Σύμφωνα με το Π.Δ. 176/97 (δείτε εδώ το ΦΕΚ) η έγκυος εργαζόμενη απαλλάσσεται από την εργασία χωρίς περικοπή αποδοχών, για να υποβληθεί σε εξετάσεις προγεννητικού ελέγχου, εφόσον οι εξετάσεις αυτές πρέπει να γίνουν κατά το χρόνο εργασίας της.
Για την εφαρμογή του παρόντος διατάγματος, νοείται ως:
“α. Εγκυος εργαζόμενη: Κάθε εργαζόμενη γυναίκα που βρίσκεται σε κατάσταση
εγκυμοσύνης και έχει πληροφορήσει τον εργοδότη της για την κατάστασή της εφ`
όσον τούτο απαιτείται για τη λήψη θετικού μέτρου υπέρ της εγκύου.
β. Λεχώνα εργαζόμενη: Κάθε εργαζόμενη γυναίκα που διανύει το στάδιο μετά τον
τοκετό, για χρονικό διάστημα μέχρι δύο μηνών και έχει πληροφορήσει τον
εργοδότη της για την κατάστασή της εφ` όσον τούτο απαιτείται για τη λήψη
θετικού μέτρου υπέρ της λεχώνας.
γ. Γαλουχούσα εργαζόμενη: Κάθε εργαζόμενη γυναίκα που γαλουχεί για χρονικό
διάστημα μέχρι ένα έτος από τον τοκετό και έχει πληροφορήσει σχετικά τον
εργοδότη της εφ` όσον τούτο απαιτείται για τη λήψη θετικού μέτρου υπέρ της
γαλουχούσας.”
Η προστασία από απόλυση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και της άδειας μητρότητας είναι εγγυημένη βάσει του Νόμου περί Προστασίας της Μητρότητας. Όταν η φύση της εργασίας περιλαμβάνει τυχόν αναπόφευκτους κινδύνους, η εργαζόμενη έγκυος γυναίκα πρέπει να μεταφερθεί σε άλλη θέση εργασίας. Όταν η μετακίνηση σε άλλη κατάλληλη θέση εργασίας δεν είναι δυνατή, η γυναίκα μισθωτή δικαιούται να απουσιάσει από την εργασία για όσο διάστημα είναι απαραίτητο, με την επιφύλαξη των αποδοχών της. Ο εργοδότης έχει παρόμοιες υποχρεώσεις στην περίπτωση της νυκτερινής εργασίας, και υπόκειται στην προσκόμιση του σχετικού ιατρικού πιστοποιητικού.
Σύμφωνα με το Νόμο περί Ίσης Μεταχείρισης, μια γυναίκα που έχει λάβει άδεια μητρότητας, δικαιούται μετά τη λήξη της περιόδου της άδειας, να επιστρέψει στην εργασία της ή σε ανάλογη θέση με όρους και συνθήκες όχι λιγότερο ευνοϊκούς για αυτήν και να επωφεληθεί από οποιαδήποτε βελτίωση των συνθηκών εργασίας, την οποία θα δικαιούταν κατά την απουσία της.