29 Μαΐου 1453 «Η Πόλις Εάλω». Η ημέρα Τρίτη θεωρείται αποφράδα μέρα για τον Ελληνισμό γιατί η Κωνσταντινούπολη πέφτει στα χέρια των Τούρκων. Τα ηνία της περνούν από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο που πέθανε στη μάχη στα χέρια του Σουλτάνου.
Η Άλωση του 1453 ήταν το αποτέλεσμα μιας μακράς πορείας αποσύνθεσης του βυζαντινού κράτους και παράλληλης ανάδειξης των Οθωμανών ως της κυρίαρχης ηγεμονικής δύναμης στην περιοχή.
Η κατάσταση στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία πριν την Άλωση
Ακόμη και πριν την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 από τους Φράγκους, η βυζαντινή αυτοκρατορία αντιμετώπιζε τεράστια προβλήματα. Οι τελευταίοι αυτοκράτορες της Μακεδονικής Δυναστείας ήραν τα μέτρα που είχαν λάβει οι προκάτοχοί τους και ευνόησαν τους πλούσιους αξιωματούχους. Συγκεκριμένα κατάργησαν το νόμο του «Αλληλέγγυου» που προστάτευαν τους μικρούς καλλιεργητές από τους εισπράκτορες των φόρων. Επίσης, σταμάτησαν να δίνουν κλήρο γης στους ακρίτες των συνόρων.
Έβαλαν ξένους μισθοφόρους στη θέση και των βυζαντινών στρατιωτών, με το πρόσχημα ότι στοίχιζαν λιγότερα χρήματα στο κράτος. Τα μέτρα αυτά προκάλεσαν αναταραχή στην αυτοκρατορία και δημιούργησαν πολλά εσωτερικά προβλήματα στο κράτος. Σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση βρέθηκαν και οι κάτοικοι των ακριτικών περιοχών, που δεν μπορούσαν πλέον να καταταγούν στο στρατό ως ακρίτες. Εκτός από αυτά η οικονομία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας είχε σχεδόν καταρρεύσει.
Τα κρατικά έσοδα είχαν περιοριστεί και τα έξοδα πολλαπλασιάζονταν. Οι δαπάνες για τη συντήρηση του εμπορικού και του πολεμικού στόλου δεν μπορούσαν να καλυφθούν. Τα καράβια παραμελήθηκαν και το πολεμικό ναυτικό εγκαταλείφθηκε. Η ασφάλεια του Βυζαντίου αλλά και η διακίνηση των προϊόντων ανατέθηκε με συνθήκη στους Βενετούς, στους οποίους δόθηκαν πολλά εμπορικά προνόμια.
Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία δεν αποκαταστάθηκε ποτέ στην παλιά της αίγλη μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους το 1204.
Η ραγδαία εξάπλωση των Οθωμανών
Την ίδια περίοδο εξαπλώθηκε ραγδαία το οθωμανικό κράτος και μετεξελίχθηκε από κρατίδιο με φυλετική βάση σε πολυεθνοτική αυτοκρατορία. Οι Οθωμανοί πέρασαν για πρώτη φορά στην Ευρώπη το 1345 ως σύμμαχοι του διεκδικητή του βυζαντινού θρόνου Ιωάννη Καντακουζηνού.
Μετά την κατάληψη της Καλλίπολης το 1354, απέκτησαν μια σταθερή βάση στη Θράκη, απ’ όπου μπορούσαν να διαπεραιούνται και να λεηλατούν τις ευρωπαϊκές περιοχές. Μέσα σε λίγες δεκαετίες οι Οθωμανοί είχαν καταλάβει μεγάλο μέρος της Βαλκανικής και από το 1394 έως το 1402 έκαναν μια πρώτη απόπειρα να εξαναγκάσουν την Κωνσταντινούπολη σε παράδοση αποκλείοντάς την. Μετά την ανάδειξη στην εξουσία του σουλτάνου Μουράτ Β΄ (1421) το οθωμανικό κράτος ανέκαμψε και η επικράτεια του βυζαντινού αυτοκράτορα περιορίστηκε πάλι στην Κωνσταντινούπολη και κάποιες παράκτιες πόλεις της Θράκης.
Το ναυάγιο για την ένωση των δύο Εκκλησιών
Για τους Βυζαντινούς η μόνη σανίδα σωτηρίας θα ήταν από την ενεργή στρατιωτική βοήθεια από τις χριστιανικές δυνάμεις. Απαραίτητος όρος όμως ήταν η ένωση της βυζαντινής Εκκλησίας με την Εκκλησία της Ρώμης. Η ένωση τελικά συμφωνήθηκε κατά τη σύνοδο της Φεράρας-Φλωρεντίας (1438-1439). Έντονες όμως ήταν οι αντιδράσεις των Ορθοδόξων.
Η ηγεσία των επιτιθέμενων
Την ηγεσία των επιτιθέμενων είχε ο σουλτάνος Μωάμεθ Β’ μαζί με τους αρχιστράτηγους της Ρούμελης και της Ανατολής, Καρατζά και Ισάκ αντίστοιχα. Επίσης συμμετείχαν οι πασάδες Ζαγανός, Μαχμούτ, Σαρουτζά και Χαλίλ, καθώς και ο ναύαρχος Μπαλτάογλου, ο οποίος αντικαταστάθηκε μεσούσης της πολιορκίας από το Χαμζά.
Από την πλευρά των αμυνομένων, υπό τη γενική ηγεσία του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Δράγαση, το στρατιωτικό πρόσταγμα ανήκε στο Γενουάτη Giovanni Giustiniani Longo, ενώ διάφοροι Βυζαντινοί και Ιταλοί διοικούσαν τα σημεία των τειχών που τους είχαν ανατεθεί, ανάμεσά τους ο παπικός λεγάτος Ισίδωρος και ο μέγας δουξ Λουκάς Νοταράς.
Η επίθεση από τους Οθωμανούς
Την άλωση της Κωνσταντινούπολης έθεσε ως βασικό στόχο ο Μωάμεθ Β΄ αμέσως μετά την άνοδό του στην εξουσία (1451). Το 1452 κατασκεύασε το φρούριο του Boğaz kesen (σημερινό Rumeli Hisarı) στην ευρωπαϊκή όχθη του Βοσπόρου, ώστε να ελέγχει το διάπλου των στενών και ξεκίνησε τις προετοιμασίες για την πολιορκία και την κατασκευή των κανονιών. Επίσης, από το φθινόπωρο του 1452 άρχισε η κατάληψη των εκτός της Πόλης βυζαντινών οχυρών.
Στις αρχές Απριλίου του 1453 (σταδιακά από τις 4 έως τις 7 Απριλίου 1453), όπως αναφέρει η Εγκυκλοπαίδεια του Ελληνικού Κόσμου (Encyclopedia of the Hellenic World), οι οθωμανικές δυνάμεις συγκεντρώθηκαν μπροστά στην Κωνσταντινούπολη και στις 12 Απριλίου ξεκίνησε ο βομβαρδισμός των χερσαίων τειχών και οι προσπάθειες υπόσκαψής τους. Μέχρι την τελική έφοδο μεγάλο μέρος των τειχών, ιδιαίτερα στο μεσαίο τμήμα τους, είχε υποστεί σημαντικές ζημιές. Στις 18 Απριλίου απέτυχε μία πρώτη έφοδος στα τείχη.
Στις 20, έπειτα από επιτυχημένη προσπάθεια τεσσάρων πλοίων να σπάσουν τον κλοιό του οθωμανικού στόλου και να μπουν στον Κεράτιο κόλπο, ο σουλτάνος καθαίρεσε το ναύαρχο Μπαλτάογλου και στις 22 κατόρθωσε να περάσει μέρος του στόλου του διά ξηράς στον Κεράτιο. Οι πολιορκημένοι προστάτευαν έως τότε την είσοδο στον κόλπο με μια αλυσίδα και με παραταγμένα πλοία. Η είσοδος των τουρκικών πλοίων εξέθεσε το ευάλωτο βόρειο τείχος της Πόλης σε επίθεση και ανάγκασε τους αμυνομένους να αραιώσουν ακόμη περισσότερο τις ισχνές δυνάμεις τους.
Άλλες πρωτοβουλίες του πολιορκητή που εντυπωσίασαν τους συγχρόνους ήταν η κατασκευή ενός θωρακισμένου πολιορκητικού πύργου και μια πλωτή γέφυρα από βαρέλια στο μυχό του Κεράτιου κόλπου. Παρά την καταπόνηση των τειχών, δύο ακόμη γενικές έφοδοι, στις 7 και 12 Μαΐου, απέτυχαν. Στις 21 Μαΐου οι Βυζαντινοί απέρριψαν πρόταση του σουλτάνου να παραδώσουν με ευνοϊκούς όρους την Πόλη.
Τα δραματικά γεγονότα
Τις πρώτες πρωινές ώρες της 29ης Μαΐου, οι τουρκικές δυνάμεις εισχώρησαν στα τείχη στην πύλη του Αγίου Ρωμανού, η οποία είχε υποστεί τις μεγαλύτερες καταστροφές. Η αντίσταση των αμυνομένων κατέρρευσε όταν ο βαριά τραυματισμένος Giustiniani εγκατέλειψε το πεδίο της μάχης, δημιουργώντας πανικό.
Επακολούθησε θανατηφόρος συνωστισμός μεταξύ του εξωτερικού και του εσωτερικού τείχους και στη συνέχεια οι Τούρκοι εισήλθαν στην Πόλη εξοντώνοντας όσους αντιστέκονταν. Κατά τη φάση της κατάρρευσης της αντίστασης στα τείχη σκοτώθηκε και ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος.
Οι υπόλοιποι σκοτώθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν, ενώ η αιχμαλωσία ήταν και η μοίρα του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού. Ο Μωάμεθ έκανε τη θριαμβευτική είσοδό του στην Πόλη.
«Η Πόλις Εάλω»
«Και ρίχτηκε με τ’ άτι του μες στων εχθρών τα πλήθια. Το πύρινο το βλέμμα του σκορπούσε την τρομάρα και το σπαθί του τη θανή. Στα χάλινά του στήθια εξέσπασε η όργητα σε βροντερή κατάρα. Εθόλωσαν τα μάτια του. Τ’ αγνό το μέτωπό του, θαρρείς, ο φωτοστέφανος της Δόξας τ’ αγκαλιάζει. Κ’ έπεσε χάμου ο Τρανός! Θρηνήστε το χαμό του. Μα, μη! Σε τέτοιο θάνατο ο θρήνος δεν ταιριάζει. Κ’ έπεσε χάμου ο Τρανός! Κυλίστηκε στο χώμα ένας Τιτάν π’ ακόμα χτες εστόλιζ’ ένα θρόνο, κ’ εσφάλισε — οιμένανε! — για πάντ’ αυτό το στόμα που κάθε πίκρα ρούφαγε κ’ έχυν’ ελπίδες μόνο. Μαρμαρωμένε Βασιλιά, πολύ δε θα προσμένεις. Ένα πρωί απ’ τα νερά του Βόσπορου κει πέρα θε να προβάλει λαμπερός μιας Λευτεριάς χαμένης ο ασημένιος ήλιος. Ω δοξασμένη μέρα! “Μαρμαρωμένε βασιλιά», αναφέρει ο Έλληνας ποιητής και πεζογράφος Κώστας Γ. Καρυωτάκης.
Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το Οθωμανικό κράτος μετατράπηκε σε ισχυρή αυτοκρατορική δύναμη με επεκτατικό προσανατολισμό και αποτελούσε μεγάλη απειλή για τα ευρωπαϊκά κράτη. Σε ό,τι αφορά τους χριστιανούς, η άλωση καθόρισε την αποτυχία της ένωσης των Εκκλησιών.