του π.Θεμιστοκλή Μουρτζανού
Η Κυριακή του Πάσχα είναι για την Εκκλησία η αφετηρία της νέας δημιουργίας.
Η φθορά και ο θάνατος πλέον δεν έχουν καμία δύναμη στη ζωή του ανθρώπου και της κτίσης, αλλά «τα πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια».
Αυτό φαντάζει οξύμωρο για τη νοοτροπία του κόσμου, καθώς όλοι διαπιστώνουμε την συνεχή καταστροφή του περιβάλλοντος, τον θάνατο που κρατά δέσμιο τον κάθε άνθρωπο, αλλά και το γεγονός ότι ο κόσμος μας ελάχιστα έχει αλλάξει, παρά τα μηνύματα και την παρουσία της πίστης στο Χριστό. Αδικίες και πόλεμοι γίνονται, τα συμφέροντα κυριαρχούν, η ζωή είναι πάντοτε απλόχερη για τους λίγους, ενώ οι πολλοί βιώνουν την δυσκολία, η πρόοδος δεν έχει εξασφαλίσει την ευτυχία, αλλά έχει εξοβελίσει το Θεό από την ζωή των πολλών.
Επομένως, το ερώτημα ποια είναι η σημασία της Ανάστασης για τον σημερινό άνθρωπο φαντάζει δυσκολοαπάντητο. Όσο κι αν η γλώσσα της θεολογίας δίνει περιγραφές του γεγονότος και φανερώνει σημεία, στα οποία θα μπορούσε κανείς να σταθεί, η πλειοψηφία των ανθρώπων περιμένει να ακούσει το «Χριστός Ανέστη» και να διασκορπισθεί, όπως περιγράφει ο στίχος: «Αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού και φυγέτωσαν από προσώπου αυτού οι μισούντες αυτόν». Εκτός από την φαινομενική αταραξία του κόσμου και της ζωής, το ίδιο το μήνυμα της Ανάστασης δεν φαίνεται να αλλάζει και τους πολλούς.
Είμαστε όμως τα παιδιά του Αναστημένου Θεού. Ο Χριστός δεν είναι ένα κήρυγμα ηθικής, δεν είναι ένας κοινωνικός αναμορφωτής, δεν είναι ένας απλός επαναστάτης, διαφορετικός από τους άλλους, αλλά πάντως ένας από τους πολλούς που πέρασαν από την ανθρώπινη ιστορία. Ο Χριστός είναι ο Θεός που γίνεται άνθρωπος, κρατώντας τη Θεότητά Του, για να μας κάνει θεούς κατά χάριν, δηλαδή να ζούμε αιώνια, να μας απαλλάξει από τον θάνατο και τη φθορά. Για μας που πιστεύουμε σ’ Αυτόν, αλλά και για όλο τον κόσμο, και γι’ αυτούς ακόμη που δεν τον πίστεψαν και δεν θα τον πιστέψουν, ο Χριστός έφερε αυτή την καινούρια δημιουργία, την Εκκλησία.
Σ’ αυτήν και το τελευταίο φυλλαράκι έχει αξία, καθώς και μέσα απ’ αυτό μπορούμε να θαυμάσουμε την ομορφιά της ζωής, που ο Θεός έπλασε. Μπορούμε να θαυμάσουμε το μυστήριο της αγάπης, την μεταμόρφωση του καθενός που πιστεύει κι αγωνίζεται, τη δύναμη της μετάνοιας, την δύναμη της αγιότητας που αγκαλιάζει τον Άλλο και όλο τον κόσμο. Τη δύναμη εκείνη που κάνει την Εκκλησία να προχωρά 20 αιώνες, χωρίς τα λάθη των όσων την απαρτίζουν να την καταστρέφουν, χωρίς το αίμα και οι διωγμοί να αποτρέπουν την πίστη, αλλά να την αυξάνουν. Την δύναμη εκείνη που δίνει ελπίδα και στον τελευταίο άνθρωπο της γης.
Αν τα πάντα γίνονται καινά, αν η φθορά και ο θάνατος καταργούνται, αυτό μπορούμε να το ζήσουμε, μόνο με το να δούμε τον Χριστό ως προσωπικό Θεό μας, ως Σταυρωμένο για μας προσωπικά, ως Αναστημένο για μας προσωπικά, ως ερχόμενο για μας προσωπικά. Στην σχέση βρίσκεται το νόημα της Πίστης, στη σχέση βρίσκεται το νόημα της Ανάστασης, στη σχέση με τον Χριστό επαναποκτούμε ως δωρεά την γνήσια και μοναδική ελευθερία, του να μπορούμε να είμαστε παιδιά Του, παιδιά της Ανάστασης.
Όσοι ζούμε το φως που πλημμυρίζει την κτίση, το φως που ανατέλλει από τον Πανάγιο Τάφο, όσοι ζούμε την Ανάσταση στις καρδιές μας πιστεύοντας, συγχωρώντας, κοινωνώντας με το Χριστό και τον συνάνθρωπο δεν αγνοούμε τον ταραγμένο κόσμο μας. Αγωνιζόμαστε να τον καλυτερέψουμε. Αλλά, η ελπίδα μας είναι η Αναστάσιμη Ελευθερία. Ξεφεύγουμε, ζώντας στον πλημμυρισμένο από το Φως του Χριστού εσωτερικό μας κόσμο, από ό,τι μας θανατώνει. Και γευόμαστε, μένοντας στην αναστάσιμη και σε κάθε Θεία Λειτουργία την μετάληψη του Φωτός, την μετάληψη του Χριστού, ζώντας τη χαρά στο πρόσωπο του αδελφού μας και περιμένοντας την στιγμή εκείνη που ο Αναστημένος Χριστός θα μας αρπάξει στην ουράνια βασιλεία Του, περνώντας με το Πάσχα του θανάτου στην χαρά της άλλης βιοτής, της αιώνιας, της Αναστάσιμης, της μοναδικά ελεύθερης.
Ζούμε την μυστική χαρά σήμερα, έχουμε την Αναστάσιμη φωνή του Χριστού άγκυρα ελπίδας στη ζωή μας. Δεν μένουμε στα λαογραφικά έθιμα, αλλά μετανοημένοι, σταυρωμένοι ως προς τα πάθη μας, πανηγυρίζουμε και γιορτάζουμε «μη εν ζύμη παλαιά, μηδέ εν ζύμη κακίας και πονηρίας, αλλ’ εν αζύμοις ειλικρινείας και αληθείας», όπως λέει ο Παύλος. Και ζυμώνουμε ως μικρά ζύμη, όλο το φύραμα, καλώντας όλο τον κόσμο να μετάσχει στη χαρά. Γινόμαστε οι χριστιανοί σήμερα το προζύμι που φτιάχνει τον άρτο της ζωής, την Εκκλησία, την Ελπίδα, την Αλήθεια. Την Ελευθερία της Ανάστασης…