Οι εισαγγελείς δεν θα μπορούν πλέον να στέλνουν άλλες παραγγελίες για ελέγχους στην Α.Α.Δ.Ε., αλλά μόνο αναφορές με πληροφορίες, τις οποίες – αν θέλει κι αν έχει χρόνο – θα ελέγχει η Α.Α.Δ.Ε.
“Μπλόκο” στην δυνατότητα των οικονομικών εισαγγελέων να δρομολογούν εξονυχιστικούς φορολογικούς ελέγχους σε οικονομικά ισχυρούς μεγαλοκαταθέτες του εξωτερικού και του εσωτερικού, οι υποθέσεις των οποίων περιλαμβάνονται στις γνωστές πλέον “λίστες” υπόπτων για φοροδιαφυγή (λίστα Λανγκάρντ, λίστα Μπόργιανς, λίστα των “65 CD” κ.λπ.) έστησαν ο υπουργός Οικονομικών Ε. Τσακαλώτος, σε συνεργασία με την ηγεσία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και τους εκπροσώπους των δανειστών.
Όπως προκύπτει από το κείμενο του νέου αναθεωρημένου Μνημονίου που υπέγραψε ο κ. Τσακαλώτος, η κυβέρνηση θα συμπεριλάβει στο πολυνομοσχέδιο με τα προαπαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή της συμφωνίας επικαιροποίησης του Μνημονίου διατάξεις που θα προβλέπουν:
α) τoν περιορισμό των αρμοδιοτήτων των οικονομικών εισαγγελέων στην διερεύνηση ενός περιορισμένου αριθμού σημαντικών υποθέσεων ποινικά κολάσιμων πράξεων φοροδιαφυγής και στην εποπτεία ενός ξεχωριστού σώματος ελεγκτών για τον σκοπό αυτό
β) την παροχή της δυνατότητας στην Α.Α.Δ.Ε. να επιλέγει εκείνη ποιες από τις εκκρεμείς εισαγγελικές παραγγελίες για φορολογικούς ελέγχους θα εκτελέσει!
Υπό το πρόσχημα τού να μη θιγεί η ανεξαρτησία της Α.Α.Δ.Ε. προαναγγέλλονται διατάξεις-σοκ με τις οποίες αναμένεται να επιβραδυνθούν ακόμη περισσότερο οι ρυθμοί διενέργειας των ελέγχων στους μεγαλοκαταθέτες της Ελβετίας και άλλων ξένων και ελληνικών τραπεζών οι οποίοι περιλαμβάνονται στις γνωστές λίστες υπόπτων για μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγή. Κι αυτό διότι, σύμφωνα με τις νέες διατάξεις, η εποπτεία των ελέγχων αυτών μεταφέρεται αποκλειστικά στην Α.Α.Δ.Ε., η οποία θα έχει μόνη αυτή το δικαίωμα να επιλέγει από δω και πέρα ποιες από τις εκκρεμείς εισαγγελικές παραγγελίες για ελέγχους σε πρόσωπα που βρίσκονται στις γνωστές λίστες θα εκτελέσει και ποιες θα θέσει στο αρχείο, ενώ από την άλλη πλευρά οι αρμοδιότητες των οικονομικών εισαγγελέων θα περιοριστούν μόνο στη διερεύνηση περιορισμένου αριθμού υποθέσεων μεγάλης φοροδιαφυγής. Επιπλέον, οι οικονομικοί εισαγγελείς θα πάψουν να έχουν την εποπτεία σε όλες τις υπηρεσίες του φοροελεγκτικού μηχανισμού, όπως προβλέπεται σήμερα προκειμένου να διευκολύνονται στις έρευνές τους, και θα περιοριστούν στο να εποπτεύουν ομάδες ελεγκτών εκτός Α.Α.Δ.Ε., που θα τους χορηγήσει η κυβέρνηση!
Κάτω από τον παραπλανητικό τίτλο “βελτίωση των μεθόδων καταπολέμησης της φοροδιαφυγής”, στο κείμενο του επικαιροποιημένου Μνημονίου απαριθμούνται, ειδικότερα, οι ακόλουθες προαπαιτούμενες ενέργειες στις οποίες θα πρέπει να προβεί άμεσα το υπουργείο Οικονομικών:
1) Προώθηση νομοθετικών ρυθμίσεων που θα έχουν ως στόχους:
α) να καταστήσουν τις αρμοδιότητες του οικονομικού εισαγγελέα (όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο 17 Α του Ν. 2523/1997) “συνεπείς” με την ανεξαρτησία της Ανεξάρτητης Αρχής για τα δημόσια έσοδα
β) να επιτρέψουν στους εισαγγελείς να στέλνουν πληροφορίες στη φορολογική διοίκηση (στην Α.Α.Δ.Ε.) σαν μια απλή πληροφόρηση χωρίς να την δεσμεύουν, αφήνοντας στη φορολογική διοίκηση (στην Α.Α.Δ.Ε.) τη διακριτική ευχέρεια για το τι πρέπει να κάνει σχετικά με τις πληροφορίες
γ) να εξαιρεθούν η φορολογική διοίκηση και το προσωπικό της από την υποχρέωση να λαμβάνουν και να εκτελούν εντολές των Οικονομικών Εισαγγελέων για τη διενέργεια ελέγχων και ερευνών. Η παραπάνω νομοθεσία θα τεθεί σε ισχύ τον Ιούλιο του 2017 μετά την ίδρυση της κατάλληλης ελεγκτικής και ερευνητικής δομής που θα βρίσκεται υπό την εποπτεία των Οικονομικών Εισαγγελέων.
2) Εκπόνηση ενός κειμένου βασικών κατευθύνσεων πολιτικής για την αποσαφήνιση των κύριων αξόνων και του χρονοδιαγράμματος της μεταρρύθμισης για τη βελτίωση του μοντέλου συνεργασίας μεταξύ της δικαιοσύνης και της φορολογικής διοίκησης για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής υψηλού επιπέδου με στόχο τον εξορθολογισμό των ανταγωνιστικών και αλληλοεπικαλυπτόμενων αρμοδιοτήτων.
Το ανωτέρω “έγγραφο πολιτικής για τη βελτίωση της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής” θα αποσαφηνίσει τους αντίστοιχους ρόλους του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης και του συστήματος φορολογικής διοίκησης.
Σύμφωνα, ειδικότερα, με τα όσα διευκρινίζονται λίγο πιο κάτω στο κείμενο του επικαιροποιημένου Μνημονίου, οι βασικές αρχές που θα διέπουν τη σχέση εισαγγελέων και Α.Α.Δ.Ε. θα είναι, ειδικότερα, οι εξής:
α) Η νομοθεσία θα διασφαλίζει ότι οι αρμοδιότητες του οικονομικού εισαγγελέα είναι συνεπείς με την ανεξαρτησία της Α.Α.Δ.Ε.
β) Το σύστημα της ποινικής δικαιοσύνης θα επικεντρώνεται στην καταπολέμηση ενός περιορισμένου αριθμού σημαντικών υποθέσεων ποινικά κολάσιμης φορολογικής απάτης, με σκοπό να φέρει τις υποθέσεις αυτές σε τελική δικαστική απόφαση μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα.
γ) Οι αρχές θα παράσχουν ειδικούς πόρους οι οποίοι θα τεθούν υπό την επίβλεψη και καθοδήγηση του οικονομικού εισαγγελέα, με αποστολή να ασχολείται με τις προαναφερθείσες περιπτώσεις φορολογικής απάτης υψηλού επιπέδου και την εκτέλεση των εντολών των εισαγγελέων στον τομέα αυτό. Αυτοί οι πόροι δεν θα βρίσκονται στην Α.Α.Δ.Ε. Οι εν λόγω πόροι θα εξασφαλίζουν επαρκή αριθμό ελεγκτών και άλλου ειδικευμένου προσωπικού. Καμία νέα εντολή εισαγγελέα δεν θα σταλεί στην Α.Α.Δ.Ε.
δ) Το έγγραφο πολιτικής θα προτείνει λύσεις για τη διαχείριση των εκκρεμών υποθέσεων των εισαγγελέων (σ.σ. των εκκρεμών εισαγγελικών παραγγελιών για ελέγχους σε οικονομικά ισχυρούς φορολογούμενους που περιλαμβάνονται στις γνωστές λίστες)
ε) Οι κανόνες σχετικά με τις καταγγελίες θα επανεξεταστούν προκειμένου να διασφαλιστεί ότι μόνο σχετικές και τεκμηριωμένες καταγγελίες θα πρέπει να διερευνηθούν πλήρως.
στ) Θα τεθεί σε εφαρμογή μηχανισμός συντονισμού, υπό την αιγίδα των οικονομικών εισαγγελέων και των εισαγγελέων διαφθοράς και μεταξύ της φορολογικής διοίκησης, της νέας μονάδας και των λοιπών υπηρεσιών έρευνας, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ανταλλαγή πληροφοριών, η ιεράρχηση και η αποτελεσματική διαχείριση των υποθέσεων, βάσει αντικειμενικών κριτηρίων ανάλυσης κινδύνου, αφού ληφθούν υπόψη οι περιορισμένοι πόροι και η αποφυγή της παράλληλης διερεύνησης σε υποθέσεις στις οποίες έχουν ξεκινήσει ή βρίσκονται σε εξέλιξη έρευνες για ποινικά κολάσιμα οικονομικά εγκλήματα.
ζ) Οι αρχές θα καταργήσουν τις νομικές διατάξεις που επιτρέπουν στους εισαγγελείς να απαιτούν από την Α.Α.Δ.Ε. να διενεργεί ελέγχους και ενέργειες έρευνας και θα εγκρίνουν νομοθεσία που θα επιτρέπει στην Α.Α.Δ.Ε. να ενεργεί επιλεκτικά σε εισαγγελικές παραγγελίες που έχουν προηγουμένως ληφθεί (που είναι εκκρεμείς).