Στις 6 Απριλίου, οπότε εισέβαλαν οι Γερμανοί στην Ελλάδα, συμπληρώνονται 76 χρόνια, έπετειος που βρίσκει όμως το γερμανικό Δημόσιο να μην έχει ακόμα ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του και το κυριότερο όλων, να μην έχει αποζημιώσει θύματα της Κατοχής, παρά τις συντονισμένες προσπάθειες, κυρίως φορέων και πολιτών, μεταξύ άλλων και από την περιοχή της Αιγιάλειας
Το 1998, υπενθυμίζεται, ότι εκδόθηκε από το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αιγίου, σε βάρος του γερμανικού Δημοσίου, πλειάδα δικαστικών αποφάσεων, οι οποίες δικαίωσαν εκατοντάδες θύματα και συγγενείς θυμάτων, για τις ζημιές που υπέστησαν από τις θηριωδίες των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής.
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
Ειδκότερα, εκδόθηκαν οι με αριθμούς 91/1998, 92/1998, 93/1998, 94/1998 και 95/1998 αποφάσεις του δικαστηρίου, οι οποίες έχουν πλέον καταστεί αμετάκλητες, σε δίκες στις οποίες συμμετείχαν και ντόπιοι δικηγόροι, αφορούσαν δε πάνω από 750 ενάγοντες πολίτες της περιοχής, με τη δικαιοσύνη να έχει αποφανθεί, στη συντριπτική πλειοψηφία, υπέρ των θυμάτων της ναζιστικής βαρβαρότητας.
ΑΠΑΡΑΓΡΑΠΤΟΙ
Συνολικά, έχουν κατατεθεί, στα Πρωτοδικεία Πατρών, Αιγίου και Καλαβρύτων πάνω από 5.000 αγωγές, τις οποίες χειρίστηκαν 110 αχαιοί δικηγόροι.
Το δικαστήριο Αιγίου συγκεκριμένα, με τις παραπάνω αποφάσεις του, έκρινε ότι οι παράνομες πράξεις του αντιδίκου συνιστούσαν εγκλήματα πολέμου, τα οποία είναι απαράγραπτα.
Ομως οι εκάστοτε υπουργοί δικαιοσύνης, αρνήθηκαν και συνεχίζουν να αρνούνται μέχρι σήμερα, να δώσουν την κατά το άρθρο 923 απαιτούμενη έγκρισή τους, προκειμένου οι δικαιωμένοι πολίτες να επισπεύσουν αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος του γερμανικού Δημοσίου.
ΠΡΟΣΦΕΥΓΟΝΤΕΣ
Οι ήδη δικαιωμένοι πολίτες του Διστόμου, στις περιπτώσεις των οποίων καταγράφεται ακριβώς ίδια δικονομική και ουσιαστική περίπτωση με τους πολίτες της Αιγιάλειας (βάσει της απόφασης του Πρωτοδικείου Αιγίου), επέσπευσαν αναγκαστική εκτέλεση της αμετάκλητης απόφασης τους σε ακίνητα του γερμανικού Δημοσίου (στην Ιταλία ως χώρας μέλους της ΕΕ) και η υπόθεση αφού εξαντλήθηκε σε όλες τις βαθμίδες των δικαστηρίων της γείτονος χώρας συμπεριλαμβανομένου και του Συνταγματικού Δικαστηρίου, έφτασε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, το οποίο αναγνώρισε μεν το προνόμιο της ετεροδικίας του γερμανικού Δημοσίου, αλλά παράλληλα δεν αμφισβήτησε τις διαπραχθείσες παράνομες πράξεις και προέτρεψε τις εμπλεκόμενες πλευρές να έλθουν άμεσα σε συμφωνία καταβολής των αποζημιώσεων. Ομως, τέτοια προσέγγιση μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας δεν έγινε ποτέ.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Συνεπώς τα περαιτέρω βήματα διεκδίκησης, μετά και την άρνηση της Επιτροπής Αναφορών της ΕΕ να φέρει το θέμα προς συζήτηση στα ευρωπαϊκά όργανα, παρά την παρέμβαση του ελληνικού Δημοσίου, είναι αυτά που προτείνονται στο πόρισμα της Διακομματικής Επιτροπής της Βουλής, δηλαδή, η προσφυγή στο Διαιτητικό Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 28 της Συμφωνίας του Λονδίνου της 27-2-1953 «περί εξωτερικών γερμανικών χρεών» η οποία κυρώθηκε από την Ελλάδα με το Ν. 3480/1955 (ΦΕΚ Α΄ 6/1956) και η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
ΡΟΥΣΣΟΣ
Ο δικηγόρος Αιγίου Γιώργος Ρούσσος, μέλος της διοικούσας επιτροπής της Ενωσης Δικηγόρων Αχαΐας για τις γερμανικές αποζημιώσεις, μιλώντας στην «ΠτΔ», σημειώνει:
“Κανένα εθνικό ή διεθνές δικαστήριο δεν αμφισβήτησε την διάπραξη εγκλημάτων πολέμου, ούτε αποφάνθηκε ότι οι απαιτήσεις έχουν παραγραφεί.Οργίζομαι όταν οι μεγαλύτεροι χρεοφειλέτες παγκοσμίως (Γερμανοί), που έχουν ευνοηθεί με μεγάλα κουρέματα χρεών (1923 και 1953), αλλά δεν αποζημίωσαν ποτέ την Ελλάδα, μας κουνούν σήμερα το δάχτυλο. Το ότι πέρασαν τόσα χρόνια δεν σημαίνει τίποτα, εφόσον τα εγκλήματα πολέμου, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, είναι απαράγραπτα».
Και καταλήγει:
«Η Γερμανία σαν χώρα μέλος της ΕΕ, του ΟΗΕ και του Συμβουλίου της Ευρώπης, οφείλει να συμμορφώνεται με τις διατάξεις των συμβάσεων».
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
**Από την έντυπη έκδοση