Προδικαστικά ερωτήματα στάλθηκαν στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Το ΣτΕ είχε μπλοκάρει τους διαγωνισμούς για την πρόσληψη καθαριστριών με ατομικές συμβάσεις εργασίας στα νοσοκομεία
Ξεπέρασε τα ελληνικά σύνορα το ζήτημα των προσλήψεων προσωπικού στους τομείς καθαριότητας, εστίασης (διανομής γευμάτων, κ.λπ.) και φύλαξης (security) στα νοσοκομεία της χώρας με ατομικές συμβάσεις εργασίας και απασχολεί πλέον τους Ευρωπαίους δικαστές.
Και αυτό γιατί το Γ΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας απέστειλε στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) τρία προδικαστικά ερωτήματα σχετικά με το ζήτημα της συμβατότητας των συμβάσεων με το ενωσιακό δίκαιο.
Υπενθυμίζεται ότι το περασμένο έτος το ΣτΕ είχε μπλοκάρει τους διαγωνισμούς για την πρόσληψη καθαριστριών με ατομικές συμβάσεις εργασίας στα νοσοκομεία και τα εποπτευόμενα από το υπουργείο Υγείας νομικά πρόσωπα που πραγματοποιήθηκαν ή είχαν δρομολογηθεί να πραγματοποιηθούν στο πλαίσιο του άρθρου 97 του νόμου 4368/2016 και τη σχετική εγκύκλιο του υπουργού Υγείας Ανδρέα Ξανθού. Όμως, μετά την έκδοση των αποφάσεων του ΣτΕ, άλλαξε το νομοθετικό πλαίσιο.
Έτσι, εισήχθησαν στο Γ΄ Τμήμα του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου δύο υποθέσεις προκειμένου να κριθούν με την διαδικασία της πιλοτικής δίκης (νόμος 3900/2010) και υπό το φως του νέου νομοθετικού πλαισίου του νόμου 4430/2016.
Τις σχετικές δύο αιτήσεις ακύρωσης τις έχει καταθέσει εταιρεία στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, αλλά με την διαδικασία του νόμου 3900/2017 εισήχθησαν για να κριθούν (πιλοτική δίκη) στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο.
Με τις δύο αιτήσεις κατά πρώτον προσβάλλεται η έγκριση έκδοσης προκηρύξεων για:
1) την πρόσληψη προσωπικού (59 τραπεζοκόμων-σερβιτόρων, 8 βοηθών μαγείρων και 6 λαντζιέρηδων) με σύναψη ατομικών συμβάσεων εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου (24 μηνών), κατ’ εφαρμογή του άρθρου 63 του ν. 4430/2016 για τις ανάγκες εστίασης και σίτισης του νοσοκομείου «Ο Ευαγγελισμός» και
2) την σύναψη 35 ατομικών συμβάσεων εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου (24 μηνών) για τις ανάγκες καθαριότητας των εσωτερικών χωρών και του περιβάλλοντα χώρου του Γενικού Ογκολογικού Νοσοκομείου Κηφισιάς «Οι Άγιοι Ανάργυροι».
Κατά δεύτερον, προσβάλλεται η έγκριση σύναψης 35 ατομικών συμβάσεων εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου για τις ανάγκες καθαριότητας των εσωτερικών χώρων και του περιβάλλοντος χώρου του Γενικού Ογκολογικού Νοσοκομείου Κηφισιάς «Οι Άγιοι Ανάργυροι».
Επίσης, παρεμβάσεις έχουν ασκήσει στο Συμβούλιο της Επικρατείας 7 εταιρείες παροχής υπηρεσιών καθαριότητας, ασφαλείας, κ.λπ.
Τώρα, το Γ΄ Τμήμα του ΣτΕ κλήθηκε να αποφανθεί υπό το νέο νομοθετικό πλαίσιο (άρθρο 63 του ν. 4430/2016) για το ζήτημα των προσλήψεων προσωπικού στους τομείς καθαριότητας, εστίασης, κ.λ.π. στα νοσοκομεία της χώρας με ατομικές συμβάσεις εργασίας υπό το φως του Συντάγματος και του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με την υπ’ αριθμ. 1305/2017 απόφασή του το εν λόγω Τμήμα, με πρόεδρο την αντιπρόεδρο Αικατερίνη Συγγούνα και εισηγητή τον πάρεδρο Ιωάννη Παπαγιάννη, επιφυλάχθηκε να εκδώσει οριστική απόφαση, καθώς απέστειλε τρία προδικαστικά ερωτήματα στο ΔΕΕ για μείζονος ενδιαφέροντος, όπως τα χαρακτηρίζει, νομικά ζητήματα.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας θα επανέλθουν για οριστική απόφαση αφού πρώτα εκδοθεί η απόφαση των Ευρωπαίων συναδέλφων τους επί των τριών ερωτημάτων που τους έθεσαν.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας πριν καταλήξουν στην αποστολή προδικαστικών ερωτημάτων προς το ΔΕΕ, ασχολήθηκαν με τη συμβατότητα του νόμου 4430/2016 με το ευρωπαϊκό δίκαιο και διερωτήθηκαν αν οι συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου στους τομείς της καθαριότητας, της σίτισης/εστίασης, της φύλαξης, κ.λπ. που μπορεί να συναφθούν είναι δυνατόν να θεωρηθούν ότι εμπίπτουν την έννοια της «απασχόλησης», που προβλέπεται ως επιτρεπόμενη παρέκκλιση από την οδηγία 2014/24/ΕΕ για τις δημόσιες προμήθειες.
Δηλαδή, σημείο προβληματισμού για τους συμβούλους Επικρατείας αποτέλεσε το αν η προσφυγή των δημοσίων αρχών σε άλλα μέσα, συμπεριλαμβανομένων των συμβάσεων απασχόλησης, κατ’ αποκλεισμό των δημοσίων συμβάσεων, είναι επιτρεπτή κατά το δίκαιο της Ένωσης και υπό ποιους ενδεχομένως όρους.
Στο σημείο αυτό οι σύμβουλοι Επικρατείας εκφράζουν προβληματισμούς σχετικά με το αν οι προσλήψεις αυτές αποσκοπούν στην αντιμετώπιση έκτακτων περιστάσεων που χαρακτηρίζονται ως απρόβλεπτες ή επείγουσες, χωρίς ωστόσο να δικαιολογούν το έκτακτο, επείγον, απρόβλεπτο, επαναλαμβανόμενο του χαρακτήρα τους, όπως και τον συνεχώς επεκτεινόμενο χαρακτήρα τους σε διάφορους κλάδους απασχόλησης. Να σημειωθεί ότι το καθεστώς των εν λόγω προσλήψεων ξεκίνησε από τον χώρο τον καθαριστριών και επεκτάθηκε στην ασφάλεια, την εστίαση, κ.τ.λ.
Παράλληλα, οι Έλληνες δικαστές θέτουν ζήτημα της διασφάλισης των οικονομικών συμφερόντων των αρμοδίων υπουργείων, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η αποδοτικότερη δυνατή χρήση των δημοσίων πόρων.
Κατά τους συμβούλους Επικρατείας ανακύπτει και το ερώτημα «αν λόγοι δημοσίου συμφέροντος ή έκτακτες περιστάσεις, όπως αυτά που οδήγησαν στη θέσπιση του επίμαχου νομοθετικού μέτρου (άρθρο 63 ν. 4430/2016), αποτελούν, κατά την έννοια των κανόνων του δικαίου της Ένωσης, επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος που δικαιολογούν έναν σοβαρό περιορισμό στην άσκηση θεμελιωδών ελευθεριών, όπως η ελευθερία εγκατάστασης και το δικαίωμα ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, ώστε να μην οδηγούν σε καταστρατήγηση των κανόνων αυτών».
Τα ερωτήματα
Τα τρία ερωτήματα που στάλθηκαν στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι τα εξής:
1) Κατά την έννοια του άρθρου 10 περ. ζ΄ της οδηγίας 2014/24, αρκεί για το χαρακτηρισμό μιας σύμβασης ως «σύμβασης απασχόλησης» ότι αποτελεί σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ή πρέπει η σύμβαση αυτή να συνοδεύεται από ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (π.χ. ως προς το είδος της εργασίας, τις συνθήκες σύναψης, τα προσόντα των υποψηφίων, τα στοιχεία της διαδικασίας επιλογής τους), ώστε η επιλογή κάθε εργαζομένου να είναι αποτέλεσμα εξατομικευμένης κρίσης και υποκειμενικής εκτίμησης της προσωπικότητάς του από τον εργοδότη; Συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου οι οποίες καταρτίζονται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, όπως ο χρόνος ανεργίας του υποψηφίου, η προηγούμενη εμπειρία ή ο αριθμός των ανήλικων τέκνων, κατόπιν ενός τυπικού ελέγχου δικαιολογητικών και μιας προκαθορισμένης μοριοδότησης των ως άνω κριτηρίων, όπως οι συμβάσεις του άρθρου 63 του ν. 4430/2016, μπορούν να θεωρηθούν ως «συμβάσεις απασχόλησης» κατά την έννοια του άρθρου 10 περ. ζ΄ της οδηγίας 2014/24;
2) Κατά την έννοια των διατάξεων της οδηγίας 2014/24 (άρθρα 1 παρ. 4, 18 παρ. 1 και 2, 19 παρ. 1, 32 και 57, σε συνδυασμό με την 5η αιτιολογική σκέψη), της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρα 49 και 56) και του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (άρθρα 16 και 52), καθώς και των αρχών της ίσης μεταχείρισης, της διαφάνειας και της αναλογικότητας, η προσφυγή των δημοσίων αρχών σε άλλα μέσα, συμπεριλαμβανομένων των συμβάσεων απασχόλησης, κατ’ αποκλεισμό των δημοσίων συμβάσεων, προκειμένου να εκπληρώνουν οι ίδιες υποχρεώσεις δημοσίου συμφέροντος, είναι επιτρεπτή και υπό ποιές, ενδεχομένως, προϋποθέσεις, όταν η προσφυγή αυτή δεν έχει χαρακτήρα πάγιας οργάνωσης της δημόσιας υπηρεσίας, αλλά – όπως στην περίπτωση του άρθρου 63 του ν. 4430/2016 – γίνεται για ορισμένη χρονική περίοδο και για να αντιμετωπισθούν έκτακτες περιστάσεις, καθώς και για λόγους που ανάγονται στην αποτελεσματικότητα του ανταγωνισμού ή τη νομιμότητα της λειτουργίας των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην αγορά δημοσίων συμβάσεων; Λόγοι με το περιεχόμενο αυτό, καθώς και περιστάσεις όπως η αδυναμία απρόσκοπτης εκτέλεσης δημόσιας σύμβασης ή η επίτευξη μείζονος δημοσιονομικού οφέλους έναντι μιας δημόσιας σύμβασης, μπορούν να θεωρηθούν ως επιτακτικοί λόγοι γενικού συμφέροντος, που δικαιολογούν τη λήψη ενός μέτρου που οδηγεί σε έναν σοβαρό σε έκταση και διάρκεια περιορισμό της επιχειρηματικής δραστηριότητας στο πεδίο των δημοσίων συμβάσεων;
3) Κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 89/665, όπως ισχύει, εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής της η δικαστική προστασία κατά απόφασης δημόσιας αρχής, όπως οι προσβαλλόμενες στην κύρια δίκη, για την ανάθεση σύμβασης που φέρεται ως μη εμπίπτουσα στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2014/24 (π.χ. ως «σύμβαση απασχόλησης»), όταν την προσφυγή ασκεί οικονομικός φορέας που θα είχε έννομο συμφέρον να του ανατεθεί όμοια δημόσια σύμβαση και ισχυρίζεται ότι παρανόμως δεν εφαρμόσθηκε η οδηγία 2014/24 υπό την αντίληψη ότι ήταν επιτρεπτή η μη εφαρμογή της;