-Με την πράξη τακτοποιήσεως και αναλογισμού αποζημιώσεως λόγω ρυμοτομίας δεν ενεργείται ατομικώς αναγνώριση δικαιούχων ή υποχρέων αποζημιώσεως, αλλά προσδιορίζεται βάσει τεχνικών στοιχείων η αναλογία της συμμετοχής κάθε μίας ιδιοκτησίας στην καταβλητέα αποζημίωση, η δε περαιτέρω, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, αναγνώριση των δικαιούχων και υποχρέων αποζημιώσεως ανήκει στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων. Επομένως, ζητήματα ιδιωτικού δικαίου, όπως ζητήματα κυριότητας, παραγραφής ή μη της αξιώσεως αποζημίωσης ή παραιτήσεως από αυτήν, δεν συνιστούν λόγο προσβολής της πράξης τακτοποίησης και αναλογισμού αποζημιώσεως. Ιδιωτικά ακίνητα αποκτούν την ιδιότητα του κοινοχρήστου χωρίς την καταβολή αποζημιώσεως, εφόσον προβλέπονται από το εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως κοινόχρηστοι χώροι και η κοινοχρησία είναι αποτέλεσμα τη ς βούλη ση ς του ιδιοκτήτη, ρητής ή συναγομένης εμμέσως από ενέργειές του, ή προκύπτει από πραγματική κατάσταση διατηρηθείσα επί μακρό χρόνο κατ’ ανοχή του ιδιοκτήτη. Για τη μετάθεση συνεπώς της κυριότητας ακινήτων υπέρ του οικείου οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως δεν αρκεί οποιαδήποτε ενέργεια διαθέσεως του ακινήτου στην κοινή χρήση, αλλά πρέπει να υπάρχουν οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις, η συνδρομή των οποίων ελέγχεται παρεμπιπτόντως από τη Διοίκηση και κοίνεται οριστικώς από τα αρμόδια πολιτικά δικαστήρια.
-Ολόγος εφέσεως, σύμφωνα με τον οποίο μη νομίμως ελήφθη υπόψη έγγραφο του Δήμου Αθηναίων, ο οποίος δεν είχε το χαρακτή ρα διάδικης διοικητικής αρχής, είναι αβάσιμος. Τούτο δε διότι, πάντως, ο Δήμος Αθηναίων, κατά του οποίου στράφηκαν, μεταξύ άλλων, οι εφεσίβλητοι με την αίτηση ακυρώσεως, είναι η διοικητική αρχή που, αφενός, συνέταξε την πράξη εφαρμογής που κυρώθηκε με την προσβλη θείσα με την αίτηση ακυρώσεως νομαρχιακή απόφαση και, αφετέρου, η αρχή ενώπιον της οποίας υποβλήθηκε η κατά της πράξης εφαρμογής ένσταση των εφεσιβλήτων, το δε Διοικητικό Εφετεϊο, ο Πρόεδρος του οποίου, άλλωστε, παράγγειλε την επίδοση της αιτήσεως ακυρώσεως και στον συντάξαντα την
πράξη εφαρμογής Δήμο Αθηναίων, είχε τη νόμιμη δυνατότητα να ζητήσει από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Δήμου την αποστολή οποιωνδήποτε κρίσιμων στοιχείων για τη διάγνωση της υπόθεσης, ώστε αυτά να ληφθούν υπόψη κατά την εκδίκαση της αιτήσεως ακυρώσεως. Πρέπει, επομένως, ο λόγος εφέσεως αυτός να απορριφθεί.
-Η ακύρωση με την εκκαλούμενη απόφαση της απόφασης του Νομάρχη Αθηνών, με την οποία είχε κυρωθεί πράξη αναλογισμού, για τον λόγο ότι δεν προέκυπτε από την κυρωτική της πράξης αναλογισμού απόφαση ούτε από τα στοιχεία του φακέλου αν το ρυμοτομηθέν ακίνητο δεν είχε πράγματι καταστεί κοινόχρηστο πριν ρυμοτομηθεί και αν οφειλόταν πράγματι αποζημίωση για τη ρυμοτόμησή του, δεν αιτιολογείται νομίμως. Τούτο δε, διότι οι εφεσίβλητοι δεν είχαν αμφισβητήσει την, καταρχήν, υποχρέωση αποζημίωσης των ιδιοκτησιών που αποτελούσαν το ρυμοτομηθέν ακίνητο, η οποία, άλλωστε, αποτελεί τον κανόνα επί ρυμοτομικών απαλλοτριώσεων, ούτε είχαν ισχυρισθεί με την ένσταση ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις της, κατ’ εξαίρεση, μη οφειλής αποζημίωσης, ούτε, τέλος, είχαν προβάλει λόγο ακυρώσεως με αυτό το περιεχόμενο, η δε εξέταση του ζητήματος αυτού αυτεπαγγέλτως από το διοικητικό εφετείο, η οποία οδήγησε σε ακύρωση της προσβληθείσης νομαρχιακής αποφάσεως, δεν ήταν νόμιμη.
-Με την αίτηση ακυρώσεως προβάλλεται ότι μη νομίμως εκδόθηκε η κυρωτική της πράξης αναλογισμού προσβαλλόμενη νομαρχιακή απόφαση σε βάρος των εφεσιβλήτων – αιτούντων, διότι οι ίδιοι απέκτησαν την ωφελούμενη από τον επίμαχο κοινόχρηστο χώρο ιδιοκτησία τους μετά τη δημιουργία του, με αποτέλεσμα αυτοί να επωμίζονται για δεύτερη φορά το τίμημα της πολεοδομικής ωφέλειας, που έχει ήδη ενσωματωθεί στην τιμή απόκτησης των ακινήτων τους. Ο λόγος είναι απορριπτέος, διότι κρίσιμο στοιχείο για το περιεχόμενο και τη νομιμότητα της πράξης αναλογισμού είναι η ταυτότητα των ωφελουμένων και βαρυνομένων με την υποχρέωση αποζημίωσης ιδιοκτησιών καθ’εαυτών και όχι η ταυτότητα των επιμέρους ιδιοκτητών της καθεμιάς από αυτές και, επομένως, ο επιμερισμός του βάρους που φέρει κάθε ιδιοκτησία κατ’ εφαρμογή της πράξης αναλογισμού μεταξύ των ιδιοκτητών είναι ζήτημα που δεν αφορά το τεχνικό μέρος της πράξης, οι δε διαφορές που ανακύπτουν σχετικώς υπάγονται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων.
-Με την αίτηση προβάλλεται ότι, μετά την πάροδο μακρού χρόνου από την τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου της περιοχής και τη δημιουργία του κοινόχρηστου χώρου, το δικαίωμα αναλογισμού της σχετικής αποζημίωσης έχει υποκύψει σε παραγραφή, Ο λόγος αυτός, η αποδοχή του οποίου θα είχε ως συνέπεια να μην αποζημιωθούν οι ιδιοκτήτες των ρυμοτομη θέντων για δημόσια ωφέλεια ακινήτων κατά παράβαση του άρθρου 17 του Συντάγματος, είναι απορριπτέος προεχόντως διότι η κατάρτιση και, περαιτέρω, η κύρωση της πράξης αναλογισμού αποζημιώσεων αποτελεί δημοσίου δικαίου δικαίωμα μη υποκείμενο σε παραγραφή. Είναι, τέλος, για τον ίδιο λόγο, απορριπτέος ο ισχυρισμός ότι η κύρωση της επίμαχης πράξης αναλογισμού συνιστά, υπό τις προεκτεθείσες συνθήκες, καταχρηστική άσκηση δικαιώματος, απαγορευμένη από το άρθρο 28ι του Αστικού Κώδικα, το οποίο διέπει την άσκηση ιδιωτικών δικαιωμάτων και δεν έχει πεδίο εφαρμογής στο δημόσιο δίκαιο.