O υπουργός Δικαιοσύνης της Τουρκίας δήλωσε σήμερα ότι τυχόν προσφυγή της αντιπολίτευσης για ακύρωση του δημοψηφίσματος για τη συνταγματική αναθεώρηση, που θα δώσει σαρωτικές εξουσίες στον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, θα απορριφθεί από το Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας και ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δεν έχει καμία δικαιοδοσία να αποφανθεί επί του θέματος.
Το μεγαλύτερο κόμμα της τουρκικής αντιπολίτευσης, το Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό (CHP), ανακοίνωσε χθες Τετάρτη, ότι θα εξαντλήσει όλα τα νομικά μέσα που έχει στη διάθεσή του προκειμένου να επιτύχει την ακύρωση του δημοψηφίσματος προσφεύγοντας είτε στο Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας είτε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μετά την απόρριψη από το τουρκικό Ανώτατο Εκλογικό Συμβούλιο (YSK) των προσφυγών των κομμάτων της αντιπολίτευσης.
“Αν η αντιπολίτευση προσφύγει στο Συνταγματικό Δικαστήριο, εκείνο δεν έχει καμία άλλη επιλογή παρά να απορρίψει την προσφυγή”, δήλωσε ο Μπεκίρ Μποζντάγ στο τηλεοπτικό ειδησεογραφικό δίκτυο A Haber.
“Μπορεί να προσφύγει και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), αλλά δεν μπορεί να έχει αποτέλεσμα ούτε εκεί, γιατί οι συμφωνίες που έχει υπογράψει η Τουρκία δεν δίνουν το δικαίωμα στα κόμματα να προσφεύγουν”.
Ο ίδιος επανέλαβε την κυβερνητική κριτική εις βάρος των ευρωπαίων εκλογικών παρατηρητών, οι οποίοι δήλωσαν ότι το δημοψήφισμα, το οποίο διεξήχθη με την χώρα να τελεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, σημαδεύτηκε από παρατυπίες.
Οι παρατηρητές είπαν ότι η απόφαση της τελευταίας στιγμής των εκλογικών αρχών να επιτρέψουν την καταμέτρηση ψήφων που δεν έφεραν επίσημη σφραγίδα “υπονόμευσε ένα σημαντικό μέτρο ασφαλείας και είναι αντίθετη με το νόμο, ο οποίος αναφέρει με σαφήνεια ότι αυτές οι ψήφοι θα πρέπει να θεωρούνται άκυρες”.
Ο Μποζντάγκ είπε ότι η έκθεση των εκλογικών παρατηρητών είναι μεροληπτική και στερείται αντικειμενικότητας. “Αυτοί που συνέταξαν την έκθεση μεροληπτούν”, δήλωσε ο υπουργός.
Παρατηρητές του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) και του Συμβουλίου της Ευρώπης δήλωσαν πως το δημοψήφισμα της Κυριακής ήταν μια αναμέτρηση με άνισους όρους.