Μια τρυφερή αλλά συνάμα πρωτότυπη ιστορία τριών τετράχρονων σήμερα αδελφιών βρέθηκε στη ζυγαριά της Θέμιδας, τα οποία παρότι αδέλφια γεννήθηκαν με διαφορά 9 ημερών η πρώτη από τα δεύτερα δίδυμα!
Επιμέλεια: Νίκος Τσαγκατάκης
Η ιστορία αρχίζει με μια σκληρή ιατρική γνωμάτευση ότι ένα ζευγάρι έπειτα από επανειλημμένες προσπάθειες τελικά δεν πρόκειται να αποκτήσει παιδιά, ούτε με φυσικό τρόπο, αλλά ούτε με εξωσωματική γονιμοποίηση, και για αυτό τον λόγο αποφάσισαν την κυοφορία μέσω παρένθετης μητέρας.
Έτσι προέβησαν σε όλες τις ιατρικές προπαρασκευαστικές πράξεις και τις νομικές ενέργειες, υποβάλλοντας αίτηση ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών προκειμένου να λάβουν δικαστική άδεια για τη μεταφορά στο σώμα άλλης γυναίκας γονιμοποιημένων ωαρίων για να τα κυοφορήσει, σύμφωνα με τα άρθρα 1458 επ. του Αστικού Κώδικα.
Πράγματι το Δικαστήριο επέτρεψε την διαδικασία της παρένθετης μητέρας, το εγχείρημα πέτυχε και έτσι γεννήθηκαν δίδυμα κοριτσάκια, τα οποία σύμφωνα με τον νόμο τεκμαίρεται ότι είναι τέκνα του ζευγαριού.
Ωστόσο η μοίρα επεφύλαξε και άλλες χαρές για το απελπισμένο -μέχρι πρότινος- ζευγάρι: Παρ’ ότι, σύμφωνα με το μέχρι τότε ιστορικό αποβολών και τις ιατρικές γνωματεύσεις συνέτρεχε απόλυτη αδυναμία τους να αποκτήσουν παιδιά η γυναίκα συνέλαβε φυσιολογικά μετά τη μεταφορά των γονιμοποιημένων ωαρίων στην παρένθετη μητέρα, και η κύηση, παρά τις αντίθετες ιατρικές γνωματεύσεις και το βεβαρημένο ιστορικό, εξελίχθηκε επιτυχημένα.
Έτσι εννέα μόλις ημέρες πριν τη γέννηση των δίδυμων κοριτσιών γεννήθηκε η αδελφή τους, με αποτέλεσμα εκτός από την Επιστήμη, να σηκώσει τα χέρια ψηλά και το Ληξιαρχείο!
Κίνδυνος σύγχυσης της συγγενικής σχέσης
Το πρόβλημα ήταν ότι με βάση την αληθή ημεροχρονολογία γέννησης των τριών κοριτσιών θα ήταν εύκολο να αποκαλυφθεί ο τρόπος γέννησής τους, αφού όπως διαλαμβάνεται στην υπ’ αριθμ. 3446/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών «υπάρχει ο κίνδυνος σύγχυσης τόσο για τη συγγενική σχέση των τέκνων τα οποία είναι αδέλφια, όσο και για το αν είναι οι εκκαλούντες οι φυσικοί γονείς τους, ενώ ελλοχεύει ο κίνδυνος εσφαλμένης πληροφόρησης των τέκνων είτε ότι δεν είναι αδέλφια είτε ότι δεν είναι γνήσια τέκνα των εκκαλούντων από τρίτα πρόσωπα και σε χρόνο παντελώς ακατάλληλο για την υγεία και την ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους».
Για τον λόγο αυτό οι γονείς στράφηκαν στο Δικαστήριο, προκειμένου να διορθώσει την ληξιαρχική πράξη γέννησης της πρώτης μικρούλας και αντί της πραγματικής ημεροχρονολογίας γέννησής της να τεθεί η ημερομηνία γέννησης των άλλων δύο, ώστε να μην γεννιούνται ερωτήματα, τόσο στα παιδιά, όσο και σε τρίτους.
Το πρώτο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση των γονέων, ωστόσο το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών που δίκασε την έφεσή τους την έκανε δεκτή με την υπ’ αριθμ. 3446/2016 απόφασή του.
Η απόφαση να διορθωθεί η ληξιαρχική πράξη γέννησης
Ο δικαστής αποφάσισε ότι «συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι να διορθωθεί η ληξιαρχική πράξη γέννησης, αναγόμενοι στην προστασία του δικαιώματος ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας τόσο των γονέων, όσο των τέκνων, σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι ο ν. 344/1976 “περί ληξιαρχικών πράξεων” δεν ήταν δυνατόν να προβλέψει την επιστημονική εξέλιξη των τελευταίων ετών στον τομέα της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (ΙΥΑ), εξέλιξη η οποία ρυθμίστηκε νομοθετικά πολύ αργότερα με το ν. 3305/2005, ο οποίος κατοχύρωσε ένα minimum ασφάλειας κατά την εφαρμογή των μεθόδων αυτών.
Ειδικότερα πρόβλεψε ότι τιμωρείται η αποκάλυψη της ταυτότητας των τρίτων-δοτών γεννητικού υλικού αλλά και της ταυτότητας του τέκνου και των γονέων του στον τρίτο δότη του γεννητικού υλικού. Προστατευόμενο έννομο αγαθό είναι η «κοινωνικοσυναισθηματική συγγένεια», κατά την οποία, εν όψει της ραγδαίας εξέλιξης των μεθόδων της ΙΥΑ, η σημασία της βιολογικής αλήθειας και της καταγωγής εκ των πραγμάτων μειώνεται, ενώ αναδεικνύεται ως σημαντικός παράγοντας για την ίδρυση της νομικής συγγένειας η βούληση των μερών, που συνδέει νομικά το παιδί όχι με τους «γενετικούς», αλλά τους «κοινωνικούς γονείς» του.
Στο πλαίσιο αυτής της σύγχρονης αρχής, η ανωνυμία των τρίτων δοτών γεννητικού υλικού είναι επιβεβλημένη, καθώς μάλιστα προφυλάσσει και τα δύο μέρη από δυσάρεστες μελλοντικές ψυχολογικές αλλαγές και αλληλοεπεμβάσεις μεταξύ «βιολογικής» και «κοινωνικής» οικογένειας, που θα αποβούν σε βάρος του παιδιού.
Και συνέχισε: «ενόψει της ραγδαίας εξέλιξης της ιατρικής επιστήμης και με δεδομένο το γεγονός ότι πλέον είναι απολύτως δυνατόν και συμβαίνον ένα τέκνο να έχει ακόμη και πέντε (5) «γονείς» (δότη σπέρματος, δότρια ωαρίου, παρένθετη μητέρα και το ζευγάρι που επιθυμεί την απόκτηση του τέκνου), περιστατικά όπως το επίδικο πρέπει να αντιμετωπίζονται υπό το πρίσμα των νέων επιστημονικών και κοινωνικών δεδομένων.
Είναι απόλυτο δικαίωμα των εκκαλούντων να αποκαλύψουν ή όχι στο μέλλον στα τέκνα τους τον τρόπο με τον οποίο αυτά αποκτήθηκαν, κάτι που ενόψει της διαφοροποιημένης ημερομηνίας γεννήσεως αυτών και μόλις κατά εννέα (9) ημέρες, θα αναγκαστούν να πράξουν, με άγνωστες και ενδεχομένως δυσμενείς μελλοντικές ψυχολογικές αλλαγές μεταξύ των εκκαλούντων, της θυγατέρας τους και των διδύμων θυγατέρων τους, που αναμφίβολα θα αποβούν σε βάρος των παιδιών.
Η δε διαφοροποίηση κατά εννέα (9) ημέρες στην ημερομηνία γέννησης των τέκνων θα είναι δηλωτική του γεγονότος ότι αυτοί δεν είναι οι φυσικοί γονείς των ανηλίκων και να ενέχει τον κίνδυνο πληροφόρησης των τελευταίων, περί του ότι τα δίδυμα τέκνα γεννήθηκαν από παρένθετη μητέρα, από τρίτα πρόσωπα και σε χρόνο μη κατάλληλο για την ψυχική τους υγεία και την εν γένει ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους».