Με κόλπα «σβήνουν» τα ίχνη τους από τις τράπεζες μικρομεσαίοι επιχειρηματίες, πότε αλλάζοντας την επωνυμία της εταιρείας τους και πότε αλλάζοντας διεύθυνση. Και… ξεχνούν να ενημερώσουν τις τράπεζες για τα νέα στοιχεία τους.
Το ποσοστό τους υπολογίζεται στο 18% με 20% των δανειοληπτών με «κόκκινα» επιχειρηματικά δάνεια και αντιστοιχεί σε περίπου 75.000-80.000 δάνεια.
Οι τράπεζες για να τους εντοπίσουν χρειάστηκε να ζητήσουν τη συνδρομή δικηγορικών γραφείων που ασχολούνται με θέματα αθέτησης πληρωμών και με αρκετή καθυστέρηση, καθώς ήταν η διαδικασία να ταυτοποιήσουν πόσοι άλλαξαν επωνυμία και ποιοι διεύθυνση ήταν χρονοβόρα. Για τους δανειολήπτες αυτούς οι λύσεις είναι δύο ή θα συμφωνήσουν σε ρυθμίσεις των δανείων τους ή θα ακολουθηθούν διαδικασίες ρευστοποίησης των εγγυήσεων των δανείων τους.
«Ακολουθούν τη μέθοδο του ”στρίβειν διά του αρραβώνος”. Αλλάζουν, για παράδειγμα, όνομα στην εταιρεία και δεν ενημερώνουν την τράπεζα, ή αλλάζουν τηλέφωνα και διευθύνσεις», λέει στο «Εθνος» στέλεχος συστημικής τράπεζας, επιφορτισμένο με τη διαχείριση καθυστερούμενων οφειλών, και σύμφωνα με την ίδια πηγή το πρόβλημα αυτό εντοπίζεται σε περίπου 80.000 δανειακές συμβάσεις. Να σημειωθεί ότι ο αριθμός των φυσικών προσώπων με τέτοιου είδους δάνεια είναι μικρότερος, καθώς πολλοί έχουν συνάψει περισσότερες από 1 δανειακές συμβάσεις και με διαφορετικές τράπεζες.
Στόχοι
Οι «εξαφανισμένοι» δανειολήπτες, είτε πρόκειται για οφειλέτες επιχειρηματικών οφειλών είτε καταναλωτικών δανείων και πιστωτικών καρτών, αποτελεί μείζον θέμα για τις τράπεζες, οι οποίες έχουν μπροστά τους συγκεκριμένους στόχους για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, που θα πρέπει να ικανοποιηθούν μέχρι το τέλος του 2019.
Ο αριθμός των στρατηγικά κακοπληρωτών -που συνεχώς αυξάνεται- υπολογίζεται στις 80.000 δανειολήπτες, οι οποίοι, αν και μπορούν, συστηματικά δεν πληρώνουν. Η αναλογία είναι 50% δανειολήπτες στεγαστικών- καταναλωτικών και 50% δανειολήπτες επιχειρηματικών χορηγήσεων. Υπάρχει παράλληλα ένα σημαντικό ποσοστό δανειοληπτών, οι οποίοι λόγω μείωσης των εισοδημάτων τους σταμάτησαν να εξυπηρετούν τις δόσεις των δανείων τους, προκειμένου να διατηρήσουν το ίδιο επίπεδο διαβίωσης (με την προ κρίσης περίοδο).
Σημειώνουμε ότι, σύμφωνα με μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος, μεγάλο μερίδιο ευθύνης στη συνεχή επιδείνωση των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών τα τελευταία χρόνια φέρουν οι στρατηγικοί κακοπληρωτές και μάλιστα η 1στις 6 επιχειρήσεις ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Αυτό προκύπτει από τη μελέτη δείγματος περίπου 13 χιλιάδων επιχειρήσεων με υπόλοιπα δανείων ύψους άνω του 1 εκατ. ευρώ για την περίοδο 2010-2015. Συγκριτικά μεγαλύτερο ποσοστό στρατηγικών κακοπληρωτών εμφανίζεται σε κλάδους που σχετίζονται με τις κατασκευές και την αγορά ακινήτων αλλά και σε εκείνους της βιομηχανίας, των πληροφοριών και επικοινωνιών, καθώς και των διοικητικών και υποστηρικτικών υπηρεσιών.
Σύμφωνα με την ΤτΕ, οι μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις έχουν 30% μεγαλύτερη πιθανότητα από τις μικρού ή μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις να γίνουν στρατηγικοί κακοπληρωτές. Οι επιχειρήσεις που εμφανίζουν υψηλή κερδοφορία έχουν 62% αυξημένη πιθανότητα στρατηγικής αθέτησης των δανειακών τους υποχρεώσεων.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι στα επιχειρηματικά δάνεια ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση προς το σύνολο των δανείων εκτοξεύθηκε από επίπεδα κάτω του 10% μέχρι και το 2010 σε 31,1% στο τέλος του 2015. Στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2016 το αντίστοιχο ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών ανοιγμάτων διαμορφώθηκε σε 44,7%.
Ανοίγματα
Τα δάνεια προς τις επιχειρήσεις το α’ εξάμηνο του 2016 ήταν ύψους 145,5 δισ. ευρώ και αποτελούσαν το 60,6% της συνολικής χρηματοδότησης των ελληνικών εμπορικών τραπεζών. Ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο επηρεάζεται κυρίως από το υψηλό ποσοστό στην κατηγορία των μικρομεσαίων (59,9%) και των πολύ μικρών επιχειρήσεων (67,2%).
Τα τραπεζικά στελέχη υπολογίζουν ότι στο «κόκκινο» είναι περισσότερα από 2,7 εκατομμύρια δάνεια με συνολικές οφειλές σχεδόν 98,5 δισ. ευρώ, ενώ αν μετρηθούν και τα δάνεια που βρίσκονται σε καθυστέρηση μικρότερη των 90 ημερών ο αριθμός ξεπερνά τα 3,2 εκατομμύρια δάνεια, με τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα να διαμορφώνονται στα 108 δισ. ευρώ.