Όταν γράφεις στα παλαιότερα των υποδημάτων σου τα δικαστήρια, τότε δεν θα πρέπει να έχεις παράπονο γιατί η υπόθεση εκδικάστηκε στην απουσία σου. Αυτό το μήνυμα έστειλε το Ανώτατο Δικαστήριο επικυρώνοντας την ενοχή πολίτη ο οποίος καταδικάστηκε ερήμην για παράλειψη καταβολής εισφορών στις Kοινωνικές Aσφαλίσεις.
Από τα γεγονότα προκύπτει ότι στον εν λόγω πολίτη επιδόθηκε κατηγορητήριο αλλά παρέλειψε να παρουσιαστεί στο Δικαστήριο, το οποίο διεξήγαγε δίκη στην απουσία του και στη βάση της αδιαμφισβήτητης μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιόν του, κρίθηκε ένοχος. Ο καταδικασθείς άσκησε έφεση διαμαρτυρόμενος για το γεγονός ότι η δίκη διεξήχθη στην απουσία του.
Το Εφετείο, με συνοπτικές διαδικασίες απέρριψε την έφεση. Κατ’ αρχάς το Εφετείο αναφέρθηκε στη γενική αρχή ότι «ένας κατηγορούμενος έχει το δικαίωμα να είναι παρών στη δίκη εκτός εάν η παρουσία του δεν θεωρηθεί απαραίτητη. Σε σοβαρές ποινικές υποθέσεις μόνον κατ’ εξαίρεση, το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει, κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας να προχωρήσει σε ακρόαση-απόδειξη, στην απουσία του κατηγορουμένου».
Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο υπέδειξε ότι «η υπό εξέταση υπόθεση αφορούσε σε οφειλόμενη εισφορά κοινωνικών ασφαλίσεων και πρόσθετου τέλους κοινωνικών ασφαλίσεων. Δεν ήταν επομένως ιδιαίτερα σοβαρή υπόθεση και θεωρούμε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια προχωρώντας στην απόδειξη της υπόθεσης εναντίον του κατηγορούμενου-εφεσείοντα, στην απουσία του, δεδομένου ότι του είχε δεόντως επιδοθεί το κατηγορητήριο και ο κατηγορούμενος ήταν απών.
Δεν υπήρχε οποιαδήποτε ένδειξη ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι υπήρχε οποιοσδήποτε λόγος, πέραν της θελήσεως του κατηγορουμένου, για τον οποίον ο κατηγορούμενος δεν εμφανίστηκε ενώπιον του δικαστηρίου.
Επομένως το πρωτόδικο δικαστήριο έχοντας ενώπιον του μια όχι ιδιαίτερα σοβαρή ποινική υπόθεση και έχοντας ως δεδομένο ότι έγινε κανονική επίδοση στον κατηγορούμενο και αυτός επέλεξε να μην εμφανιστεί ενώπιον του δικαστηρίου, ορθώς, κατά την κρίση μας, προχώρησε στην περαιτέρω εκδίκαση-απόδειξη της υπόθεσης, ακούοντας δηλαδή μάρτυρα κατηγορίας, στην απουσία του κατηγορουμένου».
Υπό αυτά τα δεδομένα το Εφετείο επικύρωσε την καταδίκη.