Φρένο στην πρακτική των φορολογικών αρχών να επιβαρύνουν αυτόματα με υψηλούς φόρους τις μεταφορές χρημάτων από τον έναν τραπεζικό λογαριασμό σε άλλον του ίδιου καταθέτη (π.χ. μέσω εμβασμάτων στο εξωτερικό) όποτε θεωρούν ότι δεν δικαιολογείται τέτοιο εισόδημα, βάζει το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Από μόνη της μια τέτοια μεταφορά κεφαλαίων δεν μπορεί να αποτελεί -κατά το ΣτΕ- «προσαύξηση περιουσίας από άγνωστη αιτία ή πηγή», όπως συνήθως δέχεται η Εφορία, ώστε να δικαιολογείται η φορολόγησή της και ο καταλογισμός επιπλέον επιβαρύνσεων λόγω ανακριβούς δήλωσης, μειωμένης καταβολής ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης κ.λπ.
Μάλιστα, προκειμένου να κριθεί εάν μπορεί ή όχι να επιβληθεί φόρος για ένα τέτοιο έμβασμα, η Εφορία οφείλει να λαμβάνει υπόψη τον χρόνο κατά τον οποίο αποκτήθηκε το σχετικό εισόδημα (δηλαδή πότε μπήκε στον λογαριασμό ή στην περιουσία του φορολογουμένου ολόκληρο ή κατά τμήματα) και όχι τον χρόνο αποστολής του εμβάσματος.
Αξιοποιώντας τη νομολογία που χάραξε σε «πιλοτική» φορολογική δίκη (με αφορμή φορολογικές υποθέσεις του δημοφιλούς τραγουδοποιού Μιχάλη Χατζηγιάννη), το ΣτΕ μπλόκαρε την αυτόματη φορολόγηση των εμβασμάτων ως «προσαύξηση περιουσίας», επιτρέποντας στις δύο πλευρές (Εφορία και φορολογούμενο) να αποδείξουν πότε αποκτήθηκε το εισόδημα και αν έχει φορολογηθεί ώστε να αποτραπεί τυχόν νέα επιβάρυνση.
Το ΣτΕ δέχτηκε ότι στην προσπάθεια αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής οι φορολογικές αρχές καλούν νόμιμα τον ελεγχόμενο να δώσει πληροφορίες και διευκρινίσεις για σημαντικά ποσά, καθώς ο ίδιος προφανώς γνωρίζει ή οφείλει να γνωρίζει την αληθινή αιτία ή την πηγή εισαγωγής μεγάλων ποσών στην περιουσία του.
Παράλληλα έκρινε ότι ο ελεγχόμενος οφείλει να ανταποκριθεί στην κλήση αυτή χορηγώντας τα αναγκαία στοιχεία, ενώ μπορεί, κατ’ εξαίρεση, να αντιταχθεί στις εξηγήσεις (επικαλούμενος π.χ. το δικαίωμα μη αυτοενοχοποίησής του), αλλά η άρνηση του αυτή ή η παράλειψη-αδυναμία τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του προς δικαιολόγηση των ποσών μπορούν να συνεκτιμηθούν από την Εφορία και το δικαστήριο προς συναγωγή συμπερασμάτων για την ανακρίβεια της δήλωσής του.
Ακόμα, το ΣτΕ επέτρεψε αναδρομική εφαρμογή του ελεγκτικού μηχανισμού του ν. 3888/10, εφόσον δεν έχουν παραγραφεί, όμως, οι αξιώσεις της Πολιτείας για καταλογισμό φόρου, νομικό ζήτημα που θα κριθεί σύντομα σε «πιλοτική» δίκη.
Ο ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΕΛΕΓΧΟΣ
Ακυρώνοντας ως μη νόμιμο τον καταλογισμό επιπλέον φόρου για έμβασμα του 2010, το ΣτΕ καλεί το Εφετείο να διερευνήσει αν ευσταθεί ο ισχυρισμός του ελεγχόμενου ότι τα χρήματα προέρχονται από έσοδα (περίπου 450.000 ευρώ) επαγγελματικών δραστηριοτήτων δηλωμένων-φορολογημένων το 2008-10 στη Ρωσία και από πώληση ακινήτου στο εξωτερικό αντί 650.000 ευρώ. Εάν ο ισχυρισμός επιβεβαιωθεί πλήρως θα αποφύγει τη φορολόγηση, ενώ αν δικαιολογήσει μέρος των επίμαχων ποσών θα φορολογηθεί ανάλογα και με τον χρόνο απόκτησης του εισοδήματος.