Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας αθώωσε τον χειριστή γερανού που κατέπεσε στην παραλία των Φοινικούδων της Λάρνακας, στις 10 Οκτωβρίου του 2012 με αποτέλεσμα να προκαλέσει το θάνατο μίας γυναίκας.
Ο χειριστής απαλλάχθηκε από τις 15 συνολικά κατηγορίες που αντιμετώπιζε και αφορούσαν την πρόκληση θανάτου λόγω απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης, παράλειψη καθηκόντων προσώπων που είναι υπεύθυνα για επικίνδυνα πράγματα, αμελείς πράξεις που προκαλούν σωματική βλάβη και βαριάς σωματικής βλάβης.
Ο γερανός είχε τοποθετηθεί στην Οδό Νικολάου Λανίτη στη Λάρνακα, για έργα που γίνονταν τότε στο κτίριο του Δημοτικού Μεγάρου και κατέπεσε κάθετα επί της Λεωφόρου Αθηνών, την οποία απέκοψε ενώ το συγκεκριμένο βράδυ επικρατούσαν άσχημες καιρικές συνθήκες με παροδικές καταιγίδες που συνοδεύονταν σε μερικές περιπτώσεις από σχεδόν θυελλώδεις ανέμους.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο ο χειριστής δεν απασφάλισε πλήρως τον γερανό και προκάλεσε την πτώση του, με αποτέλεσμα να επέλθει ο θάνατος της Βρετανίδας Christine M. Coleman και ο τραυματισμός τριών ακόμα ατόμων.
Επίσης κατηγορήθηκε ότι ενώ είχε την αποκλειστική ευθύνη του γερανού, κατά τρόπο αμελή παρέλειψε να πάρει τις αναγκαίες προφυλάξεις εναντίον κάθε πιθανού κινδύνου που απορρέει από ένα τέτοιο μηχάνημα.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι «δεν υπάρχει ούτε ίχνος μαρτυρίας» ότι ο κατηγορούμενος «δεν έλαβε όλες τις ενδεδειγμένες ενέργειες για να απασφαλίσει το γερανό ώστε να περιστρέφεται με τη φορά του ανέμου. Το ότι ήταν ο τελευταίος χειριστής (του γερανού) δεν αποδεικνύει από μόνο του και μάλιστα σε ποινική υπόθεση, που θα πρέπει να είναι πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι παρέλειψε να πάρει τις αναγκαίες προφυλάξεις, που είχαν σαν αποτέλεσμα τη πτώση του γερανού».
Συγκεκριμένα το Δικαστήριο έκρινε ότι ο χειριστής, απασφάλισε μερικώς το φρένο του γερανού, συνεπώς, προέβη στην ενδεδειγμένη ενέργεια πλήρους απασφάλισης, άσχετα αν αυτό δεν έγινε τελικά, αφού, σύμφωνα με όλες τις μαρτυρίες, δεν μπορεί να γίνει μερική απελευθέρωση του μηχανήματος.
Στην απόφαση του το Δικαστήριο αναφέρει ακόμα ότι «ουσιαστικά ο κατηγορούμενος έπραξε αυτό που του καταλογίζει η Αστυνομία ότι δεν έπραξε, δηλαδή να απενεργοποιήσει το φρένο» κρίνοντας ταυτόχρονα ότι ο χειριστής δεν φέρει ευθύνη επειδή το φρένο τελικά δεν απενεργοποιήθηκε πλήρως.
Για το συγκεκριμένο σημείο το Δικαστήριο έθεσε ερωτήματα για τους ελέγχους που έτυχε ο γερανός τόσο από την ιδιοκτήτρια εταιρεία όσο και από Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας, αναφορικά με το τηλεχειριστήριο με το οποίο απελευθερώνεται το φρένο.
Συγκεκριμένα αναφέρθηκε ότι 10 περίπου μήνες πριν το δυστύχημα, το τηλεχειριστήριο καταστράφηκε από κεραυνό και αντικαταστάθηκε από άλλης κατασκευής μηχάνημα το οποίο, ωστόσο δεν ελέγχθηκε εάν ήταν συμβατό.
Σημειώνεται ότι το νέο χειριστήριο δεν διέθετε λειτουργία ειδοποίησης του χειριστή πως το φρένο περιστροφής είχε απελευθερωθεί και, σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου αυτό το κενό δημιούργησε ρήγμα στην προσπάθεια της Κατηγορούσας Αρχής να αποδείξει την ενοχή του χειριστή.
Το Δικαστήριο έκρινε ακόμα ότι δεν έχει αποδειχθεί ότι η πτώση του γερανού «επήλθε από επικίνδυνη ή παράνομη πράξη του κατηγορουμένου ή και αμέλεια του ή και ότι υπέχει οιανδήποτε ευθύνη ή και συνδέεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο με την μη πλήρη απασφάλιση του γερανού. Ούτε φυσικά έχει αποδειχθεί ποιες προφυλάξεις, είτε εύλογες είτε αναγκαίες, θα έπρεπε να είχε λάβει και δεν έλαβε έχοντας υπόψη την ώρα που ο κατηγορούμενος χειρίστηκε τον γερανό (10.30 πμ) και την ώρα που αυτός έπεσε (20.30μμ).
Το Δικαστήριο αναφέρθηκε ακόμα και στο «θέμα της φύλαξης του γερανού μετά το συμβάν και κατά πόσον υπήρχε κίνδυνος παρέμβασης σ’ αυτόν δεδομένου ότι τη φύλαξη για αρκετές μέρες δεν είχε ούτε η Αστυνομία αλλά ούτε το Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας».
Επίσης άφησε αιχμές αναφορικά με την διερεύνηση της υπόθεσης από την Αστυνομία δεδομένου όπως σημειώνει ότι «αντί ο γερανός, μετά από ένα τραγικό ατύχημα που η πτώση του επέφερε το θάνατο ενός ανθρώπου και τον τραυματισμό τριών άλλων, να είναι στα χέρια της Αστυνομίας ή στα χέρια του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας» μεταφέρθηκε στις αποθήκες της ιδιοκτήτριας εταιρείας, ενέργεια που το Σώμα χαρακτήρισε «τουλάχιστον απαράδεκτη που δεν αρμόζει στην ευθύνη που είχαν οι ανακριτικές αρχές».
Σημείωσε ακόμα ότι «από τη στιγμή του συμβάντος και εφόσον υπήρχε διερεύνηση ποινικών ευθυνών, ο γερανός, ειδικότερα αφού αποτελούσε τεκμήριο, το τελευταίο μέρος που θα έπρεπε να μεταφερθεί ήταν οι αποθήκες της ιδιοκτήτριας εταιρείας που είχε κάθε λόγο να επέμβει στο τεκμήριο αυτό» λαμβάνοντας υπόψη ότι το Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας είχε πρόσβαση στο μηχάνημα αρκετές μέρες μετά. (sigmalive.com)