Αποκάλυψη: H Ελβετία απορρίπτει τελεσίδικα αιτήματα ευρωπαϊκών χωρών για φοροδιαφυγή υπηκόων της με βάση της υποκλαπείσα λίσταΦαλτσιανί. “Είναι προϊόν υποκλοπής” είπε το Ανώτατο Δικαστήριο, εγείροντας τεράστιο θέμα για τις ελληνικές Αρχές.
Toυ Παναγιώτη Στάθη
Ελβετικό “μπλόκο” και μάλιστα στο ανώτατο δικαστικό επίπεδο, τίθεται με τον πιο επίσημο τρόπο στα αιτήματα διοικητικής συνδρομής για υποθέσεις φοροδιαφυγής που αφορούν σε πολίτες χώρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης , που στηρίζονται στην αποκαλούμενη λίστα “Λαγκάρντ – Φαλτσινί”.
Λίγες μέρες μετά το νέο χτύπημα του Ελληνικού Ανωτάτου Δικαστηρίου (ΣτΕ) που ουσιαστικά έκρινε παραγεγραμμένες τις αξιώσεις του ελληνικού δημοσίου με βάση αυτές τις λίστες, το χτύπημα που έρχεται από την Ελβετία θεωρείται κομβικής σημασίας καθώς η χώρα αποφάσισε να απορρίψει τα αιτήματα συνδρομής με στοιχεία γύρω από τη “λίστα Lagarde” κρίνοντας ότι βασίζονται σε δεδομένα που προέρχονται από υλικό που έχει συλλεχθεί παράνομα από την τράπεζα HSBC της Γενεύης.
Η απόφαση
Όπως εξηγεί ο Ηλίας Μπίσιας, δικηγόρος Αθηνών – Ζυριχης, το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Ελβετίας (Bundesgericht) εξέδωσε την 17η Μαρτίου 2017 την απόφαση (2C-1000/2015), η οποία αφορά σε αίτημα χορήγησης διοικητικής συνδρομής σε φορολογική υπόθεση που σχετίζεται με τα τραπεζικά δεδομένα της Τράπεζας HSBC Γενεύης, τα οποία – ως γνωστόν – υπεκλάπησαν από τον Herve Falciani το 2008 και στην συνέχεια διατέθηκαν με διάφορους τρόπους στις φορολογικές και δικαστικές αρχές πολλών ευρωπαϊκών χωρών, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα (ονομαζόμενη λίστα FALCIANI ή “Λίστα Lagarde”).
Το δικαστήριο, όπως λέει ο γνωστός δικηγόρος, απέρριψε αμετάκλητα το αίτημα συνδρομής της Γαλλίας επειδή έκρινε, ότι το επίμαχο αίτημα βασίστηκε σε στοιχεία που περιήλθαν σε γνώση των γαλλικών αρχών μέσω του υποκλαπέντος υλικού της Τράπεζας. Η εν λόγω απόφαση δημοσιεύτηκε την 5η Απριλίου 2017.
Αίτημα της Γαλλίας
Το αίτημα προερχόταν από τις γαλλικές Αρχές (το 2014) για αδήλωτες καταθέσεις Γάλλων στην HSBC. Σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, οι γαλλικές Αρχές είχαν εντοπίσει τον επίμαχο λογαριασμό και τους δικαιούχους του μέσω της “λίστας Falciani”, δηλαδή μέσω των στοιχείων που είχαν υποκλαπεί με αξιόποινες πράξεις από την ελβετική Τράπεζα και είχαν περιέλθει υπόψη των γαλλικών Aρχών.
Αρχικώς το εν λόγω γαλλικό αίτημα ικανοποιήθηκε από την ελβετικές αρχές, στη συνέχεια όμως το θιγόμενο ζεύγος των Γάλλων καταθετών προσέφυγε κατά της σχετικής αποφάσεως και κατάφερε να πετύχει την ανατροπή της. Το Ανώτατο Ομοσπονδιακό δικαστήριο με την πρόσφατη απόφαση του επικύρωσε την απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου με το σκεπτικό, ότι τα εν λόγω τραπεζικά δεδομένα είναι αναμφισβήτητα προϊόν εγκλήματος, δοθέντος μάλιστα ότι ο δράστης της υποκλοπής των σχετικών δεδομένων (Falciani) από την τράπεζα HSBC καταδικάστηκε αμετακλήτως τo 2015 για τις πράξεις του από την ελβετική δικαιοσύνη.
Πλήγμα και για την Ελλάδα
Σύμφωνα με τον κ. Μπίσια , “η απόφαση αυτή αναμφισβήτητα αφορά και την έκβαση ελληνικών αιτημάτων που υπεβλήθησαν προς την Ελβετία και τα οποία αφορούν ερευνώμενες υποθέσεις φορολογικού ενδιαφέροντος της “λίστας Lagarde”.
Είναι προφανές ότι, στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι το σχετικό αίτημα βασίζεται σε στοιχεία που αποτελούν προϊόν εγκλήματος, ήτοι στη λίστα, η απόρριψη του θα πρέπει να θεωρείται με βάση την πρόσφατη δικαστική απόφαση δεδομένη. Ζήτημα γεννάται για το εάν το σκεπτικό της απόφασης της 17ης Μαρτίου 2017 θα τύχει εφαρμογής και σε υποθέσεις δικαστικής συνδρομής, δηλαδή σε υποθέσεις που δεν αφορούν φορολογικά αδικήματα, αλλά εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου, στα οποία εμπλέκονται τραπεζικοί λογαριασμοί, των οποίων η ταυτοποίηση έχει γίνει μέσω στοιχείων της “λίστας Lagarde”.
Για τις εν λόγω υποθέσεις ισχύει και εφαρμόζεται μέχρι νεοτέρας η από 20.06.2014 εγκύκλιος του ελβετικού Υπουργείου Δικαιοσύνης προς τις ελβετικές εισαγγελικές αρχές, σύμφωνα με την οποία αιτήματα δικαστικής συνδρομής σε διεθνείς ποινικές υποθέσεις θα πρέπει καταρχήν να απορρίπτονται, εφόσον κρίνεται ότι αυτά βασίζονται σε τραπεζικά δεδομένα που έχουν υποκλαπεί από την Ελβετία ή από τρίτη χώρα”.