Δεκτή έγινε ανακοπή εγγυητή κατά διαταγής πληρωμής από το Μονομελές Πρωτοδικείο Φλωρίνης (υπ’ αριθμόν 27/2017), με την οποία ο ανακόπτων ισχυριζόταν, μεταξύ άλλων, ότι ελευθερώθηκε εκ της δοθείσας εγγύησης διότι η τράπεζα δεν επεδίωξε δικαστικά την απαίτησή της εντός ενός έτους αφ’ ότου γίνει απαιτητή η κύρια οφειλή.
Ρεπορτάζ: Πωλίνα Βασιλοπούλου
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά συνεδρίασης του δικαστηρίου και στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν. Ο ανακόπτων ζητούσε να ακυρωθεί η διαταγή πληρωμής της δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Φλώρινας, καθώς και η επιταγή προς εκτέλεση, με τις οποίες υποχρεώθηκε να καταβάλει στην καθ’ ης η ανακοπή το ποσό των €116.601,51 πλέον τόκων και εξόδων για απαίτηση που πηγάζει από την αναφερόμενη στην ανακοπή σύμβαση δανείου.
Το Μονομελές Πρωτοδικείο επικαλείται στο σκεπτικό του το άρθρο 866 ΑΚ΄, σύμφωνα με το οποίο εκείνος που εγγυήθηκε για ορισμένο μόνο χρόνο ελευθερώνεται από την εγγύηση, «αν ο δανειστής δεν επιδιώξει δικαστικά την απαίτησή του μέσα σε ένα μήνα από την πάροδο αυτού του χρόνου και δεν συνεχίσει τη σχετική διαδικασία χωρίς υπαίτια καθυστέρηση. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, εγγύηση για ορισμένο χρόνο υπάρχει όταν, κατά τη συμφωνία δανειστή και εγγυητή, η υποχρέωση του τελευταίου αποσβένεται κατά ορισμένο χρονικό σημείο, το οποίο προσδιορίζεται είτε ημερολογιακά είτε με άλλο τρόπο».
Δικαστικά η επιδίωξη της απαίτησης του δανειστή
Την ίδια στιγμή το δικαστήριο ξεκαθαρίζει πως η κατ’ άρθρο 866 ΑΚ επιδίωξη της απαίτησης του δανειστή απαιτείται να γίνει δικαστικά, δηλαδή με την άσκηση αγωγής, την προβολή ένστασης, την αναγγελία στην πτώχευση ή στον πλειστηριασμό περιουσιακού στοιχείου του πρωτοφειλέτη, ενώ δεν αρκεί η εξώδικη όχληση του τελευταίου ή του εγγυητή (Α. Γεωργιάδης ΣΕΑΚ, Τόμος I, άρθρο 866 αρ. 10). Περαιτέρω, οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών των άρθρων 173 και 200 ΑΚ εφαρμόζονται όταν το δικαστήριο της ουσίας, κατά την ανέλεγκτη αναιρετικά, ως προς αυτό, κρίση του, διαπιστώσει, έστω και εμμέσως, ότι υπάρχει στη σύμβαση κενό ή αμφιβολία ως προς τη δήλωση της βούλησης των συμβαλλομένων.
Η διαπίστωση, εξάλλου, από το δικαστήριο της ουσίας κενού ή ασάφειας στη δικαιοπραξία δεν είναι αναγκαίο να αναφέρεται ρητά στην απόφασή του, αλλά αρκεί να προκύπτει και έμμεσα απ’ αυτή, όπως συμβαίνει όταν, παρά την έλλειψη σχετικής διαπίστωσης στην απόφαση, το δικαστήριο της ουσίας προέβη σε συμπλήρωση ή ερμηνεία της δικαιοπραξίας, γεγονός που αποκαλύπτει ακριβώς ότι το δικαστήριο αντιμετώπισε κενό ή ασάφεια στις δηλώσεις βούλησης των δικαιοπρακτούντων, που το ανάγκασαν να καταφύγει στη συμπλήρωση ή ανάλογα στην ερμηνεία τους. Στο πλαίσιο δε αυτό, το δικαστήριο δύναται να προβεί σε αναζήτηση του πράγματι ηθελημένου νοήματος της κρίσιμης δήλωσης με συσχέτιση των επιμέρους εκφράσεων των ενδιαφερομένων ή άλλων, προηγουμένων ή μεταγενεστέρων, δηλώσεων αυτών, με χρησιμοποίηση πρόσθετων αποδεικτικών στοιχείων ή με ενδοιαστικές εκφράσεις ή επιχειρήματα (ΑΠ 71/2016, ΑΠ 134/2016 ΝΟΜΟΣ).
Ακολούθως –λέει η δικαστική απόφαση– από συνδυασμό διατάξεων (άρθρα 281, 288, 386, 672, 766 και 767 ΑΚ) συνάγεται γενική αρχή του δικαίου, κατά την οποία επιτρέπεται να καταγγελθεί μία διαρκής ενοχική σύμβαση, όπως είναι η σύμβαση δανείου, ή μία σύμβαση διαδοχικών τμηματικών παροχών για σπουδαίο λόγο σε κάθε περίπτωση, δηλαδή ανεξάρτητα αν πρόκειται για σύμβαση ορισμένου ή αορίστου χρόνου (ΑΠ 416/2013 ΝΟΜΟΣ).
Στην προκειμένη περίπτωση, το δικαστήριο έκρινε ότι «συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων η εγγύηση για ορισμένο χρόνο και, ειδικότερα, η απόσβεση της ενοχής του ανακόπτοντος σε περίπτωση μη δικαστικής επιδίωξης εκ της καθ’ ης της απορρέουσας από την επίμαχη δανειακή σύμβαση απαίτησης εντός χρονικού διαστήματος ενός έτους από το απαιτητό αυτής. Η ρητή, δε, και σαφής δήλωση του ανακόπτοντος – εγγυητή ότι η ευθύνη του είναι χρονικά περιορισμένη με τη θέση ειδικού χρονικού περιορισμού και ειδικού χρονικού σημείου έναρξης αυτού προσδίδει στην εν λόγω σύμβαση εγγύησης χαρακτήρα ορισμένου χρόνου».