Νόμιμα περιέρχεται στον Τομέα Πρόνοιας Ορθόδοξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδας του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων, το 50% των ακαθάριστων εσόδων από τα παγκάρια παρεκκλησίων και εξωκκλησίων
Το 50% των ακαθαρίστων εσόδων από τα παγκάρια των παρεκκλησίων και των εξωκκλησίων συνταγματικά και νόμιμα, αλλά και εντός του πλαισίου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ,) περιέρχονται στον (κλάδο) Τομέα Πρόνοιας Ορθοδόξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδος (ΤΠΟΕΚΕ) του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΠΔΥ), αποφάνθηκε το Α΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Παράλληλα, οι σύμβουλοι Επικρατείας με την υπ΄ αριθμ. 781/2017 απόφασή τους (πρόεδρος ο Νικόλαος Σακελλαρίου και εισηγητής η πάρεδρος Θεοδώρα Ζιάμου), απέρριψαν την αίτηση της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών και των Ιερών Μητροπόλεων Ηλείας, Χαλκίδας και Γλυφάδας.
Η Αρχιεπισκοπή Αθηνών και οι τρεις Μητροπόλεις ζητούσαν να ακυρωθεί η από 9.7.2009 απόφαση του υπουργού Απασχόλησης (εκδόθηκε κατ΄ επιταγή του νόμου 3607/2007) με την οποία καθορίστηκε το ποσοστό επί των ετησίων ακαθαρίστων εσόδων των ιερών παρεκκλησίων και των εξωκκλησίων που περιέρχεται στον ΤΠΟΕΚΕ του ΤΠΔΥ για την καταβολή εφάπαξ βοηθήματος στους ασφαλισμένους του κληρικούς οι οποίοι συνταξιοδοτούνται λόγω γήρατος ή οριστικής αναπηρίας.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας απέρριψαν ως αβάσιμους όλους του ισχυρισμούς των προσφευγόντων και αποφάνθηκαν ότι η επίμαχη υπουργική απόφαση δεν παραβιάζεται καμία συνταγματική διάταξη, αλλά και σωστά δεν εκδόθηκε Προεδρικό Διάταγμα για τον καθορισμό του ποσοστού (50%), αλλά υπουργική απόφαση.
Η Αρχιεπισκοπή Αθηνών, κ.λπ. υποστήριζαν ότι παραβιάζεται η συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, όπως παραβιάστηκαν και τα άρθρα 43 (έκδοση Π.Δ. και όχι υπουργική απόφαση), 17 (προστασία της περιουσίας), 13 (ελευθερία θρησκευτικής συνείδησης) και 4 (ισότητα συνεισφοράς στα δημόσια βάρη, κ.λπ.), όπως και το άρθρο 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ που προστατεύει την περιουσία.
Ενδεικτικά, η Αρχιεπισκοπή, κ.λπ. υποστήριζαν ότι με την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση θεσπίζεται κατά παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως των θρησκευτικών κοινοτήτων στη χώρα (άρθρα 4 και 13 του Συντάγματος, όπως και άρθρα 9 και 11 της ΕΣΔΑ), κατά το σκέλος εκείνο όπου οι άλλες ετερόδοξες και ετερόθρησκες θρησκευτικές κοινότητες που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα και ως εργοδότες απασχολούν και οφείλουν ασφαλιστικές εισφορές πρόνοιας ή αποδίδουν κρατήσεις για τη χορήγηση εφάπαξ βοηθήματος στους θρησκευτικούς λειτουργούς τους, δεν επιβαρύνονται με επιπλέον κράτηση επί των ακαθαρίστων εσόδων τους.
Όμως, οι σύμβουλοι Επικρατείας απέρριψαν ως αβάσιμο τον ισχυρισμό αυτό περί παραβιάσεως των εν λόγω Συνταγματικών διατάξεων, με το σκεπτικό ότι «κατά την επιβολή εισφοράς για τους σκοπούς της κοινωνικής ασφάλισης, ο νομοθέτης διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια και δεν δεσμεύεται από την αρχή της ισότητας για την επιλογή εκείνων των νομικών προσώπων που θα βαρύνει η επιβαλλόμενη εισφορά, εφόσον η επιλογή του αυτή δικαιολογείται από λόγους δημοσίου συμφέροντος, ενεργείται με βάση γενικά και αντικειμενικά δεδομένα και δεν καταργεί εν τοις πράγμασι τη δυνατότητά τους να εκπληρώνουν τους σκοπούς τους οποίους επιδιώκουν».
Εξάλλου, συνεχίσει το ΣτΕ, η επιβολή της επίμαχης εισφοράς «δεν αποτελεί παρά συνέχιση της μακράς παράδοσης συμβολής των Ιερών παρεκκλησίων και εξωκκλησίων στο σχηματισμό κεφαλαίου για την καταβολή εφάπαξ βοηθήματος στους κληρικούς, ανεξαρτήτως των λοιπών επιβαρύνσεων τόσο των ίδιων όσο και των λοιπών ενοριακών και μη ναών».
Τέλος, επισημαίνουν οι σύμβουλοι Επικρατείας ότι η αναγκαιότητα του μέτρου της συνεισφοράς του 50% των ακαθαρίστων εσόδων παρεκκλησίων και των εξωκκλησίων «αιτιολογείται από το νομοθέτη με βάση τον κίνδυνο διακοπής καταβολής του εφάπαξ λόγω της αδυναμίας στην οποία έχει περιέλθει το Ταμείο (ΤΠΔΥ)».