Τουλάχιστον 700 εκατ. ευρώ υπολογίζεται να είναι το κόστος της θερμικής παραγωγής εάν η συμμετοχή του λιγνίτη στο ενεργειακό μείγμα, διατηρηθεί έως το 2030 στο 30%. Την πρόβλεψη αυτή έκανε από το ενεργειακό συνέδριο της Ελληνικής Εταιρείας Ενεργειακής Οικονομίας (Hellenic Association for Energy Economics – HAEE), χθες ο αντιπρόεδρος του ΣΕΒ και της Elpedison κ. Αναστάσιος Καλλιτσάντσης, εκτιμώντας ότι μέχρι τότε, η τιμή των δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων προβλέπεται να φτάσει στα επίπεδα των 30 ευρώ τον τόνο.
Αφορμή είναι η συζήτηση που έχει ανοίξει για τον νέο ενεργειακό σχεδιασμό, που έχει υποχρέωση να καταθέσει η χώρα μας ως τον Σεπτέμβριο και που τα στελέχη του κλάδου ζήτησαν η επιχειρηματική κοινότητα να συμμετέχει ενεργά.
«Καλύπτουμε τους στόχους για το 2030 λόγω εισαγωγών αλλά και της κρίσης. Εάν ένα εργοστάσιο λιγνίτη λειτουργεί τουλάχιστον 7.000 ώρες το 24ωρο, το κόστος παραγωγής θα φτάσει τα 90 έως 100 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Πως θα μπορέσει να επιβιώσει η βιομηχανία με τέτοιες τιμές»; αναρωτήθηκε ο Αντιπρόεδρος του ΣΕΒ.
Τα στελέχη της αγοράς εκτίμησαν ότι τα επόμενα χρόνια θα αυξηθεί η συμμετοχή των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα, προβλέποντας ότι θα διπλασιαστεί ως το 2050 και αυτό θα δημιουργήσει νέα δεδομένα στην αγορά ηλεκτρισμού.
«Τα 2030 πιστεύουμε ότι το φυσικό αέριο θα είναι φθηνότερο από το λιγνίτη. Θεωρούμε δεδομένο ότι θα έχουμε αύξηση ΑΠΕ γιατί διαφορετικά δεν θα πιάσουμε τους στόχους της ΕΕ για τους οποίους η χώρα μας, καλείται να συνεισφέρει» επισήμανε από την πλευρά του ο επικεφαλής της Protergia του ομίλου Μυτιληναίου κ. Ντίνος Μπενρουμπή. Περιγράφοντας το μέλλον της αγοράς, εκτίμησε ότι το φυσικό αέριο θα μείνει στα ίδια επίπεδα, στο λιγνίτη θα φύγουν κάποιες μονάδες και ενδεχομένως να προστεθούν κάποιες άλλες και ότι η κατανάλωση θα ανέβει. «Άρα μακροπρόθεσμα δεν θα έχουμε έλλειμμα ενέργειας». Ο κ. Μπενρουμπή, σημείωσε ότι η μεγαλύτερη ανάπτυξη θα προέλθει από τα αιολικά στα νησιά και μίλησε και για την ραγδαία ανάπτυξη που θα έχει η αγορά του LNG. Όπως τόνισε όμως θα πρέπει να υπάρξει ενθάρρυνση της χρήσης και οι τιμές του ΔΕΣΦΑ στην Ρεβυθούσα δεν ευνοούν.
Σε ότι αφορά τον τομέα του φυσικού αερίου, οι ομιλητές του συνεδρίου αναφέρθηκαν στις νέες χρήσεις που θα έρθουν και στην Ελλάδα, όπως το υγροποιημένο και το συμπιεσμένο φυσικό αέριο τόσο στις μεταφορές όσο και στην τροφοδοσία αποκεντρωμένων περιοχών. «Οι φυσικές αγορές του είναι ο τομέας των μεταφορών και κυρίως οι θαλάσσιες και οδικές μεταφορές, τομείς με ιδιαίτερη ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια» σημείωσε ο κ. Γιώργος Πολυχρονίου, Συντονιστής Διευθυντής Δραστηριοτήτων Στρατηγικής, Ανάπτυξης, Διοικητικών & Πληροφορικής της ΔΕΠΑ.