Του Παναγιώτη Παντελή
σε συνεργασία με τον Ηλία Χατζηγεωργίου
Κάτοικος εξωτερικού ή κάτοικος Ελλάδας;
Αυτό είναι από τα σοβαρά ερωτήματα που απασχολεί κάθε χρόνο τους φορολογούμενους, ειδικά τους γονείς των παιδιών που έχουν πάει στο εξωτερικό. Οι φορολογικές διαφορές μεταξύ των δύο τις περισσότερες φορές είναι αρκετά μεγάλες. Η παγίδα που μπορεί να πέσει ο φορολογούμενος είναι μεγάλη και μεγαλώνει όσο μεγαλώνουν και τα φορολογητέα εισοδήματα.
Ο κάτοικος Ελλάδας βάσει του Ν. 4172/2013 υπόκειται σε φόρο για το φορολογητέο εισόδημά του που προκύπτει στην ημεδαπή και την αλλοδαπή, ήτοι το παγκόσμιο εισόδημά του που αποκτάται μέσα σε ορισμένο φορολογικό έτος. Αντίθετα, ο φορολογικός κάτοικος εξωτερικού υπόκειται σε φόρο για το φορολογητέο εισόδημά του που προκύπτει μόνο στην Ελλάδα και αποκτάται μέσα σε ορισμένο φορολογικό έτος.
Πότε όμως κάποιος θεωρείται φορολογικός κάτοικος εξωτερικού και πότε φορολογικός κάτοικος Ελλάδας;
Τα κριτήρια που εξετάζονται από την φορολογική αρχή είναι κατά σειρά τα εξής:
1. Οικογενειακοί και προσωπικοί δεσμοί.
2. Οικονομικοί δεσμοί.
3. Κύρια κατοικία και συνήθης διαμονή.
4. Ιθαγένεια.
Σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος λοιπόν, ένα φυσικό πρόσωπο είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, εφόσον: α) έχει στην Ελλάδα τη μόνιμη ή κύρια κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του ή το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων ήτοι τους προσωπικούς ή οικονομικούς ή κοινωνικούς δεσμούς του ή β) είναι προξενικός, διπλωματικός ή δημόσιος λειτουργός παρόμοιου καθεστώτος ή δημόσιος υπάλληλος που έχει την ελληνική ιθαγένεια και υπηρετεί στην αλλοδαπή.
Για τη μεταβολή της φορολογικής κατοικίας θα πρέπει ο φορολογούμενος να υποβάλλει σχετικό αίτημα στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. φορολογίας εισοδήματος που ανήκει. Η αίτηση υποβάλλεται το επόμενο έτος που προκύπτει ότι έχει μεταβληθεί η φορολογική του κατοικία, άρα όσοι έφυγαν το 2016 θα πρέπει να κάνουν τις διαδικασίες πριν την υποβολή της φορολογικής δήλωσης του 2017, ενώ όσοι φύγουν το 2017 να κάνουν την αίτηση το 2018 και ούτω κάθ’ εξής.
Ο κάτοικος εξωτερικού θα πρέπει να ορίσει στην αίτηση του τον φορολογικό του εκπρόσωπο στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα όσα αναφέρει ο Κώδικας Φορολογικών Διαδικασιών. Φορολογικός εκπρόσωπος μπορεί να οριστεί οποιοσδήποτε είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας. Εάν η μεταβολή φορολογικής κατοικίας γίνει δεκτή, η νέα Δ.Ο.Υ. που θα ανήκει ο κάτοικος εξωτερικού θα είναι η Δ.Ο.Υ.Κατοίκων Εξωτερικού εάν ο φορολογικός εκπρόσωπος κατοικεί στην Αττική και η κεντρικότερη Δ.Ο.Υ. του νομού που κατοικεί ο φορολογικός εκπρόσωπος εάν αυτός κατοικεί εκτός Αττικής.
Τα έγγραφα που θα πρέπει να προσκομιστούν στη Δ.Ο.Υ. σύμφωνα με όσα ορίζει η σχετική εγκύκλιος είναι τα εξής:
* Βεβαίωση φορολογικής κατοικίας από την αρμόδια φορολογική αρχή του κράτους όπου δηλώνουν φορολογικοί κάτοικοι, από την οποία να προκύπτει ότι είναι φορολογικοί κάτοικοι αυτού του κράτους.
* Εάν οι φορολογούμενοι έχουν εγκατασταθεί σε κράτος με το οποίο υφίσταται Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Εισοδήματος και εφόσον αποκτούν εισόδημα στη χώρα μας, μπορούν να προσκομίσουν, αντί της βεβαίωσης, την προβλεπόμενη Αίτηση για την Εφαρμογή της Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Εισοδήματος όπου είναι ενσωματωμένο το πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας.
* Εάν στη χώρα κατοικίας δεν εκδίδεται κανένα από τα παραπάνω, μπορεί να προσκομιστεί αντίγραφο της εκκαθάρισης της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος που υπέβαλαν στο άλλο κράτος ή ελλείψει εκκαθάρισης, αντίγραφο της σχετικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματός τους.
* Εάν δεν μπορεί να εκδοθεί κανένα από τα παραπάνω θα πρέπει να προσκομιστεί βεβαίωση από οποιαδήποτε άλλη δημόσια ή δημοτική ή άλλη αναγνωρισμένη αρχή με την οποία θα αποδεικνύεται ο ισχυρός δεσμός (κέντρο ζωτικών συμφερόντων) του φυσικού προσώπου με το άλλο κράτος.
Σε κάθε περίπτωση τα έγγραφα των αλλοδαπών αρχών θα πρέπει να έχουν μεταφραστεί στην Ελληνική γλώσσα με επίσημη μετάφραση. Επίσης με εξαίρεση τα πιστοποιητικά των Η.Π.Α. και της Τουρκίας, τα έγγραφα θα πρέπει να φέρουν και τη σχετική σφραγίδα Apostille. Φυσικά τα έντυπα που εκδίδουν τα άλλα κράτη δεν έχουν κάποια σταθερή μορφή, αλλά θα πρέπει να βεβαιώνεται η φορολογική κατοικία του φορολογούμενου.
Ο αρμόδιος υπάλληλος της Δ.Ο.Υ., εντός δύο μηνών από την υποβολή της αίτησης, θα πρέπει να εξετάσει την περίπτωση και να αποφανθεί εγγράφως για την αποδοχή ή όχι της μεταβολής της φορολογικής κατοικίας. Σε κάθε περίπτωση η προθεσμία υποβολής της δήλωσης το έτος που έγινε η αίτηση είναι η 31η Δεκεμβρίου με την προϋπόθεση όμως ότι έχουν προσκομιστεί τα σχετικά πιστοποιητικά έως τις 10 Σεπτεμβρίου.
Οι συνηθέστερες περιπτώσεις απόρριψης της αίτησης μεταφοράς είναι οι ακόλουθες:
1. Ύπαρξη έγγαμης σχέσης και υποβολή της αίτησης μόνο από τον έναν σύζυγο.
2. Τα ανήλικα τέκνα παραμένουν στην Ελλάδα.
3. Ύπαρξη ενεργής ατομικής επιχείρησης στην Ελλάδα.
4. Συμμετοχή του αιτούμενου σε προσωπική εταιρεία (Ο.Ε., Ε.Ε.).
5. Ο αιτούμενος είναι πρόεδρος ή διευθύνων σύμβουλος σε Α.Ε.
6. Ο αιτούμενος είναι διαχειριστής ΕΠΕ ή ΙΚΕ.
Σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης ο φορολογούμενος διατηρεί το δικαίωμα να προσφύγει εντός τριάντα ημερών. Υπάρχουν άλλωστε μία σειρά αποφάσεων του συμβουλίου της επικρατείας που δικαιώνουν τους φορολογούμενους για το θέμα της φορολογικής κατοικίας.
Οι διαφορές μεταξύ κάποιου που έχει την φορολογική του κατοικία στο εξωτερικό σε σχέση με αυτόν που έχει την φορολογική του κατοικία στην Ελλάδα είναι αρκετές.
Ο φορολογικός κάτοικος εξωτερικού:
– Δεν φορολογείται στην Ελλάδα για το εισόδημα που αποκτά στο εξωτερικό, για το παγκόσμιο εισόδημα δηλαδή.
– Απαλλάσσεται της εφαρμογής των τεκμηρίων διαβίωσης, για τη χρήση οικίας, αυτοκίνητου, σκάφους κ.λπ. Επίσης τα τεκμήρια αγοράς περιουσιακών στοιχείων δεν εφαρμόζονται όταν δεν υπάρχει πραγματικό εισόδημα στην Ελλάδα.
– Μπορεί να εισάγει συνάλλαγμα από το εξωτερικό και να αιτιολογήσει αγορές περιουσιακών στοιχείων που κάνει στην Ελλάδα.
– Εάν μετοικίσει στην Ελλάδα μπορεί να εισάγει συνάλλαγμα χωρίς να απαιτείται η απόδειξη της προέλευσης των χρημάτων,εάν έχει κατοικήσει στο εξωτερικό τρία έτη και τα χρήματα εισαχθούν εντός δύο ετών από την μετοίκησή τους.
– Το ίδιο ισχύει εάν έχει διαμείνει 5 χρόνια στο εξωτερικό και τα χρήματα εισάγονται από τραπεζικό λογαριασμό που βρίσκεται σε χώρα της Ε.Ε. ή σε υποκατάστημα ελληνικής τράπεζας στο εξωτερικό και τα χρήματα προήλθαν από κεφάλαια που αποκτήθηκαν στη διάρκεια διαμονής του στο εξωτερικό ή μέσα σε έναν χρόνο από την μετοίκησή του στην Ελλάδα.
Φυσικά, για τις εισαγωγές συναλλάγματος αξίζει να αναφέρουμε ότι ως κάτοικος εξωτερικού, για τα χρήματα που είναι εκτός του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, υπόλογος είναι στις φορολογικές αρχές του κράτους που κατοικεί. Το ίδιο ισχύει και για την ανταλλαγή των στοιχείων που θα αρχίσει από το 2017 μεταξύ των κρατών που έχουν υπογράψει την σχετική σύμβαση.
Με βάση τα ανωτέρω καταλαβαίνει κανείς τη σημασία που έχει να τακτοποιήσει τη φορολογική του θέση ως φορολογικός κάτοικος εξωτερικού κι όχι ως φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, καθώς τα ποσά τα οποία γλιτώνει σε φόρους είναι πολύ μεγάλα λαμβάνοντας κανείς υπόψιν και εισόδημα που οι Έλληνες λαμβάνουν στο εξωτερικό.
Σε κάθε περίπτωση, εκτός της φορολογικής τακτοποίησης, ιδιαίτερη σημασία έχει και η διμερής σύμβαση που υπάρχει (όπου υπάρχει) και που ισχύει ανάμεσα στην Ελλάδα και το αντίστοιχο κράτος.
* Ο κ. Παναγιώτης Παντελής είναι Φοροτέχνης – Λογιστής Α’ Τάξης, Φορολογικός Σύμβουλος Ε.Ε.Α.
* Ο κ. Ηλίας Χατζηγεωργίου είναι Φοροτεχνικός, Φορολογικός Σύμβουλος Ε.Ε.Α.