Η έκδοση εντάλματος έρευνας κατοικίας χωρίς σχετική και επαρκή αιτιολόγηση συνιστά παραβίαση του δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής ζωής – Καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου
Υπόθεση Μοδέστου κατά Ελλάδας (51693/13) – Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) 16.3.2017
Απαραβίαστο της κατοικίας και του ιδιωτικού βίου (άρ. 8 ΕΣΔΑ) – Αστυνομική έρευνα και κατάσχεση στοιχείων (Η/Υ και εγγράφων) στην προσωπική κατοικία του προσφεύγοντος, στο πλαίσιο της διερεύνησης της τέλεσης ποινικού αδικήματος – Έκταση/ορισμένο του εντάλματος έρευνας – Δικαστικός έλεγχος
(Α) Για τον έλεγχο της τήρησης της αρχής της αναλογικότητας, λαμβάνονται ιδίως υπόψη οι συνθήκες έκδοσης του εντάλματος, κυρίως δε, τα άλλα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία, το περιεχόμενο και η έκταση του εντάλματος, ο τρόπος διενέργειας της έρευνας (περιλαμβανομένης της παρουσίας ανεξάρτητων παρατηρητών) και η έκταση των πιθανών επιπτώσεων στην εργασία και στη φήμη του θιγόμενου – Πρέπει επίσης να προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο επαρκείς εγγυήσεις έναντι αυθαιρεσιών, όπως η ύπαρξη αποτελεσματικού ελέγχου των λαμβανόμενων μέτρων
(Β) Εν προκειμένω, η επίμαχη έρευνα και κατάσχεση έλαβε χώρα (το Σεπτέμβριο 2010) στο πλαίσιο προκαταρκτικής εξέτασης σε σχέση με δύο άλλα πρόσωπα (τον Χ και τον Ψ).
Το ένταλμα έρευνας κατοικίας πρέπει να έχει κάποια όρια, ώστε να μην είναι δυσανάλογο προς τον επιδιωκόμενο σκοπό του. Εν προκειμένω, το εισαγγελικό ένταλμα έρευνας ήταν διατυπωμένο με γενικούς όρους, καθώς (α) ανέφερε ότι η έρευνα σκοπούσε στην εξακρίβωση του εάν είναι τελεσθεί αξιόποινες πράξεις, όπως η σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, από τον Χ και τον Ψ και από άλλα πρόσωπα συνδεόμενα με αυτούς και (β) επέτρεπε την κατάσχεση οποιουδήποτε αντικειμένου ή εγγράφου που είχε σχέση με την υπόθεση.
Επομένως, το ένταλμα δεν χορηγούσε καμία πληροφορία για τη σχετική διερεύνηση και τα αντικείμενα στα οποία αφορούσε, ειδικότερα, δε, δεν περιείχε λίστα των αντικειμένων ή εγγράφων που είχαν σχέση με τη φύση του υπό έρευνα αδικήματος και καθόριζε τις υπό έρευνα κατοικίες χωρίς αναγραφή των ονομάτων των ιδιοκτητών τους ή των προσώπων που διέμεναν σε αυτές.
Ειδικότερα, το ένταλμα δεν αναφερόταν ονομαστικά στον προσφεύγοντα ούτε περιέγραφε την πιθανή σχέση του με την ερευνώμενη υπόθεση.
Ωστόσο, τα ανωτέρω δικαιολογούνταν από την επιδιωκόμενη συλλογή αποδείξεων σχετικών με υπόνοιες για εγκληματικές ενέργειες που εκτείνονταν σε μεγάλη χρονική περίοδο και στις οποίες εμπλέκονταν περισσότερα πρόσωπα.
Όμως, σε τέτοια περίπτωση, εφόσον δεν προβλέπεται προηγούμενος δικαστικός έλεγχος της νομιμότητας και της αναγκαιότητας του μέτρου, πρέπει να υπάρχουν άλλες εγγυήσεις, ιδίως, όσον αφορά την εκτέλεση του εντάλματος, ικανές να αντισταθμίσουν τις ατέλειες που συνδέονται με την έκδοση και το περιεχόμενο του εντάλματος. Εξάλλου, η απουσία εντάλματος έρευνας μπορεί να αντισταθμιστεί από αποτελεσματικό μεταγενέστερο δικαστικό έλεγχο.
Στην παρούσα υπόθεση, η έρευνα συνοδεύτηκε από ορισμένες διαδικαστικές εγγυήσεις, δοθέντος ότι διατάχθηκε από εισαγγελέα εφετών, που εξέδωσε σχετικό ένταλμα, και πραγματοποιήθηκε από αστυνομικό υπάλληλο, παρουσία εισαγγελικού λειτουργού.
Μολαταύτα, ο προσφεύγων δεν ήταν παρών στην έρευνα, που διήρκεσε 12 ώρες, ούτε προκύπτει από το φάκελο ότι έγινε απόπειρα ενημέρωσής του, παρά τα οριζόμενα στο άρθρο 256 ΚΠΔ.
Στην έλλειψη προηγούμενου δικαστικού ελέγχου, στην αοριστία του εντάλματος και στην απουσία του προσφεύγοντος προστίθεται η έλλειψη δικαστικού ελέγχου αμέσως μετά από την έρευνα, η οποία κατέληξε στην κατάσχεση δύο Η/Υ και εκατοντάδων εγγράφων, χωρίς να εξακριβωθεί ποτέ εάν όλα αυτά τα στοιχεία είχαν άμεση σχέση με το ερευνώμενο αδίκημα.
Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών εξέδωσε την απορριπτική απόφασή του επί της προσφυγής του προσφεύγοντος, με την οποία ζητούσε να κηρυχθεί άκυρη η κατάσχεση, περίπου δύο χρόνια και τέσσερις μήνες μετά από την έρευνα και αφιέρωσε το μεγαλύτερο τμήμα της απόφασής του στο εάν ήταν δυνατή η διεξαγωγή έρευνας και κατάσχεσης στο πλαίσιο προκαταρκτικής εξέτασης.
Υπό τις ανωτέρω συνθήκες, οι εθνικές αρχές παρέλειψαν να δικαιολογήσουν επαρκώς την έκδοση του επίμαχου εντάλματος.
Συνεπώς, η επίμαχη επέμβαση δεν ήταν ανάλογη του σκοπού της. Διαπιστώνεται παραβίαση του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ.
Η απόφαση είναι διαθέσιμη στη γαλλική γλώσσα εδώ(link is external).