Ενεργά στην αγορά ακινήτων μπαίνουν οι τράπεζες, υιοθετώντας το κυπριακό μοντέλο, δηλαδή την απόκτηση των ακινήτων φιλέτων, σε νησιά ή ακριβές περιοχές, με στόχο την πώλησή τους ή τη διαχείρισή τους. Αμεσος στόχος είναι 10.000 ακίνητα, τα οποία έχουν ήδη επιλεγεί και θα περάσουν στην κυριότητα των τραπεζών είτε μέσα από αναγκαστικά μέτρα είτε με τη συναίνεση των οφειλετών για την οικειοθελή παράδοσή τους στο πλαίσιο συμφωνίας που θα προβλέπει την απαλλαγή τους από το βάρος της οφειλής τους.
Πρόκειται για τα πρώτα οικιστικά ακίνητα που έχουν ήδη επιλεγεί μέσα από τον τεράστιο όγκο της ακίνητης περιουσίας, που φέρει προσημείωση και υπολογίζεται ότι περιλαμβάνει 500.000 σπίτια, καταστήματα, εμπορικά και βιομηχανικά ακίνητα ή ακόμη και αγροτεμάχια. Τόσα (500.000) είναι και τα δάνεια που βρίσκονται σήμερα στο «κόκκινο» και τα οποία έχουν ως υποθήκη ακίνητη περιουσία. Οι τράπεζες συνδέουν ευθέως πλέον την αντιμετώπιση του προβλήματος των «κόκκινων» δανείων με μια αποτελεσματική αγορά ακινήτων, παραπέμποντας στο κυπριακό μοντέλο που προέταξε αυτή την προσέγγιση.
Το μοντέλο
Σημειώνεται ότι στην Κύπρο εκτός από τις πωλήσεις δανείων για την εξυγίανση των τραπεζικών χαρτοφυλακίων, προωθούνται συμφωνίες ανταλλαγής χρέους με ακίνητα (debt for asset swaps), μια πρακτική που σε συνδυασμό με τα φορολογικά και άλλα κίνητρα, που έχει θεσμοθετήσει η κυβέρνηση, αποσκοπεί στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων μέσω και της αναβίωσης της αγοράς ακινήτων. Το μοντέλο έχει δοκιμαστεί τόσο στην Ισπανία όσο και στην Ιρλανδία, που είναι δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα χωρών που αντιμετώπισαν το οξύ πρόβλημα στα τραπεζικά χαρτοφυλάκια και την πτώση της αγοράς των ακινήτων μέσα από την ενεργή διαχείριση μεγάλων οικιστικών μπλοκ ή εμπορικών φιλέτων.
Η διαχείριση
Αρωγός άλλωστε στην προσπάθεια των τραπεζών στη χώρα μας θα είναι οι εταιρείες διαχείρισης «κόκκινων» δανείων, που μετά την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου διευρύνουν τη δραστηριότητά τους, που δεν θα εξαντλείται στη διαχείριση του δανείου, αλλά θα επεκταθεί και στη διαχείριση ακινήτων. Στο πλαίσιο του διευρυμένου έργου που θα μπορούν πλέον να αναλάβουν είναι η εκμίσθωση, η συντήρηση και η επίβλεψη των ακινήτων που έχουν περιέλθει στη κυριότητα των τραπεζών και φυσικά η πώλησή τους ή εν γένει η αξιοποίησή τους.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα προς αυτή την κατεύθυνση θα αποτελέσει η εταιρεία Cepal, που είναι σύμπραξη της Alpha Bank και της Lindorff (που εξαγόρασε την ισπανική Aktua) και η οποία ανέπτυξε αυτό το μοντέλο στην ισπανική αγορά. Η Cepal που έχει ξεκινήσει τη δραστηριότητά της στην ελληνική αγορά, αναπτύσσει σχέδιο συνεργασίας με μεσιτικά γραφεία, προκειμένου να μπορεί να πουλήσει τα ακίνητα για λογαριασμό των τραπεζών ή ακόμη και του οφειλέτη, ενώ στην πλήρη ανάπτυξή της η εταιρεία αναμένεται να δημιουργήσει και δίκτυο συνεργατών για τη συντήρηση ή την ανακατασκευή αυτών των ακινήτων, προκειμένου να διατεθούν σε καλύτερες τιμές.
Οι τιμές
Οι τράπεζες θεωρούν, άλλωστε, ότι σε μεγάλο βαθμό η διόρθωση των τιμών στα ακίνητα έχει ολοκληρωθεί και στον βαθμό που η οικονομία μπει σε τροχιά ανάπτυξης, θα δημιουργηθούν προϋποθέσεις σταδιακής ανάκαμψης και των τιμών. Με δεδομένο μάλιστα ότι τα 10.000 ακίνητα που θα αναλάβουν, είναι ακίνητα πρώτης ζήτησης, η μεταβίβαση τους ή η αξιοποίησή τους θα δώσει ώθηση στην αγορά. Τα σχέδια των τραπεζών αναμένεται να βοηθηθούν και από την ηλεκτρονική διενέργεια των πλειστηριασμών, μέσω της πλατφόρμας που θα λειτουργήσει από τον Σεπτέμβριο και δεν είναι τυχαίο ότι αντίστοιχες πρωτοβουλίες, δρομολογούν και μονομερώς οι ίδιες οι τράπεζες.