Από τη θεωρία (των φραστικών αμφισβητήσεων) στην πράξη (των στρατιωτικών παραβιάσεων) περνάει πλέον η Αγκυρα, κατά τρόπο μάλιστα ανησυχητικά μεθοδευμένο, «αναβαθμίζοντας» τις γκρίζες τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο μέσα από ένα μπαράζ πρωτοβουλιών που μόνο διαθέσεις καλής γειτονίας δεν δείχνουν.
Το γεγονός δε ότι οι εν λόγω παραβιάσεις έρχονται μόλις λίγα 24ωρα μετά την κατά τα φαινόμενα «εποικοδομητική» συνάντηση Τσίπρα-Ερντογάν στο Πεκίνο αλλά και μετά τη «θετική» συνάντηση των αρχηγών ΓΕΕΘΑ Ευ. Αποστολάκη και Χ. Ακάρ στην Αθήνα, προβληματίζει έντονα ως προς τις πραγματικές διαθέσεις της τουρκικής πλευράς.
Δύο πυραυλάκατοι του τουρκικού πολεμικού ναυτικού παραβίασαν χθες το μεσημέρι τα ελληνικά χωρικά ύδατα κοντά στο Αγαθονήσι. Εκαναν ένα 20λεπτο παράνομο πέρασμα από τα ελληνικά νερά στο πλαίσιο ναυτικής άσκησης (της καλούμενης «Θαλασσόλυκος 2017»), ειδοποιήθηκαν να απομακρυνθούν από το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, και τελικώς απομακρύνθηκαν, έχοντας ωστόσο εν τω μεταξύ στείλει το μήνυμα της αμφισβήτησης των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο.
Με ανακοίνωση που εξέδωσε χθες το βράδυ, το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών αποκήρυξε το περιστατικό της «παραβίασης ελληνικών χωρικών υδάτων από σκάφη του τουρκικού πολεμικού ναυτικού στην περιοχή του Αγαθονησίου» ως «κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου».
Η αναφορά σε «δυνάμεις» προφανώς αφήνει υπόνοιες για κύκλους στη γείτονα που με τη δράση τους συνδαυλίζουν την ένταση στα ελληνοτουρκικά, ενδεχομένως ακόμη και «ανεξάρτητα» από τις κατευθυντήριες διαθέσεις της τουρκικής πολιτικής ηγεσίας, μιας ηγεσίας η οποία… μέσα στα μίτινγκ άλλα λέει εκφράζοντας τον σεβασμό της προς τις Συνθήκες.
Τέτοιοι κύκλοι θα μπορούσαν προφανώς να υπάρχουν στο τουρκικό στράτευμα, στην τουρκική αντιπολίτευση (σε κεμαλιστές και εθνικιστές), αλλά και μέσα στο κυβερνητικό ισλαμοσυντηρητικό κατεστημένο.
Ελεγχόμενη ένταση
Από την άλλη, ωστόσο, και πέρα από τις όποιες «δυνάμεις», είναι πια σαφές ότι η Τουρκία ακολουθεί σε κεντρικό επίπεδο (και όχι απλώς σε επίπεδο «κύκλων») μια στρατηγική ελεγχόμενης έντασης σε ελληνοτουρκικά και Κυπριακό, με τον ορατό κίνδυνο αυτή η ένταση να βγει κάποια στιγμή εκτός ελέγχου… από ατύχημα ή από πρόθεση.
Ηταν 23 Απριλίου όταν ο υπουργός Αμυνας της Τουρκίας, Φικρί Ισίκ, δήλωσε (απαντώντας σε αιχμές της κεμαλικής αντιπολίτευσης) ότι «δεν πρόκειται να αποδεχθεί τετελεσμένα» ελληνικής κυριαρχίας στο κατοικημένο Αγαθονήσι.
Και ήταν μόλις 24ωρα μετά, στις 26 Απριλίου, όταν ο θεωρητικά «ήπιος» υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Ομέρ Τσελίκ, επανήλθε στο θέμα διακηρύσσοντας πως «το Αγαθονήσι είναι τουρκικό έδαφος». Στην πορεία, η Αγκυρα έσπευσε με ένα μπαράζ από παράνομες NAVTEX και NOTAM να «δεσμεύσει» παρανόμως περιοχές στο Αιγαίο αλλά και νοτίως του Καστελόριζου για διαφόρων ειδών ασκήσεις και έρευνες. Αμφισβητώντας την ύπαρξη υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ στο νησιωτικό σύμπλεγμα του Καστελόριζου, οι Τούρκοι μπαίνουν σφήνα στα ύδατα μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου, φτάνουν μέχρι την Αίγυπτο και διεκδικούν λόγο στους ενεργειακούς σχεδιασμούς της ανατολικής Μεσογείου.
Με το να αμφισβητούν τις κυριαρχικές αρμοδιότητες της Ελλάδας, από την άλλη, στο… μισό Αιγαίο, οι Τούρκοι επιχειρούν να παγιώσουν ένα καθεστώς επιχειρησιακής «συνδιαχείρισης», «συνευθύνης» και «συγκυριαρχίας» σε περιοχές αποκλειστικά ελληνικής ευθύνης.
Επιχειρούν μάλιστα να «επιβάλουν» τα ναυτικά κέντρα της Σμύρνης και της Αττάλειας ως αρμόδια για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας σε μεγάλο μέρος του Αιγαίου. «Τι σημασία έχει τι είναι δικό σας και τι δικό μας όταν πρόκειται για επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης;» είχε διερωτηθεί φωναχτά ο Τούρκος ΥΠΕΞ Μ. Τσαβούσογλου από την Αθήνα πέρυσι τον Μάρτιο.
Απέναντι στις γκρίζες τουρκικές διεκδικήσεις, η Αθήνα έχει σύμμαχο της διεθνείς Συνθήκες: Των Παρισίων του 1947, με την οποία παραχωρούνται τα Δωδεκάνησα «ως και τας παρακειμένας νησίδας» «εν πλήρει κυριαρχία» στην Ελλάδα. Της Λωζάνης του 1923, με την οποία «παραμένουσιν υπό την τουρκικήν κυριαρχίαν» μόνο «αι νήσοι, αι κείμεναι εις μικροτέραν απόστασιν των τριών μιλίων της ασιατικής ακτής». Και του Μοντρέ του 1936, με την οποία καταργείται η αποστρατικοποίηση των νησιών Λήμνου και Σαμοθράκης.