Η σαφήνεια στο νόμο, με την οποία καθιερώθηκε ακυρότητα διαθήκης που αναφέρεται σε ανύπαρκτο πρόσωπο –με ορισμένες εξαιρέσεις– αφαιρούσε κάθε υπόβαθρο στην προσπάθεια εκτελεστή διαθήκης, να ζητήσει την επικύρωσή της.
Αυτό αποφάνθηκε το Εφετείο το οποίο ανέτρεψε πρωτόδικη απόφαση.
Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης ο αποβιώσας είχε δύο διαθήκες. Με την πρώτη καθιστούσε κληροδόχο συγκεκριμένη γυναίκα και άλλο πρόσωπο ως εκτελεστή. Με τη δεύτερη καθιστούσε κληροδόχους άλλα δύο πρόσωπα. Στην πρώτη περίπτωση η κληροδόχος απεβίωσε δύο ημέρες πριν από τον θάνατο του προσώπου που έκανε τη διαθήκη.
Ο κατονομαζόμενος εκτελεστής της πρώτης διαθήκης έλαβε δικαστικά μέτρα ζητώντας την επικύρωση της πρώτης διαθήκης και την ταυτόχρονη ακύρωση της δεύτερης. Οι δύο εν ζωή κληρονόμοι, ζήτησαν διαγραφή της αγωγής, αλλά το δικαστήριο απέρριψε τη σχετική αίτησή τους και η υπόθεση οδηγήθηκε στο Εφετείο, το οποίο πέντε χρόνια μετά εξέδωσε την απόφασή του.
Με αναφορά στις πρόνοιες του νόμου που διέπει τις διαθήκες, το Εφετείο υπέδειξε ότι «η κληροδοσία σε πρόσωπο το οποίο, κατά το χρόνο του θανάτου του διαθέτη, ήταν ανύπαρκτο, δεν είναι έγκυρη, με μόνη εξαίρεση τις περιπτώσεις που καθορίζονται στις επιφυλάξεις του.
Αυτές πραγματεύονται ειδικά την κληροδοσία σε τέκνο ή άλλο απόγονο του διαθέτη, ο οποίος δεν ευρίσκεται εν ζωή κατά το χρόνο του θανάτου του είτε γιατί αυτό κυοφορείται είτε γιατί έχει αποβιώσει.
Στις ειδικές αυτές περιπτώσεις, παρά την ανυπαρξία του κληροδόχου κατά τον χρόνο του θανάτου του διαθέτη, η κληροδοσία διασώζεται κατ’ εξαίρεση».
Στην προκειμένη περίπτωση δεν ίσχυε οποιαδήποτε από τις εξαιρέσεις του κανόνα. Υπεδείχθη περαιτέρω ότι «η κληροδοσία αποτελεί δωρεά με διαθήκη και, ως δωρεά προϋποθέτει την ύπαρξη δωρητή και δωρεοδόχου.
Η απουσία του δωρεοδόχου στερεί τη δωρεά του αντικειμένου της».
Κρίθηκε λοιπόν ότι ο κατονομαζόμενος εκτελεστής της διαθήκης δεν είχε δικαίωμα να προωθεί οποιοδήποτε δικαστικό μέτρο, αφού ουσιαστικά ήταν εκτελεστής μιας άκυρης διαθήκης. Ως αποτέλεσμα η απόφαση με την οποία υπήρξε άρνηση του πρωτόδικου δικαστηρίου να διαγράψει την αγωγή, ανατράπηκε.