Σταθερά, συστηματικά και εδώ και αρκετό καιρό η έννοια και ουσία του κράτους έχουν διαβρωθεί τόσο πολύ με το ερώτημα πλέον να είναι, τι έχει απομείνει στην αποκλειστική δημοκρατική δικαιοδοσία των πολιτών. Το τελευταίο, πολύ μεγάλο κομμάτι το οποίο επιχειρείται τώρα να αποσπαστεί, αφορά τη δικαιοδοσία του κράτους στο ουσιαστικό οικονομικό δίκαιο και τη δικαστική του εφαρμογή που αφορά τις τεχνολογίες, δηλαδή τις πατέντες, ως βιομηχανικές ιδιοκτησίες και τεχνολογικά μονοπώλια. Με την πρόσφατη λήξη, της πολύ σύντομης δημόσιας διαβούλευσης, το υπουργείο Δικαιοσύνης ετοιμάζεται να φέρει στη Βουλή την κύρωση του Ενιαίου Δικαστηρίου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας (European Unified Patent Court) – το οποίο να σημειωθεί δεν θα είναι όργανο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αν κυρωθεί από τους βουλευτές, η χώρα θα χάσει για πάντα το δικαίωμα να ελέγχει τα τεχνολογικά μονοπώλια των ξένων πατεντών τα οποία θα επιβάλλονται στις ελληνικές αγορές και επιχειρήσεις.
Οι τεχνολογίες είναι διεθνώς ο μεγαλύτερος κλάδος της οικονομίας και της ανάπτυξης. Επίσης, η χρήση της τεχνολογίας (π.χ. λογισμικά, φάρμακα, μηχανήματα, ανανεώσιμες ενέργειες, αμυντικά συστήματα) γίνεται σχεδόν από κάθε επαγγελματική δραστηριότητα. Επομένως, η κατάργηση της εθνικής δικαιοδοσίας σε θέματα τεχνολογικών μονοπωλίων θα σημάνει το τέλος μιας εκ των βασικότερων λειτουργιών του κράτους που είναι να καθορίζει την οικονομική και αναπτυξιακή πολιτική της χώρας σε σχέση με τις (μικρές) δυνατότητες των εθνικών συστημάτων και ελληνικών επιχειρήσεων, αλλά και τις ανάγκες (μεγάλες) των πολιτών και του κράτους (άμυνα, φαρμακευτική περίθαλψη, πηγές ενέργειας, κ.τ.λ.), όπως αυτές εξαρτώνται από τις τεχνολογίες.
Με ένα κεντρικό ευρωπαϊκό δικαστικό θεσμό, οι ελληνικές επιχειρήσεις που έχουν ευρωπαϊκές πατέντες θα μπορούν να χρησιμοποιούν αυτό το σύστημα, αλλά αυτό μπορεί να το κάνουν χωρίς η χώρα να παραδώσει τη δικαστική/νομοθετική της εξουσία στο Ευρωπαϊκό Ενιαίο Δικαστήριο Πατεντών – όπως θα συμβαίνει με τις εταιρείες εκτός Ε.Ε., οι οποίες κι έχουν τις περισσότερες ευρωπαϊκές πατέντες. Τα στοιχεία που έδωσε πριν από μερικές ημέρες ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Πατεντών δείχνουν ότι το 2016 οι ελληνικές επιχειρήσεις πήραν μόνο 39 πατέντες, όταν ο συνολικός αριθμός των ξένων πατεντών, οι οποίες θα μπορούν να μπαίνουν ως τεχνολογικά μονοπώλια στη χώρα μας, κάθε χρόνο, είναι κοντά στις 96.000 (εκ των οποίων, 19.000 είναι από γερμανικές εταιρείες). Ο ασήμαντος αριθμός πατεντών των ελληνικών εταιρειών και ο δυσανάλογα τεράστιος αριθμός των ξένων, σημαίνει πολύ απλά, ότι το νέο δικαστήριο θα το χρησιμοποιούν κυρίως οι ξένες εταιρείες για να απειλούν ή να μηνύουν τις ελληνικές. Επίσης, με τον νέο θεσμό, οι ελληνικές εταιρείες για πρώτη φορά στη μακραίωνη ιστορία της χώρας, θα δικάζονται σε ξένες χώρες, σε ξένη γλώσσα, για παραβίαση ξένης πατέντας, η οποία δεν θα υπάρχει στα ελληνικά. Αυτά τα απίθανα πράγματα προσπαθούν να τα περάσουν στα κρυφά, αμφισβητώντας ξεκάθαρα κάθε έννοια συνταγματικού δικαίου και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη. Οι ζημίες για τις εγχώριες εταιρείες έχουν υπολογιστεί σε δισεκατομμύρια ευρώ, όπως αποφάνθηκε σχετική μελέτη της Deloitte για λογαριασμό της Πολωνίας, μιας χώρας με πενταπλάσιο σχεδόν αριθμό πατεντών από την Ελλάδα και χωρίς καθεστώς οικονομικής επιτήρησης από ξένα κέντρα.
Τέτοια πολύ σοβαρά θέματα κατάργησης εθνικής εξουσίας σε τομείς που καθορίζουν την ουσιαστική ανεξαρτησία της χώρας και το οικονομικό, τεχνολογικό και κοινωνικό μέλλον και την ευημερία της, πρέπει να αντιμετωπίζονται ρεαλιστικά σε σχέση με τις πραγματικές δυνατότητες και ανάγκες της χώρας και όχι με άστοχα συνθήματα περί ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και ενιαίας αγοράς, αφού και τα νέα συστήματα τα προωθούν αυτές οι χώρες που ωφελούνται περισσότερο εις βάρος των άλλων. Καμία ελληνική επιχείρηση δεν πρέπει να μηνύεται στο εξωτερικό, σε ξένη γλώσσα, για τους εκατοντάδες χιλιάδες τίτλους ξένων τεχνολογικών μονοπωλίων, των οποίων οι κανόνες δεν διαμορφώνονται ούτε επηρεάζονται δημοκρατικά από τους πολίτες.
* Ο κ. Δημήτρης Ξένος είναι δρ Πανεπιστημίου Durham.