Στο τέλος της φτάνει φέτος το καλοκαίρι η αντίστροφη μέτρηση για τους υπερχρεωμένους επιχειρηματικούς κλάδους στην Ελλάδα, καθώς μεγαλώνει καθημερινά η λίστα των εταιρειών, από δεκάδες τομείς δραστηριοποίησης, που βγαίνουν προς πώληση. Με βάση τους πιο μετριοπαθείς υπολογισμούς, εκτιμάται ότι την επόμενη τριετία στη χώρα μας θ’ αλλάξουν χέρια περιουσιακά στοιχεία άνω των 30 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 16,26% του εγχώριου ΑΕΠ το 2016. Το σήμα εκκίνησης έχει δοθεί από τις αρχές της χρονιάς από τις τράπεζες, αφού άρχισαν πλέον να ανακοινώνουν πωλήσεις εταιρειών σε πολλούς και διάφορους κλάδους, προκειμένου να μειώσουν την έκθεσή τους από δευτερεύοντα περιουσιακά στοιχεία (non core assets), που δεν συνάδουν με τις τραπεζικές τους εργασίες.
Οι κλάδοι που περιλαμβάνουν τις υπερδανεισμένες επιχειρήσεις είναι κυρίως οι εξής: 1) χαλυβουργία, 2) ξενοδοχεία, 3) κατασκευές, 4) κλωστοϋφαντουργία, 5) υλικά συσκευασίας, 6) ιδιωτικές κλινικές και νοσηλευτήρια, 7) έπιπλο, 8) υλικά συσκευασίας.
Ανά περίπτωση
Ο κλάδος της χαλυβουργίας αποτελεί έναν από τους πλέον υπερχρεωμένους κλάδους, με συνολικές οφειλές άνω του 1,2 δισ. ευρώ. Η Alvarez & Marshal έχει πραγματοποιήσει σχετική μελέτη έπειτα από παραγγελία των πιστωτριών τραπεζών και σύμφωνα με πληροφορίες, μεταξύ άλλων, προτείνονται η οριστική διακοπή λειτουργίας τουλάχιστον μιας παραγωγικής μονάδας, ενέργειες για την περαιτέρω μείωση των λειτουργικών δαπανών για τις υπόλοιπες μονάδες, συγχωνεύσεις, είσοδος στρατηγικών επενδυτών που θα εισφέρουν κεφάλαια και τεχνογνωσία, αλλά και η σημαντική απομείωση των υποχρεώσεων προκειμένου το νέο σχήμα να καταστεί βιώσιμο.
Σημειώνεται ότι κεντρικό σημείο στη μελέτη είναι το νέο λειτουργικό μοντέλο να καταστεί ανταγωνιστικό σε διεθνή κλίμακα, κάτι που δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο με δραστική παρέμβαση της κυβέρνησης για τη μείωση του ενεργειακού κόστους. Αν δεν γίνει αυτό, σημειώνουν τραπεζικά στελέχη, τότε ο κλάδος είναι καταδικασμένος να παράγει ζημίες, που είναι αδύνατο πλέον να χρηματοδοτούν οι τράπεζες.
Επιτελικά τους στελέχη αναγνωρίζουν ότι πρόκειται για δύσκολο εγχείρημα, καθώς θα πρέπει να ξεπεραστούν πολλές δυσκολίες, με μεγαλύτερη το ζήτημα του ενεργειακού κόστους, αλλά και τα επιμέρους επιχειρηματικά, εταιρικά και ατομικά συμφέροντα.
Ο ελληνικός χάλυβας, ενώ σε ποιότητα είναι εφάμιλλος ή και καλύτερος του ευρωπαϊκού, δεν είναι ανταγωνιστικός εξαιτίας του υπέρογκου λειτουργικού κόστους που οφείλεται στις αυξημένες τιμές ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου, που πληρώνουν οι Ελληνες χαλυβουργοί σε σχέση με τους Eυρωπαίους ομολόγους τους.
Ο ξενοδοχειακός κλάδος διαθέτει επίσης πολλές υπερχρεωμένες μονάδες και γι’ αυτό έχει ξεκινήσει από τις τράπεζες ένας αγώνας δρόμου να μεταβιβαστούν σε ξένα funds τα καλύτερα ξενοδοχεία που μπορούν να λειτουργήσουν άμεσα και να αποδώσουν σημαντικές υπεραξίες στους αγοραστές.
H επιβεβαίωση των εξελίξεων ήλθε με την επίσημη ανακοίνωση της Eurobank για την έναρξη της διαδικασίας πώλησης του πεντάστερου King George. Σύμφωνα μ’ αυτή, οι επενδυτές καλούνται να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους για το οκταώροφο ξενοδοχείο των 102 δωματίων, συνολικής επιφάνειας 9.450 τ.μ., μέχρι αύριο Δευτέρα 12 Iουνίου 2017. Ο τουριστικός κλάδος προσελκύει ίσως τα πιο ισχυρά funds του εξωτερικού.
Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι ενδεχομένως αυτή του γνωστού αμερικανικού επενδυτικού fund Oaktree Capital Management που μαζί με τη Σάνη Α.Ε. των αδερφών Ανδρεάδη έχει δημιουργήσει τον όμιλο Sani/Ikos, ο οποίος αυτή την περίοδο υλοποιεί ένα επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 250 εκατ.
Φυσικά, στη σχετική λίστα θα πρέπει να περιλάβει κανείς το NCH Capital που απέκτησε το ακίνητο του ΤΑΙΠΕΔ στην Κασσιόπη, όπως και το Jermyn Street Real Estate Fund IV, το οποίο απέκτησε το Αστήρ Παλλάς και στο οποίο μετέχουν το Kuwait Investment Fund και το Abu Dhabi Investment Fund. Επίσης, μία άλλη περίπτωση είναι αυτή του βρετανικού fund Minoan που προσπαθεί να υλοποιήσει επένδυση 270 εκατ. ευρώ για την ανάπτυξη τουριστικού project στη Σητεία.
Από τα πλέον ενεργά funds είναι και το SouthBridge Europe, το οποίο ξεκινώντας από τον Απρίλιο του 2015 έχει ήδη υλοποιήσει επενδύσεις στην INKAT (διαχειρίζεται το δίκτυο Kiosky’s), στην εταιρεία ναύλωσης σκαφών αναψυχής Cosmos Yachting Hellas, στην εταιρεία διαχείρισης ξενοδοχείων Hotelbrain, στην εταιρεία facility management Manifest και, πιο πρόσφατα, στην εταιρεία τροφίμων Arivia.
Πάντως, η κατάσταση για την παρουσία των περισσότερων ξένων funds στην Ελλάδα δεν είναι ειδυλλιακή. Τα περισσότερα hedge funds που ενδιαφέρονται για ελληνικές επενδύσεις, εστιάζουν ιδιαίτερα στις υψηλές αποδόσεις ιδίων κεφαλαίων κάποιων εταιρειών, τον χαμηλό δανεισμό τους, την υψηλή ρευστότητά τους και κυρίως στο μεγάλο free float των συγκεκριμένων εταιρειών.