ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ’ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ευγενία Προγάκη, Ασπασία Μαγιάκου, Νικήτα Χριστόπουλο και Πέτρο Σαλίχο, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 5 Οκτωβρίου 2016, με την παρουσία και της γραμματέως Σπυριδούλας Τζαβίδη, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1)Ι. Λ. του Ι., κατοίκου …, 2)Σ. Λ. του Ι., κατοίκου … και 3)Α. – Π. Λ. του Ι., κατοίκου …, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Μιχαήλ Βεργανελάκη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Του αναιρεσιβλήτου: Ε. Μ. του Μ., κατοίκου …, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ελένη Μπέλλου.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 16/4/2008 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Χανίων.
Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 430/2009 του ίδιου Δικαστηρίου που παρέπεμψε την υπόθεση στο Ειρηνοδικείο Καντάνου, λόγω αρμοδιότητας, 17/2011 του Ειρηνοδικείου Καντάνου και 229/2014 του Μονομελούς Πρωτοδικείο Χανίων.
Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησαν οι αναιρεσείοντες με την από 18/11/2014 αίτησή τους.
Η υπόθεση συζητήθηκε κατά τη δικάσιμο της 6ης Μαϊου 2015 με αριθμό πινακίου 21. Διαπιστωθείσης, λόγω της παραίτησης από την υπηρεσία του προεδρεύοντος Αρεοπαγίτη Νικολάου Μπιχάκη, αδυναμίας έκδοσης απόφασης επί της ως άνω αιτήσεως αναιρέσεως, μετά τη συζήτηση αυτής, ορίστηκε με την υπ’ αριθμόν 247/2015 πράξη του Προέδρου του Γ’ Πολιτικού Τμήματος, ως νέα δικάσιμος η σημερινή για την επανασυζήτηση της υπόθεσης. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Η εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Ασπασία Μαγιάκου, ανέγνωσε την από 17-4-2015 έκθεση της κωλυομένης να μετάσχει στη σύνθεση του παρόντος, Αρεοπαγίτου Μαρίας Βαρελά, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή του λόγου αναίρεσης κατά το πρώτο σκέλος του και την απόρριψή του κατά το δεύτερο.
Η πληρεξούσια του αναιρεσιβλήτου ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη των αντιδίκων του στη δικαστική δαπάνη του.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 560 αριθ. 2 ΚΠολΔ κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, καθώς και των αποφάσεων των πρωτοδικείων που εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων επιτρέπεται αναίρεση (και) αν το δικαστήριο δεν συγκροτήθηκε όπως ορίζει ο νόμος. Ο λόγος αυτός, συνδεόμενος με την επιταγή του άρθρου 8 εδάφιο α’ του Συντάγματος, που επαναλήφθηκε και στο άρθρο 109 § 1 του ΚΠολΔ, σύμφωνα με την οποία “κανένας δεν στερείται χωρίς τη θέληση του το δικαστή που του έχει ορίσει ο νόμος”, ιδρύεται μόνον όταν η σχετική πλημμέλεια βαρύνει τη σύνθεση του δικαστηρίου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής μη νόμιμη σύνθεση του Δικαστηρίου υπάρχει, αν δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις του ΚΠολΔ, του Οργανισμού των δικαστηρίων ή ειδικών νόμων για τη σύνθεση αυτού και την αναπλήρωση των κωλυόμενων μελών του. Έτσι σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 15 του ως άνω Ν. 1756/1988, όπως αντικ. από το άρθρο 2 του ν. 2172/1993, ο καθορισμός της σύνθεσης του δικαστηρίου, με την έννοια του προσδιορισμού του συγκεκριμένου δικαστή ή των συγκεκριμένων δικαστών που θα εκδικάσουν τις υποθέσεις, γίνεται από τον πρόεδρο του δικαστηρίου. Συναφώς, κατά το άρθρο 305 αρ. 1 ΚΠολΔ, το πρωτότυπο της απόφασης πρέπει να αναφέρει, μεταξύ άλλων, τη σύνθεση του δικαστηρίου. Η απόδειξη δε της κακής σύνθεσης γίνεται από την απόφαση ή από τα πρακτικά, ενόσω δεν προσβάλλονται για πλαστότητα. Εξάλλου κατά τη διάταξη του άρθρου 17 Α ΚΠολΔ στην αρμοδιότητα των μονομελών πρωτοδικείων υπάγονται και οι εφέσεις κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων της περιφερείας τους. Στην περίπτωση αυτή τα μονομελή πρωτοδικεία συγκροτούνται από πρόεδρο πρωτοδικών ή πρωτοδίκη με πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία, στην οποία συνυπολογίζεται και η υπηρεσία αυτού ως παρέδρου πρωτοδικείου και, σε περίπτωση που δεν υπηρετούν πρωτοδίκες με την πιο πάνω υπηρεσία ή αυτοί που υπηρετούν δεν επαρκούν, από τον αρχαιότερο κατά διορισμό πρωτοδίκη. Στην προκείμενη περίπτωση, από τα διαδικαστικά έγγραφα της δικογραφίας προκύπτουν τα ακόλουθα : Με την προσβαλλόμενη 229/2014 απόφαση του το Μονομελές Πρωτοδικείο Χανίων, που δίκασε ως Εφετείο, απέρριψε την από 29/8/2011 έφεση των αναιρεσειόντων – εναγόντων κατά της 17/2011 απόφασης του Ειρηνοδικείου Καντάνου. Κατά της ως άνω απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χανίων ασκήθηκε από τους αναιρεσείοντες -εκκαλούντες η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης. Στη σύνθεση του Μονομελούς Πρωτοδικείου που συνεδρίασε στις 31/10/2013 και εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση μετείχε ως μονομελής δικαστής η Πρωτοδίκης του δικαστηρίου αυτού Λ. Σ., η οποία όμως δεν είχε συμπληρώσει την κατά νόμο απαιτούμενη πενταετή υπηρεσία ως Πρωτοδίκη, αφού είχε διοριστεί ως πάρεδρος πρωτοδικείου στις 4/9/2012 και ακολούθως, είχε προαχθεί στο βαθμό της Πρωτοδίκη στις 19/7/2013 και τοποθετήθηκε στο Πρωτοδικείο Χανίων, όπου ορκίστηκε στις 16/9/2013 ως Πρωτοδίκης. Κατά το διάστημα εκείνο υπηρετούσαν στο εν λόγω δικαστήριο οι Πρόεδροι Πρωτοδικών Χ. Φ. και Ι. Ζ., καθώς και οι Πρωτοδίκες Π. Β. (η οποία είχε οριστεί ως ανακρίτρια), Ι. Ε. (ο οποίος είχε οριστεί ως δικαστής ανηλίκων και κτηματολογικός δικαστής) και Σ. Β. (η οποία τελούσε σε άδεια ανατροφής τέκνου), όλοι τους δε ήταν αρχαιότεροι κατά διορισμό από την Πρωτοδίκη Λ. Σ., όπως προκύπτει και από τους προσκομιζόμενους πίνακες αρχαιότητας δικαστικών λειτουργών πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων, με ημερομηνία 31/12/2013.Επομένως, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν, η συγκρότηση της σύνθεσης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χανίων που εξέδωσε, ως Εφετείο, την προσβαλλόμενη 229/2014 απόφαση, είναι μη νόμιμη, αφού έγινε κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 17 Α ΚΠολΔ και, συνεπώς, το πιο πάνω δικαστήριο υπέπεσε στην προβλεπόμενη από το άρθρο 560 παρ.2 ΚΠολΔ πλημμέλεια, όπως βάσιμα υποστηρίζουν οι αναιρεσείοντες με τον πρώτο λόγο αναίρεσης, ο οποίος και πρέπει να γίνει δεκτός. Μετά την παραδοχή του λόγου αυτού, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 580 παρ.3 του Κ.Πολ.Δ., στο ίδιο Πρωτοδικείο, εφόσον είναι δυνατή η συγκρότηση του από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνη που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στους αναιρεσείοντες του κατατεθέντος παραβόλου (αρθρ.495 παρ.4 ΚΠολΔ) και να καταδικασθεί ο αναιρεσίβλητος στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των αναιρεσειόντων (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 229/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χανίων που δίκασε ως Εφετείο.
Παραπέμπει υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Πρωτοδικείο που θα συγκροτηθεί από άλλο δικαστή, εκτός από εκείνη που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση.
Διατάσσει την επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου στους αναιρεσείοντες.
Καταδικάζει τον αναιρεσίβλητο στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων (3000) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 15 Νοεμβρίου 2016.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 22 Νοεμβρίου 2016.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ