Η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΚΣΣΕ) αποφάσισε να ανοίξει εκ νέου τη διαδικασία παρακολούθησης για την Τουρκία. Προηγήθηκε το πρωί έντονη συζήτηση στην εαρινή Σύνοδο, στο Στρασβούργο, αναφορικά με τη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών στην Τουρκία, με τα μέλη της ΚΣΣΕ να εμφανίζονται μοιρασμένοι για το κατά πόσο πρέπει να εισαχθεί η διαδικασία παρακολούθησης για την Άγκυρα. Τα μέλη της ΚΣΣΕ κλήθηκαν να τοποθετηθούν επί του σχεδίου ψηφίσματος που ετοιμάστηκε στη βάση έκθεσης, την οποία συνέγραψαν η Ingebjørg Godskesen (Νορβηγία, Ομάδα Ευρωπαίων Συντηρητικών) και η Marianne Mikko (Εσθονία, Ομάδα Σοσιαλιστών). Στην έκθεσή τους, οι εισηγήτριες προτείνουν η Επιτροπή Παρακολούθησης του ΣτΕ να παροτρύνει την Τουρκία να λάβει έκτακτα μέτρα, περιλαμβανομένης της άρσης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης και της απελευθέρωσης βουλευτών και δημοσιογράφων. Επιπλέον, προτείνει όπως η Συνέλευση ανοίξει εκ νέου τη διαδικασία παρακολούθησης, ώστε να εντατικοποιηθεί η συνεργασία με τις τουρκικές Αρχές και όλες τις δυνάμεις στη χώρα. Η έκθεση επίσης εκφράζει την ανησυχία της Επιτροπής Παρακολούθησης σε σχέση με τον εγκλεισμό βουλευτών και δημοσιογράφων, τις επανειλημμένες παραβιάσεις κατά της ελευθερίας της έκφρασης και της ελευθερίας του Τύπου, αλλά και την κατάσταση στη νοτιοανατολική Τουρκία, με αποτέλεσμα την επιδείνωση της λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών. Η Επιτροπή ανησυχεί επίσης για τις συνταγματικές αλλαγές, ιδιαίτερα σε σχέση με τη διάκριση των εξουσιών, την ύπαρξη ελέγχων, την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας και τους όρους διεξαγωγής του δημοψηφίσματος της 16ης Απριλίου 2017. Εκπρόσωποι των πολιτικών ομάδων στην ΚΣΣΕ εμφανίστηκαν διχασμένοι μεταξύ όσων υποστήριζαν πως η Συνέλευση πρέπει να υπερασπιστεί τις αξίες της και να εφαρμόσει τη διαδικασία παρακολούθησης και εκείνων που εξέφραζαν φόβους για αποξένωση της Τουρκίας. Ο Nigel Evans (Ηνωμένο Βασίλειο, Ομάδα Ευρωπαίων Συντηρητικών) αμφισβήτησε τη χρησιμότητα του μέτρου που θέτει την Τουρκία υπό παρακολούθηση, λέγοντας ότι το μέτρο μπορεί να εκληφθεί ως τιμωρητικό. Είπε επίσης ότι πρέπει να συνεχιστεί η διαδικασία των συνομιλιών στην Κύπρο, ώστε να εξευρεθεί μια λύση στο πρόβλημα που συνεχίζεται για δεκαετίες. Ο Martin Poliacik (Σλοβακία, ALDE) κάλεσε την Άγκυρα να παραμείνει σε δημοκρατική πορεία, ενώ εξέφρασε ανησυχία για τις εξελίξεις στη χώρα. Σε σχέση με την πρόθεση επαναφοράς της θανατικής ποινής, είπε ότι αυτό συνιστά «κόκκινη γραμμή» για το ΣτΕ και μια χώρα δεν μπορεί να είναι μέλος της οικογένειάς του, εφόσον εφαρμόσει αυτό το μέτρο. Ο Nikolaj Villumsen (Δανία, Ευρωπαϊκή Αριστερά) αναφέρθηκε στη δήλωση του Τούρκου Προέδρου Ερντογάν, ο οποίος απευθυνόμενος σε όσους άσκησαν κριτική για τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, είχε πει ότι «πρέπει να γνωρίζουν τη θέση τους». «Αυτή είναι μια επίθεση εναντίον του συνόλου της Συνέλευσης» είπε και ζήτησε να αναληφθεί δράση ώστε να βοηθηθεί ο λαός της Τουρκίας. «Είτε θα υποστηρίξουμε τις αξίες της Συνέλευσης, είτε θα βρούμε τη θέση μας» σύμφωνα με την προτροπή του Τούρκου Προέδρου, είπε. Ο Zslot Nemeth (Ουγγαρία, Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα) αμφισβήτησε τη χρησιμότητα της διαδικασίας παρακολούθησης, λέγοντας ότι θα πρέπει αντ’ αυτού να συνεχιστεί η τρέχουσα διαδικασία που έπεται της παρακολούθησης (post-monitoring procedure). Αναγνώρισε, ωστόσο ότι στη θέση αυτή του ΕΛΚ εκφράζονται και κάποιες διαφωνίες εντός της ομάδας. «Δεν καταλαβαίνω γιατί θέτουμε σε κίνδυνο την υπάρχουσα διαδικασία η οποία υποστηρίζεται από τον Γενικό Γραμματέα και την ΕΕ, στιγματίζοντας την Τουρκία με το άνοιγμα εκ νέου της διαδικασίας παρακολούθησης» είπε. Διερωτήθηκε επίσης αν κάποιοι βουλευτές αντιλαμβάνονται τους κινδύνους που ενέχει αυτό για το ΣτΕ, ενώ αναρωτήθηκε αν κάποιοι επιζητούν την απόσυρση της Τουρκίας από τον οργανισμό. Πρέπει να ανοίξουμε εκ νέου τη διαδικασία παρακολούθησης για την Τουρκία είπε ο Stefan Schennach (Αυστρία, Ομάδα Σοσιαλιστών), ενώ πρόσθεσε ότι «υποτίθεται πως είμαστε Οίκος που προασπίζεται αρχές, τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου». Είπε ακόμη ότι η Τουρκία δεν διαθέτει στην πραγματικότητα Πρόεδρο, καθώς ο Ερντογάν δεν ενεργεί εκ μέρους του συνόλου της χώρας, αλλά εκ μέρους του μισού πληθυσμού. Λαμβάνοντας το λόγο κατά τη διάρκεια της συζήτησης, Τούρκοι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ αποκάλεσαν το σχέδιο ψηφίσματος «προκατειλημμένο», μια αναφορά που προκάλεσε την αντίδραση άλλων κοινοβουλευτικών. Ο βουλευτής του ΑΚΡ Kucukcan Talip είπε ότι υπάρχουν αποδείξεις ότι μέλη της αποστολής των παρατηρητών έκαναν χρήση των κοινωνικών δικτύων για να υποστηρίξουν το «Όχι» κατά το δημοψήφισμα στην Τουρκία. Είπε επίσης ότι το άνοιγμα της διαδικασίας παρακολούθησης για την Τουρκία θα βλάψει τις σχέσεις με το ΣτΕ, ζητώντας αντ’ αυτού να συζητηθεί ένας οδικός χάρτης. Ο βουλευτής του ΑΚΕΛ Γιώργος Λουκαΐδης επέδωσε γραπτώς την παρέμβασή του, καθώς δεν υπήρξε αρκετός χρόνος για τις τοποθετήσεις όλων των ομιλητών. Μιλώντας στο τέλος της συζήτησης, η κ. Godskesen είπε ότι «όλοι επιθυμούμε το καλύτερο για τον τουρκικό λαό». Από την πλευρά της η κ. Mikko ανέφερε ότι η διαδικασία παρακολούθησης δεν είναι τιμωρητικό μέτρο και δεν πρέπει να δαιμονοποιείται. «Όλοι μαζί είμαστε πιο δυνατοί», το μήνυμά μας προς τον τουρκικό λαό είναι ότι ενδιαφερόμαστε, κατανοούμε και υποστηρίζουμε την Τουρκία, κατέληξε η βουλευτής από την Εσθονία. Το σχέδιο ψηφίσματος υπερψηφίστηκε με 113 ψήφους υπέρ, 45 κατά και 12 αποχές. Έντονη αντίδραση Άγκυρας Το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε πως καταδικάζει σθεναρά την «άδικη απόφαση» που έλαβε η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης να θέσει τη χώρα υπό καθεστώς επιτήρησης για τα ανθρώπινα δικαιώματα, προσθέτοντας πως η ‘Αγκυρα δεν έχει άλλη επιλογή από το να επανεξετάσει τις σχέσεις της με το σώμα αυτό. «Η απόφαση να ανοίξει εκ νέου η διαδικασία επιτήρησης για την Τουρκία… υπό την καθοδήγηση μοχθηρών κύκλων στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση είναι ντροπή για αυτό το όργανο, που ισχυρίζεται ότι είναι το λίκνο της δημοκρατίας», αναφέρει σε ανακοίνωσή του το υπουργείο, στην οποία προστίθεται ότι η ξενοφοβία και η ισλαμοφοβία «εξαπλώνονται με βία» σε όλη την Ευρώπη. Η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης (PACE) έθεσε την Τουρκία υπό καθεστώς επιτήρησης, εκφράζοντας ανησυχίες για αυτά που όπως υποστηρίζει συνιστούν καταστολή των διαφωνούντων και παραβιάσεις δικαιωμάτων υπό τον πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν καθώς συγκεντρώνει περισσότερες εξουσίες στα χέρια του.