Την απλούστευση των κανόνων για τις δημόσιες επενδύσεις στους λιμένες και στους περιφερειακούς αερολιμένες της ΕΕ ενέκρινε σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Με βάση τους νέους κανόνες της Επιτροπής, τα κράτη μέλη μπορούν τώρα να πραγματοποιούν δημόσιες επενδύσεις σε περιφερειακούς αερολιμένες με κίνηση μικρότερη από 3 εκατομμύρια επιβάτες ετησίως χωρίς προηγούμενο έλεγχο εκ μέρους της Επιτροπής.
Με τον τρόπο αυτό, εκτιμάται ότι θα διευκολυνθούν οι δημόσιες επενδύσεις σε περισσότερους από 420 αερολιμένες σε ολόκληρη την ΕΕ (που αντιπροσωπεύουν περίπου το 13 % της εναέριας κυκλοφορίας).
Επίσης, ο νέος κανονισμός επιτρέπει στις δημόσιες αρχές την κάλυψη των λειτουργικών δαπανών των μικρών αερολιμένων με κίνηση έως 200 000 επιβάτες ετησίως.
Αυτοί οι μικροί αερολιμένες αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ήμισυ του συνόλου των αερολιμένων στην ΕΕ, αλλά μόνο το 0,75 % της εναέριας κυκλοφορίας.
Μολονότι αυτοί οι μικροί αερολιμένες μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά στη συνδεσιμότητα μιας περιοχής, δεν είναι πιθανό να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό στην ενιαία αγορά της ΕΕ, εκτιμά η Επιτροπή.
Όσον αφορά τους λιμένες, τα κράτη μέλη μπορούν τώρα να πραγματοποιούν δημόσιες επενδύσεις ύψους έως και 150 εκατ. ευρώ σε θαλάσσιους λιμένες και έως και 50 εκατ. ευρώ σε λιμένες εσωτερικής ναυσιπλοΐας χωρίς προηγούμενο έλεγχο εκ μέρους της Επιτροπής.
Ο κανονισμός επιτρέπει στις δημόσιες αρχές την κάλυψη ορισμένων δαπανών.
Η Επίτροπος Μάργκρετ Βεστάγκερ, αρμόδια για την πολιτική ανταγωνισμού, δήλωσε:
«Με τις σημερινές αλλαγές τα κράτη μέλη θα εξοικονομούν χρόνο και κόπο όταν επενδύουν στους λιμένες και αερολιμένες. Οι νέοι κανόνες επιτρέπουν στην Επιτροπή να εστιαστεί στα μέτρα κρατικών ενισχύσεων που έχουν τον μεγαλύτερο αντίκτυπο για τον ανταγωνισμό στο πλαίσιο της ενιαίας αγοράς, δηλαδή να είναι ‘μεγάλη στα μεγάλα θέματα και μικρή στα μικρά’, προς όφελος όλων των Ευρωπαίων πολιτών».
Εξάλλου, ο νέος κανονισμός της Επιτροπής περιλαμβάνει ορισμένες απλουστεύσεις και στον τομέα του πολιτισμού.
Η Επιτροπή θα εξετάζει μόνο τις υποθέσεις κρατικών ενισχύσεων που αφορούν μεγάλα ποσά ενισχύσεων για πολιτιστικά έργα και αθλητικές εγκαταστάσεις (και μόνο εάν τα εν λόγω μέτρα συνιστούν πράγματι κρατική ενίσχυση, πράγμα που δεν συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις).