Άρειος Πάγος, αρ. απόφασης 9/2017 (ποιν.): Ποινική ευθύνη για μη καταβολή χρεών στο Δημόσιο: Αθωωτική απόφαση με το αιτιολογικό ότι τα χρέη του κατηγορούμενου οφειλέτη δεν ξεπερνούσαν το ποσό των 100.000 € κατ’ έτος, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 66 του ν. 4174/2013, το οποίο αφορά στη φοροδιαφυγή, και όχι στη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο. Εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, εφόσον ο νόμος περί μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο (1882/1990) ουδέποτε όριζε κατώτατο όριο κατ’ έτος (διαχειριστικό ή φορολογικό), αλλά κατώτατο όριο θεμελίωσης του αξιοποίνου βάσει του συνολικού ληξιπρόθεσμου χρέους που βεβαιώθηκε. Αναιρείται η προσβαλλόμενη απόφαση.
“Κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 παρ. 1 του ν. 1882/1990, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρ.23 παρ. 1 ν. 2523/1997, και στη συνέχεια με το άρθρο 34 παρ. 1 ν. 3220/2004, το τελευταίο των οποίων ισχύει από 1-1-2004 και καταλαμβάνει την παρούσα υπόθεση, ως εκ του χρόνου τελέσεως της επίδικης πράξεως και ως επιεικέστερο της εκ νέου τροποποιήσεως αυτού, με το άρθρ. 3 παρ. 1 ν. 3943/2011, “η καθυστέρηση καταβολής των βεβαιωμένων στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) και τα τελωνεία χρεών προς το δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών, διώκεται ύστερα από αίτηση του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου, προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της έδρας τους και τιμωρείται με ποινή φυλάκισης”.
Με το ανωτέρω άρθρο 34 του ν. 3220/2004 επέρχονται τροποποιήσεις και βελτιώσεις, όσον αφορά την ποινική δίωξη των οφειλετών και, ειδικότερα: 1) το ποινικό αδίκημα της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο και λοιπών βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων εσόδων στις Δ.Ο.Υ. και τα Τελωνεία αντιμετωπίζεται πλέον ενιαία ως προς το χρόνο διαπράξεώς του, ο οποίος είναι ο χρόνος της συμπληρώσεως τεσσάρων μηνών από τότε που έπρεπε να καταβληθεί το χρέος, ανεξάρτητα από τον τρόπο καταβολής του σε δόσεις ή εφάπαξ, 2) στο κατώτερο ληξιπρόθεσμο ποσό οφειλής, για την οποία ζητείται η ποινική δίωξη, υπολογίζονται μαζί με τη βασική οφειλή και οι λοιπές επιβαρύνσεις, όπως οι τόκοι και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, 3) οι ποινές καθορίζονται βάσει του κατώτερου ποσού συνολικής κατά οφειλέτη ληξιπρόθεσμης οφειλής, ανεξάρτητα από το είδος του χρέους, (παρακρατούμενοι ή επιρριπτόμενοι φόροι, δάνεια με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου κ.λ.π.) και 4) αυξάνονται τα όρια του χρέους, για τη μη καταβολή του οποίου ζητείται η ποινική δίωξη του οφειλέτη, από το 1.000.000 δραχμές (ή 3.000 ευρώ), που ίσχυε προηγουμένως, στα 10.000 ευρώ.
Περαιτέρω το άρθρο 3 παρ. 1 του ν. 3943/2011, αντικαταστάθηκε από το άρθρο 20 του ν. 4321/2015, (ΦΕΚ Α 32/21-3-2015), και τα ποσά που όριζε στις περιπτώσεις α! και β! αναπροσαρμόσθηκαν με τη παρ. 2 του άρθρου 71 παρ. 2 του ν. 4174/2014, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 8 του ν. 4337/2015, (ΦΕΚ Α 129/17-10-2015) με τα οποία ορίζεται “όποιος δεν καταβάλλει τα βεβαιωμένα στη φορολογική διοίκηση χρέη προς το δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών τιμωρείται με ποινή φυλάκισης: α) Ενός τουλάχιστον έτους εφ’ όσον το συνολικό χρέος από κάθε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του πίνακα χρεών, υπερβαίνει το ποσό “των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ”. β) τριών τουλάχιστον ετών, εφ’ όσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α!, υπερβαίνει το ποσό “των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ”.
Η ποινική δίωξη ασκείται ύστερα από αίτηση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ή των Ελεγκτικών Κέντρων ή του Τελωνείου προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της έδρας τους, που συνοδεύεται υποχρεωτικά από πίνακα χρεών, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων. Η πράξη μπορεί να κριθεί ατιμώρητη, εάν το ποσό που οφείλεται εξοφληθεί μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης σε οποιονδήποτε βαθμό…
Το δικαστήριο της ουσίας κήρυξε αθώο τον κατηγορούμενο του ότι: “Στην Κομοτηνή, κατά το χρονικό διάστημα από 28-2-2009 έως 28-2-2013, παραβίασε σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις την προθεσμία χρεών προς το Δημόσιο που είναι βεβαιωμένα στις αρμόδιες υπηρεσίες και κατέστησαν ληξιπρόθεσμα, δηλαδή καθυστέρησε την καταβολή για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών, χρεών προς το Δημόσιο, το συνολικό ποσό των οποίων, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων και προσαυξήσεων, υπερβαίνει το ποσό των 50.000 Ευρώ.
Ειδικότερα στον ανωτέρω τόπο και χρόνο, παραβίασε την προθεσμία καταβολής των ληξιπροθέσμων χρεών προς το Δημόσιο που είναι βεβαιωμένα στη Δ.Ο.Υ. … και αφορούν λοιπά χρέη και φόρους γενικά, ατομικά και ως ομορρύθμου εταίρου της εταιρείας με την επωνυμία “… Ο.Ε”, συνολικού ποσού εκατό πενήντα χιλιάδων τετρακοσίων δέκα τριών ευρώ και είκοσι ενός λεπτών (150.413,21), συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων και προσαυξήσεων, όπως αυτά αναλυτικά περιγράφονται κατά το ποσό ενός εκατοστού εξ αυτών (των χρεών) του αριθμού πράξης βεβαίωσης, την αιτία του χρέους, το κεφάλαιο, την προσαύξηση και την ημερομηνία καταβολής ενός εκατοστού στον κατωτέρω παρατιθέμενο υπ’ αρ. …2013 πίνακα χρεών, που συνέταξε ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. … ο οποίος αποτελεί ένα όλο με την παρούσα απόφαση”.
Από την σύγκριση του αιτιολογικού της προσβαλλομένης αποφάσεως με το διατακτικό της, προκύπτει ότι, αντί να αλληλοσυμπληρώνονται αντιφάσκουν και αλληλοαναιρούνται μεταξύ τους. Ειδικότερα, στη μείζονα νομική σκέψη του σκεπτικού της, αναλύεται η αντικειμενική υπόσταση της εγκληματικής πράξεως, του άρθρου 66 ν. 4174/2013, το οποίο προβλέπει και τιμωρεί το έγκλημα της φοροδιαφυγής και η στερητική της ελευθερίας ποινή κλιμακώνεται ανάλογα: α) με το ποσό του φόρου που αναλογεί στα φορολογητέα εισοδήματα ή στα περιουσιακά στοιχεία του υπαιτίου οφειλέτη, β) το προς απόδοση ποσό του κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς που δεν αποδόθηκε ή αποδόθηκε ανακριβώς ή επεστράφη ή συμψηφίσθηκε ή εξέπεσε ή διακρατείται, με διακρίσεις αν αφορά απόδοση ΦΠΑ ή άλλο είδος φόρου, το οποίο κατώτερο οριζόμενο, οφειλόμενο ποσό, ανάγεται πάντοτε σε όλες τις περιπτώσεις, στο φορολογικό ή διαχειριστικό έτος και όχι στο συνολικά οφειλόμενο ποσό.
Για την υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών στην ως άνω ουσιαστική ποινική διάταξη, διέλαβε την παραδοχή ότι “αποδίδεται στον κατηγορούμενο η κατηγορία ότι δεν κατέβαλλε στο Δημόσιο, για το χρονικό διάστημα 28-2-2009 έως 28-2-2013, χρέη τα οποία κατ’ έτος δεν υπερβαίνουν το ποσό των 100.000 Ε. και συνεπώς ενόψει της νεότερης νομοθετικής μεταβολής, πρέπει να κηρυχθεί αθώος”.
Στο διατακτικό του όμως, τα εκτιθέμενα σ’ αυτό με πληρότητα πραγματικά περιστατικά δεν υπάγονται στην προαναφερθείσα διάταξη νόμου που διέλαβε στο σκεπτικό του, αλλ’ υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 25 παρ. 1 ν. 1882/1990, και αφορούν χρέη προς το Δημόσιο, και όχι χρέη που συνιστούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της φοροδιαφυγής, όπως αποφυγή πληρωμής ΕΝΦΙΑ, ΕΦΑ, Φ.Π.Α., Φ.Κ.Ε., παρακρατουμένων και επιρριπτομένων φόρων, αποφυγή πληρωμής φόρου πλοίων.
Ως προαναφέρθηκε στη μείζονα της παρούσας νομική σκέψη, η ανωτέρω διάταξη νόμου, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 314 παρ. 1 ν. 3220/2004 και 3 παρ. 1 εδ. α! ν. 3943/2011, που αντικαταστάθηκε από το άρθρο 20 του ν. 4321/2015, (ΦΕΚ Α 32/21-3-2015), και τα ποσά που όριζε στις περιπτώσεις α! και β! αναπροσαρμόσθηκαν με τη παρ. 2 του άρθρου 71 παρ. 2 του ν. 4174/2014, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 8 του ν. 4337/2015, (ΦΕΚ Α 129/17-10-2015).
Η διάταξη αυτή ουδέποτε, ήτοι και πριν τις τροποποιήσεις της με τους νεώτερους και επιεικέστερους ως άνω νόμους, όριζε ότι για την αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος αυτού, (χρεών προς το Δημόσιο), απαιτείται ως στοιχείο αυτού το άθροισμα των οφειλομένων ληξιπροθέσμων χρεών, που οριοθετεί ως κατώτερο όριο, για την κλιμάκωση των επιβαρυντικών περιπτώσεων της, να ανάγεται ανά διαχειριστικό ή φορολογικό έτος, αλλά έθετε ως κατώτερο όριο για την κλιμάκωση αυτήν το συνολικό ληξιπρόθεσμο χρέος που βεβαιώθηκε.
Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι στο πόρισμα της προσβαλλόμενης απόφασης, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του σκεπτικού με το διατακτικό του, και ανάγεται στα στοιχεία του εγκλήματος, για το οποίο αθωώθηκε ο κατηγορούμενος, έχουν εμφιλοχωρήσει αντιφάσεις, με αποτέλεσμα αυτή να στερείται νομίμου βάσεως.
Συνεπώς, ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε’ του Κ.Π.Δ, λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλομένη απόφαση, είναι βάσιμος και πρέπει να γίνει δεκτός. Μετά ταύτα, πρέπει να γίνει δεκτή η …αίτηση αναιρέσεως του Εισαγγελέα Εφετών Θράκης, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση, στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠΔ)”. (areiospagos.gr)