Τα συγκεκριμένα προσκυνήματα, όπως η ξακουστή Παναγία Μυρτιδιώτισσακαι η Αγία Μόνη, αποτελούν την κορωνίδα των προσκυνημάτων του νησιού, και κάθε χρόνο χιλιάδες πιστοί συρρέουν για να προσκυνήσουν, ενώ είναι νομικά κατοχυρωμένη και εθιμικά αυτοδίκαιη η διαχειριστική υπαγωγή τους σε εκλεγμένη από το Δημοτικό Συμβούλιο Κυθήρων, ειδική επιτροπή (Εγχωρίου Περιουσίας).
Η επιμονή αυτή γεννά ερωτηματικά δεδομένου ότι το θέμα, όπως επισημαίνει ο καθηγητής Διοικητικού Δικαίου Πανεπιστημίου Αθηνών, Πάνος Λαζαράτος , έχει λυθεί ήδη από το 1986 με τελεσίδικη απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας, με εισηγητή τον μετέπειτα υπουργό Δικαιοσύνης Γ.Κουβελάκη. Το θέμα πάντως έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις στο νησί με τους τοπικούς φορείς να διαμαρτύρονται έντονα και να αντιδρούν έντονα. Ηδη μάλιστα ετοιμάζουν τη νομική υπεράσπισή τους, ενόψει της δικαστικής “επίθεσης” -όπως την αντιλαμβάνονται- που δέχονται από την εκκλησία, θεωρώντας πρωτοφανές να στρέφεται εναντίον ενός θεσμού που σφυρηλατήθηκε σε βάθος σχεδόν δυο αιώνων και κατά γενική ομολογία είναι για το συμφέρον του λαού της.
Προσέφυγε στο ΣτΕ
Οπως αναλύει ο καθηγητής Λαζαράτος, με τα παλαιότερα π.δ. 272/1985 και 138/2004 και με το πρόσφατο π.δ. 5/2017 η Επιτροπή Εγχώριας Περιουσίας Κυθήρων και Αντικυθήρων απόκτησε το δικαίωμα να ορίσει με απόφαση της ότι ο Δήμος Κυθήρων αναλαμβάνει την διοίκηση και διαχείριση των ιερών προσκυνημάτων της Παναγίας Μυρτιδιώτισσας, της Αγίας Μόνης και του Αγίου Ιωάννου “εν κρημνώ”. Η Εκκλησία της Ελλάδος, η Μητρόπολη Κυθήρων και ο Μητροπολίτης Κυθήρων προσέβαλαν την διάταξη αυτή του π.δ. 5/2017 με αντίστοιχες αιτήσεις ακυρώσεως που θα δικαστούν στο ΣτΕ την 14.12.2017. . Τα βασικά επιχειρήματα της Εκκλησίας είναι πως:
α) Η επίδικη ρύθμιση είναι αντίθετη με το άρθρο 17 Συντ. (προστασία της ιδιοκτησίας), διότι συνεπάγεται πλήρη και οριστική αφαίρεση περιουσίας υπέρ του Δήμου Κυθήρων.
β) Η επίμαχη ρύθμιση παραβιάζει το αυτοδιοίκητο της Εκκλησίας της Ελλάδος κατ’ άρθρο 3 Συντ. και τον Αποστολικό Κανόνα ΜΑ κατά τον οποίο “ο Επίσκοπος έχει την εξουσίαν των της Εκκλησίας Πραγμάτων”.
γ) Η διάταξη είναι αντίθετη στο άρθρο 13 παρ. 2 Συντ. που κατοχυρώνει την ελευθερία της λατρείας.
δ) Η διάταξη είναι αντίθετη στο άρθρο 966ΑΚ, το οποίο θέτει εκτός συναλλαγής τους ναούς που έχουν τεθεί σε δημόσια λατρεία, όπως συμβαίνει με τα εν λόγω προσκυνήματα.
Έχει λυθεί το θέμα από το 1986
Όπως λέει ο κ. Λαζαράτος, οι αιτήσεις αυτές ακυρώσεως προξενούν ιδιαίτερη εντύπωση στον γράφοντα, δεδομένου ότι όλα τα θέματα που θέτουν, έχουν ήδη λυθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας με την απόφαση του 1956/1986. Τι λέει αυτή η απόφαση ;
Συγκεκριμένα:
“α) Η Εκκλησία της Ελλάδος, και η Μητρόπολη Κυθήρων προβάλλουν δίχως έννομο συμφέρον τον λόγο περί αντισυνταγματικής στερήσεως της ιδιοκτησίας τους. Και τούτο διότι ούτε στα δικόγραφα της δεκαετίας του 80 ούτε στα τωρινά δικόγραφα επικαλούνται στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι τα επίδικα προσκυνήματα αποτελούσαν οποτεδήποτε εκκλησιαστική περιουσία. Αντιθέτως όπως ρητώς τονίζει στην εισήγηση του στην απόφαση 1956/1986 ο Σύμβουλος Επικρατείας Γ. Κουβελάκης η περιουσία των τριών επίδικων προσκυνημάτων ήταν ανέκαθεν διακοινοτική περιουσία των Κυθήρων με βάση το νομικό καθεστώς που διαμορφώθηκε αρχικά με το Σύνταγμα της Ιονίου Πολιτείας και τις Πράξεις Ε’ της Γερουσίας του 1834 και Η΄ της Γερουσίας του 1845, αργότερα δε με τον ν. ΡΝ/1866 και τους νόμους που ακολούθησαν και που περιορίστηκαν στο να ρυθμίζουν ζητήματα διοικητικής αποκλειστικά φύσεως της περιουσίας αυτής.
Αυτή τη λογική αποτυπώνει και το άρθρο 14 παρ. 1 ν. 1416/1984 το οποίο ορίζει ότι η εγχώρια περιουσία των νήσων Κυθήρων και Αντικυθήρων αποτελεί διακοινοτική περιουσία (=ιδιοκτησία) των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως των Κυθήρων και Αντικυθήρων, μετά δε τα άρθρα 180 ν. 3463/2006 και 273 ν. 3850/2010 του Δήμου Κυθήρων. Άρα η περιουσία (=ιδιοκτησία) των τριών ιερών προσκυνημάτων ανήκει στον Δήμο Κυθήρων.
Η διοίκηση και διαχείριση τώρα της εγχώριας περιουσίας Κυθήρων ανήκει ήδη με τον ν. ΡΝ/1866 σε Επιτροπή. Τούτο επιβεβαίωσαν με αλλαγές στην σύνθεση των Επιτροπών ο ν. 2359/1920, το ν.δ. 617/1941 και ο ν. 514/1943 δίχως να θίγουν σε τίποτα το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Με το άρθρο 84 παρ. 2 ν. 1416/1984 ορίστηκε ότι η διαχείριση των τριών προσκυνημάτων ανήκει στην Επιτροπή Εγχώριας Περιουσίας Κυθήρων και Αντικυθήρων.
Άρα η περιουσία των τριών προσκυνημάτων ανήκει στον Δήμο Κυθήρων, ενώ η διοίκηση και διαχείρισή τους ανήκει στην Επιτροπή Εγχώριας Περιουσίας η οποία, απολύτως νόμιμα, έχει σύμφωνα με τα π.δ. 272/1985 και 5/2017 τη δυνατότητα να μεταβιβάσει την διοίκηση και διαχείριση των προσκυνημάτων στον δικαιούχο αυτής της περιουσίας Δήμο.
β) Το αυτοδιοίκητο της Εκκλησίας δεν μπορεί να προσβάλλεται διότι τα τρία αυτά προσκυνήματα ούτε αποδεικνύεται, ούτε πιθανολογείται ότι αποτελούσαν ποτέ εκκλησιαστική περιουσία (έτσι ρητά η ΣτΕ 1956/1986). Ο αποστολικός κανόνας ΜΑ δεν παραβιάζεται διότι το επίμαχο θέμα είναι αποκλειστικά διοικητικής φύσεως. (έτσι ρητά η ΣτΕ 1956/1986).
γ) Η διάταξη δεν είναι αντίθετη στα άρθρα 3 και 13 Συντ. που καθιερώνουν την ελευθερία της λατρείας καθόσον και πάλι τα ρυθμιζόμενα θέματα διοικήσεως και διαχειρίσεως είναι αποκλειστικά διοικητικής φύσεως. Κατά την ρητή διατύπωση της ΣτΕ 1956/1986 “τα τελευταία αυτά θέματα είναι ελεύθερος ο νομοθέτης να τα αντιμετωπίζει, σύμφωνα με τις εξελισσόμενες ανάγκες και περιστάσεις της κοινωνίας όπως κυριαρχικά εκτιμώνται από αυτόν”.
δ) Το άρθρο 966 ΑΚ είναι άσχετο με την υπόθεση. Το άρθρο 966 ΑΚ δεν αποκλείει κάποιον από το να έχει εμπράγματα δικαιώματα επί προσκυνήματος που έχει τεθεί σε δημόσια λατρεία. Με το επίμαχο π.δ. δεν μεταβιβάζεται κυριότητα αλλά δίδεται και πάλι όπως και με το π.δ. 272/1985, η δυνατότητα μεταβιβάσεως της διοικήσεως και διαχειρίσεως των προσκυνημάτων από τον ως τώρα διαχειριστή στον ήδη δικαιούχο της εν λόγω περιουσίας.
4. Όλα τα παραπάνω δύσκολα μπορεί να μεταβληθούν με τη νέα κρίση της υποθέσεως, δεδομένου ότι η ΣτΕ 1956/1986 είναι σαφής και δύσκολα ανατρέψιμη”.