Για τη δημιουργία ενός νέου εργαλείου διευκόλυνσης των στρατηγικών κακοπληρωτών, στην περίπτωση που το νομοσχέδιο για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό τεθεί σε ισχύ με τη σημερινή του μορφή, προειδοποιούν οι τράπεζες. Ανάλογη είναι και η θέση της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία την προηγούμενη εβδομάδα προειδοποίησε ότι το νομοσχέδιο, με την προτεινόμενη μορφή, όχι μόνο δεν θα συμβάλει στην αντιμετώπιση του μεγάλου προβλήματος των «κόκκινων» δανείων, αλλά ενδέχεται να εκτροχιάσει τους στόχους που έχουν τεθεί για τη μείωση των «κόκκινων». Σημειώνεται ότι αν οι τράπεζες δεν καταφέρουν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά το «βουνό» των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που σήμερα ξεπερνούν τα 100 δισ., τότε είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει επίπτωση στην κεφαλαιακή τους βάση. Και αν απαιτηθεί νέα ανακεφαλαιοποίηση τότε αυτή θα γίνει με το νέο θεσμικό καθεστώς που περιλαμβάνει, υπό προϋποθέσεις, και συμμετοχή των καταθέσεων στο «κούρεμα» (bail-in).
Την προηγούμενη εβδομάδα, η γενική γραμματέας της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών (ΕΕΤ) Χαρίκλεια Απαλαγάκη με άρθρο της στην «Κ», αλλά και με επιστολή που απέστειλε το προεδρείο της ΕΕΤ στον υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης Δημήτρη Παπαδημητρίου, χωρίς περιστροφές προειδοποίησαν για τον κίνδυνο ο εξωδικαστικός να μετατραπεί σε έναν νέο νόμο Κατσέλη, ο οποίος θεωρείται ότι ενίσχυσε την κουλτούρα αθέτησης και αποτέλεσε καταφύγιο στρατηγικών επενδυτών.
Δύο είναι τα βασικά σημεία που θέτουν οι τράπεζες: το πρώτο είναι να μη δοθεί η δυνατότητα στον εξωδικαστικό να συμπεριληφθούν δάνεια που δεν σχετίζονται με την επιχειρηματική ή επαγγελματική δραστηριότητα (στεγαστικά, καταναλωτικά κ.ά.), το δεύτερο, και κυριότερο, η λειτουργία του εξωδικαστικού να μην ξεκινήσει χωρίς τη λειτουργία ενός ηλεκτρονικού συστήματος που θα κρίνει αυτόματα αν οι χαμηλού ύψους οφειλές (μεταξύ 20.000 και 50.000 ευρώ) εμπίπτουν ή όχι στις διατάξεις του μηχανισμού.
Επιτελικά στελέχη τραπεζών υπογραμμίζουν ότι τα ποσά οφειλών μεταξύ 20.000 και 50.000 ευρώ αποτελούν λιγότερο από το 5% του συνολικού ύψους οφειλών που μπορούν να ενταχθούν στον εξωδικαστικό, ωστόσο περιλαμβάνουν περισσότερες από 100.000 επιχειρήσεις (κυρίως ατομικές επιχειρήσεις). Ετσι αν οι αιτήσεις κατατεθούν με τον παραδοσιακό τρόπο, και όχι ηλεκτρονικά, είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσουν διαχειριστικό κομφούζιο μπλοκάροντας τη διαδικασία, όπως συνέβη με τον νόμο Κατσέλη.
Υπενθυμίζεται ότι το 2010 η τότε κυβέρνηση Γιώργου Παπανδρέου προχώρησε στη θεσμοθέτηση ενός νόμου, που έμεινε γνωστός ως νόμος Κατσέλη, με στόχο την προστασία της πρώτης κατοικίας αδύναμων κοινωνικών ομάδων. Ενώ η στόχευση του νόμου ήταν σωστή, στην πράξη αποδείχθηκε καταστροφικός για τις τράπεζες, καθώς τα κριτήρια ένταξης ήταν ασαφή χωρίς εισοδηματικούς ή περιουσιακούς περιορισμούς και χωρίς καμία μέριμνα, ώστε γρήγορα και αποτελεσματικά να μπορεί να κριθεί αν ο δανειολήπτης είχε πραγματικό πρόβλημα ή επιδίωκε να επωφεληθεί. Ετσι σήμερα περισσότερες από 150.000 αιτήσεις για ένταξη στον νόμο Κατσέλη (πολλές από αυτές αφορούν στρατηγικούς κακοπληρωτές) περιμένουν τα δικαστήρια ώστε να κριθεί αν μπορούν ή όχι να υπαχθούν στον νόμο με ημερομηνίες εκδίκασης που φτάνουν ακόμα και το 2032!
Η ΕΕΤ με την επιστολή της στον κ. Παπαδημητρίου, ζήτησε διορθωτικές αλλαγές, υπογραμμίζοντας ότι στο νομοσχέδιο υπάρχουν διατάξεις που απειλούν να υπονομεύσουν την αποτελεσματική εφαρμογή του νέου νόμου και να εντείνουν την αντίσταση των συστημικών κακοπληρωτών. Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες, η κυβέρνηση έχει απορρίψει αλλαγές και φαίνεται αποφασισμένη να προχωρήσει στην ψήφιση του νομοσχεδίου.