Με την υπ’ αρίθμ. 153/2017 απόφαση «βόμβα» του Αρείου Πάγου, η οποία παράγει δεδικασμένο, αναλύοντας και ερμηνεύοντας το στοιχείο του δόλου στο Ν. 3869/2010 (νόμο περί υπερχρεωμένων νοικοκυριών – Κατσέλη), αναιρέθηκε η υπ’ αρίθμ. 95/2014 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, με την οποία επιτεύχθηκε εξωφρενικά μεγάλο «κούρεμα» των χρεών μιας εκπαιδευτικού της Ρόδου!!
Κατά της πρωτοδίκου αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Ρόδου είχε ασκηθεί έφεση από τον Εισαγγελέα Εφετών Δωδεκανήσου κ. Γεώργιο Κτιστάκη, δια της τότε Αντεισαγγελέως Πλημμελειοδικών Ρόδου κ. Αιμιλίας – Σοφίας Μέρη, ενώ η υπόθεση είχε προσλάβει πανελλήνια δημοσιότητα.
Η Εφεση του Εισαγγελικού Λειτουργού, δεν αποτελούσε μάλιστα μια τυπική δικαστική πράξη. Γινόταν ευθέως αναφορά για «ψηφοθηρικό λαϊκισμό του νόμου 3689/2010», ενώ ταυτόχρονα επιχειρηματολογούσε για να αποδείξει ότι τα χρέη που διαγράφονται από υπερχρεωμένα νοικοκυριά έρχονται στην πορεία να επιβαρύνουν όλους εμάς με τα μέτρα που προτείνει – επιβάλλει η Τριμερής (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο), είτε με την αύξηση φορολογικών βαρών, είτε με την οριζόντια μείωση μισθών και συντάξεων!!
Ο Εισαγγελικός λειτουργός είχε αφιερώσει ειδικό κεφάλαιο στην Έφεσή του για το ζήτημα του δικαστικού ελέγχου της συνταγματικότητας του συγκεκριμένου νόμου θέτοντας μάλιστα και το ερώτημα μέχρι που μπορεί να φτάσει το Δικαστήριο ώστε να μην υπεισέλθει στη νομοθετική εξουσία…
«Νομίζουμε ότι είναι σαφές πως το Δικαστήριο που προβαίνει σε έλεγχο της συνταγματικότητας του νόμου θα ενεργήσει σύμφωνα με την αρχή της ισότητας των Ελλήνων και Ελληνίδων απέναντι στο Νόμο και θα εκφέρει γνώμη για το αν παραβιάζει την ισότητα -διότι είναι στενότερος των ορίων της, ή διότι είναι ευρύτερος αυτών- ή όχι. Τέλος, τα ανωτέρω δεν σημαίνουν ότι θα οδηγήσουν σε Κράτος των Δικαστών, το οποίο θα υπερκεράσει -αγνοώντας την- τη νομοθετική εξουσία και το δικαίωμα της κυβέρνησης που στηρίζεται στην πλειοψηφία της Βουλής, να νομοθετεί. Απλά υποδηλώνουν την αρεστή ή μη αρεστή, πλην όμως κατ’ εφαρμογή του Συντάγματος άσκηση του δικαιώματος ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων από τα δικαστήρια. Εφόσον δεν έχει συσταθεί Συνταγματικό Δικαστήριο όλα τα Δικαστήρια μπορούν να ασκήσουν τον έλεγχο αυτό».
Ο Εισαγγελικός λειτουργός επιδιώκοντας εισαγωγικά να ερμηνεύσει τους σκοπούς του νόμου για τη ρύθμιση των χρεών υπερχρεωμένων νοικοκυριών τονίζει ότι στόχος είναι «η επανένταξη του υπερχρεωμένου, στην οικονομική και κοινωνική ζωή με την επανάκτηση οικονομικής ελευθερίας που συνεπάγεται η εξάλειψη των χρεών που αδυνατεί να αποπληρώσει».
Αναφερόμενος στο πραγματικό μέρος της επίδικης υπόθεσης, της διαγραφής δηλαδή οφειλών ύψους μισού εκατ. ευρώ περίπου μιας εκπαιδευτικού, τόνισε ότι κανένας δεν διερωτήθηκε αν είναι φυσιολογικό κάποιος πολίτης να έχει αναλάβει 91.015,87 ευρώ από πιστωτικές κάρτες και 166.525,18 ευρώ από καταναλωτικά δάνεια ή μήπως πρόκειται για πρόκληση χρεών από αλόγιστες καταναλωτικές δαπάνες.
«Στην προκειμένη περίπτωση θα έπρεπε να είχαν ζητηθεί από το δικαστήριο αναλυτικά οι χρεώσεις των πιστωτικών καρτών (ποσά και υπέρ ποίου έγιναν οι χρεώσεις αυτές, ώστε να διαπιστωθεί αν πρόκειται για ιατρικές δαπάνες -κάτι που είναι σεβαστό- ή καταναλωτικές, γεγονός που είναι εκτός λογικής)» εξηγεί ο κ. Εισαγγελέας, τονίζοντας ότι η εφεσίβλητη προέβαλε ως ισχυρισμό ότι αντιμετώπισε προβλήματα υγείας ο γιος της κατ’ αρχήν και ακολούθως η ίδια χωρίς να έχει προσκομίσει στοιχεία από τα οποία να προκύπτει πως απαιτήθηκαν τόσα και τέτοια δάνεια για την κάλυψη των συγκεκριμένων δαπανών και γιατί δεν τα κάλυψε το ασφαλιστικό της ταμείο (δημόσιο δηλαδή).
Σχολίασε παραπέρα το γεγονός ότι πρόσθεσε στην αίτησή της μια φράση σχετικά με την «επίμονη πίεση των τραπεζών να δώσουν δάνεια», τονίζοντας μεταξύ άλλων ότι δεν εξήγησε πώς την έπεισαν οι τράπεζες και πώς φρόντισε να χρεώσει τις πιστωτικές κάρτες με το ποσό των 91.015,87 ευρώ, ενώ το ποσό των καταναλωτικών δανείων ανέρχεται σε 166.525,18 ευρώ και 185.055,11 ευρώ το στεγαστικό της δάνειο.
Ο κ. Εισαγγελέας ανέφερε παραπέρα ότι «δεν προστατεύονται καθόλου οι πιστώτριες τράπεζες, αφού κατά την απόφαση του Ειρηνοδικείου το ποσό που θα καταβάλλει κάθε μήνα η εφεσίβλητη είναι απλώς γελοίο». Εξειδικεύοντας τη συγκεκριμένη θέση του υποστηρίζει τα εξής:
«Η έλλειψη προστασίας των πιστωτριών τραπεζών τις εκθέτει στην ανάγκη ανακεφαλαιοποίησης μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης (προσωρινού και μόνιμου). Αυτό οδηγεί στο ότι η Ελλάδα αναλαβαίνει μεγαλύτερες ανάγκες πιστώσεων, μεγαλύτερα χρέη τα οποία θα κληθούν να πληρώσουν οι Ελληνες και Ελληνίδες φορολογούμενοι υφιστάμενοι τα μέτρα που προτείνει – επιβάλλει η Τριμερής (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο), είτε με την αύξηση των φορολογικών τους βαρών, είτε με την οριζόντια μείωση μισθών συντάξεων κλπ. Δηλαδή με απλά λόγια τη ρύθμιση των χρεών της εφεσίβλητης κατά τον ν.3689/2010 θα πληρώσουν (εκτός της ίδιας, η οποία βέβαια θα έχει τύχει της ρύθμισης, δηλαδή του εκμηδενισμού των οφειλών της συνολικο ύψους 442.596,16 ευρώ, άρα πάλι κερδισμένη θα είναι) και οι πολίτες που δεν προκάλεσαν τέτοιες οφειλές από πιστωτικές κάρτες και δάνεια».
Αναφερόμενος σε διατάξεις του νόμου, τις χαρακτήρισε «ψευδεπίγραφες»…
«διότι είναι ορθό και δίκαιο να φροντίζει για τους πολίτες, όπως αναφέρει στην αιτιολογική έκθεση, αλλά για τους πολίτες που έχουν πράγματι ανάγκη και όχι γενικά για όλους, ακόμα και αυτούς που δημιούργησαν τεράστιες οφειλές, που είναι δηλαδή υπερχρεωμένοι. Η αιτιολογική έκθεση επίσης προβάλλει και το επιχείρημα των ατυχών προγραμματισμών, χωρίς όμως να δίνει έστω ένα παράδειγμα πώς τον εννοεί και πώς θεωρεί ότι υφίσταται ατυχής προγραμματισμός του φυσικού προσώπου που παίρνει μια πιστωτική κάρτα και ένα δάνειο και στη συνέχεια παίρνει άλλες δώδεκα πιστωτικές κάρτες και άλλα τρία δάνεια».
Εξειδικεύοντας στην περίπτωση της εκπαιδευτικού ο Εισαγγελέας τόνισε ότι «σε ετήσιο εισόδημα όπως της εφεσίβλητης 32.000 ευρώ περίπου η οφειλή να ήταν 11.000 ή 20.000 ευρώ. Σε καμία περίπτωση όμως τον ψηφοθηρικό λαϊκισμό του νόμου 3689/2010 που δέχεται να υπαχθούν στη ρύθμιση των χρεών οφειλές 442.596,16 ευρώ, δηλαδή η σχέση εισοδήματος προς οφειλή είναι 1.383%, κάτι που σημαίνει ότι τα χρέη είναι σχεδόν δεκατέσσερις φορές περισσότερα από το εισόδημα. Δεν υπάρχει νουνεχής πολίτης που να έχει προκαλέσει χρέη δεκατέσσερις φορές πάνω από το εισόδημά του, διότι, είτε αδιαφορούσε για τα χρέη που δημιουργούσε, είτε τα δημιούργησε γνωρίζοντας ότι ποτέ δεν θα μπορέσει να τα εξυπηρετήσει. Ενδεχομένως δηλαδή να μην απαιτείται καμιά άλλη έρευνα για την ύπαρξη ή όχι δόλου στην εφεσίβλητη, αυτό να είναι αρκετό. Αν λοιπόν θεωρήσουμε την εφεσίβλητη ως δυνάμενη να υπαχθεί στη ρύθμιση για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, τότε δεν θα είναι δίκαιο για το σύνολο των πολιτών, αλλά θα είναι παράλογο».
Το Δ’ Πολιτικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, εξέτασε την αναίρεση της Τράπεζας Πειραιώς, που εκπροσωπήθηκε από τον δικηγόρο κ. Στέργιο Σπυρόπουλο κατά της Ροδίτισσας εκπαιδευτικού, που εκπροσωπήθηκε από τον δικηγόρο κ. Μιχαήλ Μπριντάκη.
Στην δίκη παραστάθηκαν επίσης το σωματείο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «ΕΚΠΟΙΖΩ» και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Καταναλωτών ΠΟΜΕΚ, με διακριτικό τίτλο «ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ».
Με την απόφαση του δικαστηρίου αναιρέθηκε η υπ’ αρίθμ. 95/2014 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου.
Ο Αρειος Πάγος, δεν μπήκε στο θέμα της συνταγματικότητας του νόμου αλλά ερμήνευσε, όπως προαναφέρθηκε το στοιχείο του δόλου, δεχόμενος ουσιαστικά όμοιες επισημάνσεις του Εισαγγελικού Λειτουργού, που ανέπτυξε με την αναίρεση της η τράπεζα.
Η τράπεζα συγκεκριμένα υποστήριξε ότι συντρέχει προφανής δόλος στο πρόσωπο της αιτούσας, υποστηρίζεται ότι προκύπτει εξαιτίας της από μέρους της ανάληψης της ευθύνης για αποπληρωμή χρέους συνολικού ύψους 442.596,16 ευρώ χωρίς να έχει τη σχετική οικονομική δυνατότητα να ανταποκριθεί στις ανειλημμένες οικονομικές της υποχρεώσεις.
Σημείωσε ότι η οφειλή της και μάλιστα σημαντικότατου ύψους, προέρχεται από μια σύμβαση στεγαστικού δανείου και από οκτώ συμβάσεις καταναλωτικών δανείων και πιστωτικών καρτών και προσθέτει ότι κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής ένα τόσο μεγάλο ποσό δεν είναι δυνατόν να έχει διατεθεί αποκλειστικά για την κάλυψη βασικών βιοτικών αναγκών.
Ο Αρειος Πάγος έκρινε ότι το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου με το να απαιτήσει για τη συνδρομή δόλιας περιέλευσης του υπερχρεωμένου οφειλέτη σε αδυναμία πληρωμών άμεσο δόλο αυτού και ειδικότερα εξαπάτηση εκ μέρους του, ως δανειολήπτη, των υπαλλήλων του πιστωτικού ιδρύματος από το οποίο δανειοδοτήθηκε με την προσκομιδή πλαστών στοιχείων ή απόκρυψη των υποχρεώσεων του, που δεν έχουν καταχωρηθεί στις βάσεις δεδομένων που αξιοποιούν οι τράπεζες για την οικονομική συμπεριφορά των πελατών τους, αποκλείοντας τη συνδρομή αυτής (δόλιας περιέλευσης σε αδυναμία πληρωμών) σε περίπτωση ενδεχόμενου δόλου, ή παράλειψης των υπαλλήλων των πιστωτικών ιδρυμάτων να ενεργήσουν έρευνα της πιστοληπτικής ικανότητας του δανειολήπτη πριν από τη χορήγηση της πίστωσης, παραβίασε, με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή το άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, καθώς και τη διάταξη του άρθρου 330 ΑΚ που προσδιορίζει την αόριστη νομική έννοια του δόλου και διακρίνει αυτόν σε άμεσο και ενδεχόμενο, καθόσον αξίωσε πρόσθετα στοιχεία απ’ αυτά που απαιτούνται από το νόμο για τη συγκρότηση του δόλου στο πρόσωπο του οφειλέτη.
Παραπέμπτει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση και του οποίου είναι δυνατή η σύνθεση από άλλο Δικαστή.