδιότητα (βλ. Βενιέρη σε Βενιέρη-Κατσά, Εφαρμογή του ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα σελ. 114-116 αρ. 220, 221, 223).
Με την υπό κρίση αίτηση η αιτούσα, επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας, περιέλευση χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της, όπως αυτές αναφέρονται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση και εκθέτοντας την οικογενειακή και περιουσιακή κατάστασή της, ζητεί να γίνει δεκτή αυτή, να επικυρωθεί το περιλαμβανόμενο στην αίτηση σχέδιο διευθέτησης οφειλών ή να τροποποιηθεί αυτό κατά τα οριζόμενα στο άρθ. 7 του Ν. 3869/10, με τη συγκατάθεση των πιστωτών, ώστε να αποκτήσει το σχέδιο ισχύ δικαστικού συμβιβασμού, επικουρικά, να διαταχθεί η ρύθμιση των χρεών της κατ’ αρθρ. 5 παρ. 2 του ίδιου νόμου, να εξαιρεθεί από την εκποίηση το περιγραφόμενο στο δικόγραφο ακίνητο, το οποίο χρησιμεύει ως κύρια κατοικία της, να ρευστοποιηθούν τα υπόλοιπα ακίνητα, να αναγνωριστεί ότι θα απαλλαγεί από το υπόλοιπο της οφειλής της μετά την τήρηση εκ μέρους της δικαστικής ρύθμισης και να συμψηφιστεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.
Με το περιεχόμενο αυτό και αιτήματα η υπό κρίση αίτηση, παραδεκτώς και αρμοδίως φέρεται για συζήτηση στο δικαστήριο αυτό, το οποίο είναι και κατά τόπον αρμόδιο ως το δικαστήριο του τόπου κατοικίας της αιτούσας, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των αρθ. 741 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 3 ν. 3869/2010). Παραδεκτά δε εισάγεται προς συζήτηση μετά την νομότυπη κλήτευση των μετεχουσών πιστωτριών. Η αίτηση, στην οποία περιλαμβάνονται και τα στοιχεία του άρθρου 4 παρ. 1 ν.3869/2010, είναι ορισμένη και νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1,4,5,8, 9 και 11 του ν. 3869/2010 πλην των αιτημάτων περί αναγνώρισης της απαλλαγής από τα χρέη σε περίπτωση τήρησης της δικαστικής ρύθμισης των χρεών διότι το αίτημα αυτό αποτελεί κατ’ άρθρον 11 ν. 3869/2010 αντικείμενο άλλης δίκης που θα ανοιχθεί μετά το χρόνο καταβολής των πληρωμών όπως αυτές θα ρυθμιστούν με την δικαστική απόφαση και του αιτήματος περί συμψηφισμού της δικαστικής δαπάνης διότι σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 6 εδ. β΄ ν. 3869/2010, δεν επιδικάζεται δικαστική δαπάνη. Κατά τα λοιπά πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, εφόσον δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ της αιτούσας και των μετεχουσών στη δίκη.
Περαιτέρω, προϋπόθεση υπαγωγής στο Ν. 3869/2010 είναι και η έλλειψη δόλου ως προς την προαναφερθείσα μόνιμη αδυναμία πληρωμών. Ο δόλος διακρίνεται σε άμεσο και ενδεχόμενο. Άμεσος δόλος υπάρχει όταν το πρόσωπο εν γνώσει της παρανομίας επιδιώκει το αποτέλεσμα ή όταν το προβλέπει ως αναγκαία συνέπεια και το αποδέχεται. Ενδεχόμενος είναι ο δόλος όταν το πρόσωπο προβλέπει ως ενδεχόμενο το αποτέλεσμα της πράξης του και το αποδέχεται (Κουμάνης σε Απ. Γεωργιάδη, ΣΕΑΚ, άρθρο 330, αρ. 14). Η έννοια του δόλου κατευθύνεται στην πρόκληση της μόνιμης αδυναμίας. Δηλαδή στα πλαίσια του Ν.3869/2010 ο οφειλέτης ενεργεί εκ δόλου και υπό τις δύο άνω μορφές, όταν με την εν γένει συμπεριφορά του είτε αρχική (κατά την ανάληψη του χρέους) είτε επιγενόμενη (μετά την ανάληψη του χρέους) συμβάλλει αποφασιστικά στην πρόκληση της μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών χρεών του. (Α. Κρητικός, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, 2016, σελ. 49-53). Η συνεπεία του δόλου μόνιμη αδυναμία του οφειλέτη, δεν είναι αναγκαίο να εμφανισθεί μετά την ανάληψη του χρέους, αλλά μπορεί να υπάρχει και κατά την ανάληψη αυτού, όταν δηλαδή ο οφειλέτης ήδη από την αρχή αναλαμβάνοντας το χρέος γνωρίζει ότι ενόψει των εισοδημάτων του και των εν γένει αναγκών του, δεν μπορεί να το εξυπηρετήσει ή το προβλέπει ως πολύ πιθανό πλην όμως το αποδέχεται (βλ. Ειρην Ιλίου 405/2014, Ειρην Αθην 274/2012, ΕιρΝ 85/2012 και Ειρην Φλ 1/2012). Εξάλλου, από το συνδυασμό των άρθρων 847, 850, 851, 852, 853, 855, 857 ΑΚ προκύπτει ότι η σύμβαση της εγγύησης έχει χαρακτήρα παρεπόμενο σε σχέση με την κύρια οφειλή και επικουρικό. Ο παρεπόμενος χαρακτήρας συνίσταται στο ότι η υποχρέωση του εγγυητή εξαρτάται από τη γένεση, το κύρος, την έκταση, τη δυνατότητα πραγμάτωσης και την απόσβεση της κύριας οφειλής. Το στοιχείο της επικουρικότητας από την άλλη πλευρά συνίσταται στη δυνατότητα να διωχθεί ο εγγυητής μόνον εφόσον διαπιστώνεται αδυναμία ικανοποίησης του δανειστή από την περιουσία του πρωτοφειλέτη (ένσταση δίζησης). Ο παρεπόμενος χαρακτήρας της εγγύησης δεν δύναται να παρακαμφθεί ούτε με σύμβαση (εκτός κι αν τα μέρη συμφωνήσουν ρητά ότι ο οφειλέτης και ο εγγυητής θα ευθύνονται εις ολόκληρον οπότε όμως τότε δεν θα υφίσταται εγγύηση αλλά άλλου είδους ενοχική σχέση). Αντιθέτως, ο επικουρικός χαρακτήρας της εγγύησης δύναται να παρακαμφθεί διά της παραίτησης του εγγυητή από την ένσταση διζήσεως, οπότε τότε ο δανειστής μπορεί να στραφεί ταυτόχρονα ή διαδοχικά κατά του οφειλέτη και του εγγυητή, πλην όμως στην περίπτωση αυτή δεν δημιουργείται παθητική εις ολόκληρον ενοχή αλλά η εγγύηση διατηρεί τον παρεπόμενο χαρακτήρα της σε σχέση με την κύρια οφειλή (εξάρτηση της εγγύησης από τη γένεση, το κύρος, της έκταση κλπ. της κύριας οφειλής. (βλ. Καραγκουνίδη σε Απ. Γεωργιάδη ΣΕΑΚ, Ι, Εισαγ Παρατ. άρθρα 847-870 ΑΚ αρ. 6-11, άρθρο 855 αρ. 1-2, άρθρο 857 αρ. 2-3).
Περαιτέρω, η …….. προβάλλει την ένσταση ύπαρξης δόλου στο πρόσωπο της αιτούσας. Η ένσταση αυτή κρίνεται παραδεκτή, στηρίζεται δε στο άρθρο 1 ν. 3869/2010 και ως εκ τούτου είναι και νόμιμη και πρέπει περαιτέρω να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική βασιμότητα.
Από την εξέταση της μάρτυρος που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά της δίκης, από όλα τα προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από τους διαδίκους έγγραφα, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, απ’ όσα οι ίδιοι οι διάδικοι ρητώς ή εμμέσως συνομολογούν, από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο και χωρίς απόδειξη, από την αυτεπάγγελτη έρευνα γεγονότων (744 ΚΠολΔ) και από τη διαδικασία γενικότερα, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η αιτούσα γεννήθηκε το έτος ……. είναι παντρεμένη με τον ……. και από το γάμο τους απέκτησαν δύο τέκνα, ήδη ενήλικα. Η αιτούσα δεν είχε ποτέ κατά κάποιο ατομικό εισόδημα προς συντήρησή της αλλά συντηρούνταν στα πλαίσια της οικογένειας από τα χρήματα που αποκόμιζε ως εισόδημα ο σύζυγός της από τη λειτουργία της επιχείρησης «……..» με αντικείμενο ……… Η αιτούσα έλαβε από τις πιστώτριες τράπεζες χρηματικά ποσά συνάπτοντας δανειακές συμβάσεις. Ειδικότερα, η αιτούσα οφείλει προς την ……. το ποσό των 7.162,98 ευρώ μετά από σύναψη της υπ΄ αριθμ. ………σύμβασης πιστωτικής κάρτας. Οφείλει προς την …… το ποσό των 56.842,64 ευρώ από το υπ’ αριθμ. ……επιχειρηματικό δάνειο στα πλαίσια του οποίου υπέγραψε ως εγγυήτρια. Οφείλει προς την ………. το ποσό των 2.481.940,23 ευρώ από επιχειρηματικά δάνεια στα πλαίσια των οποίων υπέγραψε ως εγγυήτρια. Ειδικότερα, την …….. η αιτούσα εγγυήθηκε υπέρ του ……… για έντοκο δάνειο το οποίο αυτός έλαβε από την ……… ύψους 100.000 ευρώ, διάρκειας 180 μηνών, εξοφλητέου σε 180 μήνες. Την ………… η αιτούσα εγγυήθηκε υπέρ της «……..» προς την ………. για έντοκο δάνειο ποσού 120.000 ευρώ . Οι τόκοι θα λογίζονταν στις 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου κάθε χρόνου, προθεσμίες στις οποίες θα έπρεπε να πληρωθούν, και ο λογαριασμός θα έκλεινε περιοδικά ανά εξάμηνο σύμφωνα με το άρθρο 112 ΕισΝΑΚ. Συμφωνήθηκε ότι θα γίνεται χρήση της πίστωσης είτε ολόκληρης είτε τμηματικά και επίσης ότι ο συνεταίρος είναι υποχρεωμένος να επιστρέφει στην Τράπεζα τα ποσά που λαμβάνει κάθε φορά με βάση την πίστωση αυτή, μέσα στις προθεσμίες που ορίζονται κάθε φορά με αποφάσεις της …………. οι οποίες συμφωνήθηκε ότι θα βρίσκονται πάντοτε μέσα στα όρια των γενικών ή ειδικών αποφάσεων των Νομισματικών Αρχών ή άλλων αρμόδιων οργάνων. Την ………., η αιτούσα εγγυήθηκε υπέρ της ……….» προς την …….. για έντοκο δάνειο ποσού 84.000 ευρώ . Οι τόκοι θα λογίζονταν στις 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου κάθε χρόνου, προθεσμίες στις οποίες θα έπρεπε να πληρωθούν, και ο λογαριασμός θα έκλεινε περιοδικά ανά εξάμηνο σύμφωνα με το άρθρο 112 ΕισΝΑΚ. Συμφωνήθηκε ότι θα γίνεται χρήση της πίστωσης είτε ολόκληρης είτε τμηματικά και επίσης ότι ο συνεταίρος είναι υποχρεωμένος να επιστρέφει στην Τράπεζα τα ποσά που λαμβάνει κάθε φορά με βάση την πίστωση αυτή, μέσα στις προθεσμίες που ορίζονται κάθε φορά με αποφάσεις της ……. οι οποίες συμφωνήθηκε ότι θα βρίσκονται πάντοτε μέσα στα όρια των γενικών ή ειδικών αποφάσεων των Νομισματικών Αρχών ή άλλων αρμόδιων οργάνων. Την …………. η αιτούσα εγγυήθηκε υπέρ της «……..» προς την ………για έντοκο δάνειο ποσού 48.000 ευρώ . Οι τόκοι θα λογίζονταν στις 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου κάθε χρόνου, προθεσμίες στις οποίες θα έπρεπε να πληρωθούν, και ο λογαριασμός θα έκλεινε περιοδικά ανά εξάμηνο σύμφωνα με το άρθρο 112 ΕισΝΑΚ. Συμφωνήθηκε ότι θα γίνεται χρήση της πίστωσης είτε ολόκληρης είτε τμηματικά και επίσης ότι ο συνεταίρος είναι υποχρεωμένος να επιστρέφει στην Τράπεζα τα ποσά που λαμβάνει κάθε φορά με βάση την πίστωση αυτή, μέσα στις προθεσμίες που ορίζονται κάθε φορά με αποφάσεις της ….. οι οποίες συμφωνήθηκε ότι θα βρίσκονται πάντοτε μέσα στα όρια των γενικών ή ειδικών αποφάσεων των Νομισματικών Αρχών ή άλλων αρμόδιων οργάνων. Περαιτέρω, την …….. έλαβε χώρα η υπ’ αριθμ. ……. σύμβαση αύξησης πίστωσης ανοιχτού (αλληλόχρεου) λογαριασμού με την οποία συμφωνήθηκε ότι πλέον το συνολικό ποσό της πίστωσης θα ανερχόταν στα 1.638.000 ευρώ. Την ……… έλαβε χώρα η υπ’ αριθμ. ……. σύμβαση αύξησης πίστωσης ανοιχτού (αλληλόχρεου) λογαριασμού με την οποία συμφωνήθηκε ότι πλέον το συνολικό ποσό της πίστωσης θα ανερχόταν στα 1.758.000 ευρώ. Περαιτέρω, η αιτούσα έπαυσε της πληρωμές της περί τα μέσα του έτους 2009.
Επειδή η αιτούσα αφενός υπέγραψε ως εγγυήτρια στις συμβάσεις υπέρ της επιχείρησης του συζύγου της ήτοι υπέρ της ……. αφετέρου δεν είχε ποτέ ατομικό εισόδημα αλλά ανέκαθεν ασχολείτο με τα οικιακά και ως εκ τούτου συντηρούνταν από τα εισοδήματα του συζύγου της τα οποία προέρχονταν από την ως άνω επιχείρηση, είχε έμμεσο όφελος από την υπογραφή των ως άνω εγγυήσεων, διενεργώντας έτσι κατά κύριο επάγγελμα ως εμπορικές πράξεις την παροχή εγγυήσεων και αποκτώντας έτσι την εμπορική ιδιότητα
Επειδή η αιτούσα κατά το χρονικό διάστημα που προέβαινε σε παροχή εγγυήσεων ήτοι μέχρι και ……….. του έτους 2009 είχε την εμπορική ιδιότητα, ενώ έπαυσε τις πληρωμές της περί τα μέσα του έτους 2009, έτσι ώστε η παύση των πληρωμών να προηγείται της παύσης της εμπορικής ιδιότητας, η αιτούσα δεν δύναται να υπαχθεί στις διατάξεις του άρθρου 1 Ν. 3869/2010 ως πρόσωπο που κατά την παύση των πληρωμών είχε την εμπορική ιδιότητα
Επειδή με επιτρεπτή επάλληλη αιτιολογία (βλ. ΑΠ 951/2015 ΤΝΠ ΔΣΑ και ΑΠ 481/2005 Δ 2005, 1207) πρέπει να αναφερθεί ότι η αιτούσα κατά το χρόνο σύναψης των δανειακών συμβάσεων και παροχής των εγγυήσεων γνώριζε ως ενδεχόμενο και αποδέχθηκε το γεγονός της μη δυνατότητας αποπληρωμής των δανειακών συμβάσεων καθώς το ατομικό εισόδημά της ήταν μηδενικό κατά το χρόνο σύναψης των συμβάσεων και δεν υπήρχε προοπτική αύξησης αυτού. Ο δε επικαλούμενος ισχυρισμός ότι η παροχή των εγγυήσεων έγινε εν όψει των αυξημένων εισοδημάτων της επιχείρησης …….. (δηλαδή του πρωτοφειλέτη) δεν έχει νομική σημασία διότι η αιτούσα κατά την υπογραφή όλων των εγγυήσεων είχε παραιτηθεί του δικαιώματος διζήσεως. Ως εκ τούτου, οι εγγυήσεις που είχε παράσχει δεν είχαν επικουρικό χαρακτήρα σε σχέση με την κύρια οφειλή αλλά η πιστώτρια τράπεζα είχε τη δυνατότητα να στραφεί εναντίον της χωρίς προηγουμένως να έπρεπε να στραφεί και κατά του πρωτοφειλέτη ήτοι της ……… Επομένως, η αίτηση τυγχάνει απορριπτέα και για τον λόγο ότι θα πρέπει να γίνει δεκτή ως κατ’ ουσία βάσιμη η ένσταση για την ύπαρξη ενδεχόμενου δόλου στο πρόσωπο της αιτούσας κατά το χρόνο σύναψης των δανειακών συμβάσεων και παροχής των εγγυήσεων.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της 1ης των καθ’ ων και κατ’ αντιμωλία των λοιπών διαδίκων την αίτηση
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση
ΚΡΙΘΗΚΕ, ΑΠΟΦΑΣΙΣΘΗΚΕ και ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στην Ρόδο στο ακροατήριο του στις 7-2-2017, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Ο ΔΟΚΙΜΟΣ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ