Στη σημαντικότερη μέχρι σήμερα απόφαση της θητείας του στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής προχώρησε ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος διέταξε την εκτόξευση, ξημερώματα της Παρασκευής, αμερικανικών πυραύλων Τόμαχοκ εναντίον συριακής αεροπορικής βάσης.
Η Ουάσιγκτον διατείνεται ότι από τη συγκεκριμένη βάση εξαπολύθηκε η επίθεση με χημικά όπλα του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Ασαντ εναντίον αμάχων, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν τουλάχιστον 70 άνθρωποι, ανάμεσά τους και παιδιά. Ηταν η πρώτη απευθείας αμερικανική επίθεση εναντίον της συριακής κυβέρνησης κατά τα τελευταία έξι χρόνια του εμφυλίου πολέμου στη χώρα, μια ενέργεια στην οποία απέφυγε να προβεί ο προκάτοχος του Τραμπ, Μπαράκ Ομπάμα, ακόμη και όταν ο Ασαντ υπερέβη την «κόκκινη γραμμή» της χρήσης χημικών όπλων το 2013. Η αμερικανική επιδρομή φέρνει τις ΗΠΑ σε αντιπαράθεση με τη Ρωσία, της οποίας στρατιωτικοί εμπειρογνώμονες βοηθούν τον στενό σύμμαχο της Μόσχας, Ασαντ.
«Χρόνια προηγούμενων προσπαθειών προκειμένου να αλλάξει η συμπεριφορά του Ασαντ απέτυχαν με δραματικό τρόπο», δήλωσε ο Τραμπ καθώς ανακοίνωνε την επίθεση από το θέρετρο Μαρ-α-Λάγκο στη Φλόριντα, όπου επρόκειτο να συναντηθεί με τον Κινέζο ομόλογό του Σι Τζινπίνγκ. «Ακόμη και όμορφα μωρά δολοφονήθηκαν άγρια σε αυτή τη βάρβαρη επίθεση», πρόσθεσε. «Κανένα παιδί του Θεού δεν πρέπει να υποφέρει τέτοια φρίκη».
Η ταχεία αντίδραση της Ουάσιγκτον είναι πιθανό να ερμηνευτεί όχι μόνο ως μήνυμα προς τη Ρωσία αλλά και προς άλλες χώρες, όπως η Βόρειος Κορέα, η Κίνα και το Ιράν. Ο συριακός στρατός ανέφερε ότι η αμερικανική επίθεση στοίχισε τη ζωή σε έξι άτομα στην αεροπορική βάση κοντά στην πόλη Χομς. Χαρακτήρισε την επιδρομή ευθεία επίθεση και κατηγόρησε τις ΗΠΑ ότι γίνονται συνεργοί τρομοκρατικών οργανώσεων, συμπεριλαμβανομένου του Ισλαμικού Κράτους. Από την πλευρά του, εκπρόσωπος του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν δήλωσε ότι η επίθεση πλήττει τις σχέσεις μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας. Πρόκειται για «επιθετική ενέργεια εναντίον κυρίαρχου κράτους» με κατασκευασμένο πρόσχημα, είπε χαρακτηριστικά ο Ντμίτρι Πεσκόφ. Στο μεταξύ, η ρωσική τηλεόραση έδειξε κρατήρες και συντρίμμια στο σημείο της αεροπορικής βάσης και ανακοίνωσε ότι εννέα αεροσκάφη καταστράφηκαν.
Πάντως Αμερικανοί αξιωματούχοι διευκρίνιζαν ότι προειδοποίησαν πριν την επιδρομή τις ρωσικές δυνάμεις και απέφυγαν να πλήξουν τμήματα της βάσης, όπου υπήρχαν Ρώσοι, ώστε να διασφαλίσουν ότι δεν θα υπάρξουν θύματα μεταξύ τους. Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν χαιρέτισε την επίθεση από τις ΗΠΑ εναντίον αεροπορικής βάσης στη Συρία ως θετική εξέλιξη, αλλά δήλωσε πως δεν είναι αρκετή από μόνη της και πως χρειάζεται να γίνουν «σοβαρά βήματα» για να προστατευθεί ο συριακός λαός. «Τη θεωρούμε ένα θετικό και συγκεκριμένο βήμα που έγινε εναντίον των εγκλημάτων πολέμου του καθεστώτος Ασαντ. Είναι αρκετό; Δεν το βρίσκω αρκετό. Είναι καιρός να προχωρήσουμε σε σοβαρά βήματα για την προστασία του αθώου συριακού λαού», δήλωσε ο Ερντογάν μιλώντας σε συγκέντρωση στη νότια επαρχία Χατάι.
Στο εσωτερικό των ΗΠΑ η ενέργεια του Τραμπ ενίσχυσε την εικόνα του, αφού απέσπασε διακομματική συναίνεση. Ενστάσεις για τη μη ενημέρωση του Κογκρέσου διατύπωσε ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Τιμ Κέιν. Επαινετικός για την «αποκατάσταση του κύρους» της Αμερικής εμφανίστηκε ο γερουσιαστής Τζον Μακέιν, ο οποίος έχει επανειλημμένως μέχρι σήμερα εκφράσει διαφωνίες με την πολιτική Τραμπ. Εσπευσε, ωστόσο, να προειδοποιήσει τον πρόεδρο ότι θα χρειαστούν περαιτέρω ενέργειες. Τέλος ο Μαρκ Ρούμπιο, ο οποίος ήταν εσωκομματικός αντίπαλος του Τραμπ στις προκριματικές εκλογές για το χρίσμα, είπε ότι πρέπει να υπάρξουν συνεργασία και διαβουλεύσεις με σουνιτικές κυβερνήσεις, προκειμένου να εξευρεθεί μια εναλλακτική κυβέρνηση στη Συρία. Κατά τη γνώμη του, ο Τραμπ έπρεπε να στραφεί στη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Τουρκία για να συζητηθούν ο τρόπος αποπομπής του Ασαντ και η δημιουργία νέου καθεστώτος.