Σε ποινή κάθειρξης 6 ετών με ανασταλτικό ως προς την έφεση αποτέλεσμα καταδικάστηκε χθες από το Τριμελές Εφετείο Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων δικηγόρος της Ρόδου, που διαμένει πλέον στο εξωτερικό, ο οποίος κρίθηκε ένοχος πλαστογραφίας κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια με σκοπούμενο όφελος και αντίστοιχη ζημία άνω των 30.000 ευρώ κατ’ εξακολούθηση, ενώ δεν του αναγνωρίστηκαν ελαφρυντικά.
Στον κατηγορούμενο αποδόθηκε συγκεκριμένα η αποκλειστική ευθύνη για το σκάνδαλο των χρησικτησιών εκκλησιαστικών ακινήτων του Ιερού Ναού Ταξιαρχών Αρχαγγέλου, της Ιεράς Μονής Παναγιάς Τσαμπίκας Αρχαγγέλου, της Ιεράς Μονής Αγίου Μιχαήλ Αρχαγγέλου Ρόδου, του Ιερού Ναού Αγίου Γεωργίου Μαλώνας και της Ιεράς Μονής «Καμειρί» Μασάρων, ενώ αίσθηση προκάλεσε το γεγονός ότι απουσιάζαν ουσιώδεις μάρτυρες από τη δίκη.
Ο ίδιος κατηγορούμενος είχε κριθεί αθώος πλημμεληματικής εξακολουθητικής απιστίας λόγω της εμπλοκής του σε 11 υποθέσεις χρησικτησίας εκκλησιαστικών ακινήτων.
Στην χθεσινή δίκη, που εκπροσωπήθηκε από τον δικηγόρο κ. Κώστα Σαρή, αποκαλύφθηκε ότι ο κατηγορούμενος προκάλεσε ζημία ύψους 628.532,04 ευρώ από τις εικονικές χρησικτησίες.
Συνοπτικά φέρεται να είχε λάβει από τις Εκκλησιαστικές Επιτροπές των ανωτέρω Ιερών Ναών, εντολή και εξουσιοδότηση να χειρίζεται τις δικαστικές και εξώδικες υποθέσεις τους και στο πλαίσιο της διαχείρισης των υποθέσεων των εντολέων του, να προσέγγιζε κατοίκους της Αρχαγγέλου, των Μασάρων και της Μαλώνας, οι οποίοι νέμονταν ακίνητα ιδιοκτησίας των ανωτέρω ναών, επί σειράν πολλών συναπτών ετών αδιάλειπτα και υπόσχονταν να τους βοηθήσει με την παροχή των νομικών του υπηρεσιών, προκειμένου να διεκδικήσουν δικαστικά τη θεμελίωση δικαιώματος χρησικτησίας επί του ακινήτου, που έκαστος εξ αυτών νέμονταν με την έγερση αγωγών χρησικτησίας.
Φέρεται να τους εξηγούσε εξ αρχής ότι επειδή ήταν δικηγόρος των προαναφερομένων Ιερών Ναών δεν μπορούσε ο ίδιος να παραστεί αυτοπροσώπως στο δικαστήριο ούτε και να υπογράψει τα σχετικά δικόγραφα αγωγών, αλλά στις ενέργειες αυτές θα προέβαιναν άλλοι δικηγόροι, συνάδελφοι του, με τους οποίους συνεργαζόταν.
Στην πορεία φέρεται να έθεσε κατά απομίμηση την υπογραφή συναδέλφων του, οι οποίοι δεν είχαν ενημερωθεί και δεν συναινούσαν να συνέτασσε και να κατέθετε προς εκδίκαση αγωγές χρησικτησίας σε βάρος της ανωτέρω Εκκλησίας, η οποία μάλιστα δεν είχε ενημερωθεί για τις αγωγές αυτές.
Τις ανωτέρω πλαστογραφίες, φέρεται μάλιστα να τέλεσε προκειμένου να ωφεληθούν οι προαναφερόμενοι εκάστοτε ενάγοντες με ζημία της Ορθόδοξης Εκκλησίας Αγίου Μιχαήλ Αρχαγγέλου Ρόδου κατά το συνολικό ποσό των 628.532,04 ευρώ.
Πρόκειται συγκεκριμένα για την αντικειμενική μόνο αξία των ακινήτων, που αναφέρονται σε 24 αγωγές χρησικτησίας (τιμές 2007) και προκύπτει από κατάσταση αντικειμενικών αξιών της Δ.Ο.Υ. Η δε εμπορική τους αξία είναι κατά πολύ υψηλότερη.
Στον κατηγορούμενο αποδίδονται συγκεκριμένα 30 πλαστογραφίες.
Με την έναρξη της διαδικασίας ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εξέθεσε ότι η δίκη στην ουσία αποτελεί μετάλλαξη της προηγούμενης για την οποία είχε αθωωθεί ο εντολέας του τονίζοντας ότι στο σκεπτικό της καθίσταται σαφές ότι δεν προέκυψε βλάβη αφενός διότι όσα λεφτά εισπράχθηκαν και έχουν επιστραφεί και αφετέρου διότι οι ιεροί ναοί παραιτήθηκαν από όλες τις αγωγές και καμία δεν οδήγησε στην έκδοση απόφασης η οποία μεταγράφηκε στο κτηματολόγιο ώστε να παράγει έννομα αποτελέσματα. Περαιτέρω ισχυρίστηκε ότι ο κατηγορούμενος είχε φιλική σχέση με όλους τους συναδέλφους του τα ονόματα των οποίων έθεσε στις αγωγές και πίστευε ότι συναινούσαν στην απόφαση του. Επιπλέον προσέβαλε το παραπεμπτικό βούλευμα ως αόριστο.
Το δικαστήριο απέρριψε την ένσταση και κατά την ακροαματική διαδικασία που ακολούθησε κατέθεσαν 6 δικηγόροι, που εφέροντο να έχουν υπογράψει και να έχουν καταθέσει τις αγωγές χρησικτησίας σε βάρος των ιερών ναών τους οποίους εκπροσωπούσε ο κατηγορούμενος.
Όλοι οι δικηγόροι μάρτυρες κατέθεσαν ότι δεν είχαν δώσει την συγκατάθεση τους για να τεθεί απομίμηση της υπογραφής τους στα δικόγραφα, πλην ενός που είχε συμφωνήσει στην χρήση του ονόματος του σε μια και μόνο αγωγή.
Σε δύο περιπτώσεις οι δικηγόροι που είχαν πλήρη άγνοια, όπως κατέθεσαν για το γεγονός, δεν ήταν καν στην Ρόδο. Ο ένας έκανε την διδακτορική του διατριβή στην Κομοτηνή και ο άλλος έκτιε την στρατιωτική του θητεία στην Κω.
4 δικηγόροι κατέθεσαν ότι ο κατηγορούμενος ασκούσε καθήκοντα δικηγόρου της Ιεράς Μητρόπολης Ρόδου, έχοντας στενή σχέση με επιτελικά στελέχη αυτής και ότι εκ της θέσεως του αυτής είχε αναλάβει και υποθέσεις ιερών ναών ενώ υποστήριξαν ότι οι αιτήσεις χρησικτησίας αφορούσαν ουσιαστικά συγκεκαλυμμένες αγοραπωλησίες των ακινήτων και ότι τα χρήματα κατέληγαν στην Μητρόπολη.
Το ισχυρισμό αυτό ανέπτυξε και ο κατηγορούμενος στην ανακριτική του κατάθεση αλλά και ο συνήγορος υπεράσπισής του, τονίζοντας ότι το θέμα των εκκλησιαστικών ακινήτων είναι γνωστό επί σειράν ετών και ότι ακολουθείται η συγκεκριμένη μέθοδος των χρησικτησιών προκειμένου να μπορούν οι δικαιούχοι να μεταγράφουν στην ιδιοκτησία τους ακίνητα, παρακάμπτοντας το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, που δεν δίδει άδεια για την αγορά ακινήτων ιδιοκτησίας του.
Κατέθεσαν επίσης 6 ιδιώτες, που εφέροντο να έχουν ασκήσει αγωγές χρησικτησίας. Δύο εξ’ αυτών αρνήθηκαν ότι είχαν δώσει τέτοια εντολή στον κατηγορούμενο, ενώ άλλοι τόνισαν ότι τα χρήματα θα κατέληγαν στην εκκλησία.
Στην ίδια δίκη κατέθεσε και ο πατέρας του κατηγορούμενου, τονίζοντας ότι ο γιος του ως νέος δικηγόρος (είχε μόλις 2 έτη προϋπηρεσίας) ενήργησε με αφελή τρόπο και πρόσθεσε ότι έχει πλέον κλονιστεί η υγεία του και διαμένει στο εξωτερικό και ότι ενήργησε ως εντολοδόχος της εκκλησίας έχοντας στενές σχέσεις με την Ιερά Μητρόπολη Ρόδου, προς όφελος αυτής.
Με τις υπερασπιστικές θέσεις που αναπτύχθηκαν δεν συμφώνησε στην αγόρευση του ο Εισαγγελέας της έδρας, προτείνοντας την καταδίκη του κατηγορούμενου για απόπειρα και ζητώντας να απορριφθούν οι αυτοτελείς ισχυρισμοί του.