Μπορεί να πραγματοποιηθεί κατάσχεση εις χείρας τρίτου ακόμη και αν οι απαιτήσεις είναι υπό αίρεση ή προθεσμία, αλλά και μέλλουσες απαιτήσεις, υπό την προϋπόθεση όμως ότι δεν είναι απλώς προσδοκώμενες! Αυτό έκρινε το Μονομελές Πρωτοδικείο της Αθήνας με την υπό αριθμόν 2247/2017 απόφασή του.
Ρεπορτάζ: Πωλίνα Βασιλοπούλου
Όπως επισημαίνει το Μονομελές Πρωτοδικείο στη σχετική απόφασή του, για να μπορεί να κατασχεθεί μια τέτοια απαίτηση, πρέπει να μπορεί να προσδιορισθεί κατ’ είδος και οφειλέτη, όχι δε απαραιτήτως και κατά ποσό. Στην περίπτωση αυτή, ο τρίτος υποχρεούται σε καταβολή, μετά τη γέννηση της απαίτησης και όχι απλώς μετά την πάροδο της οκταήμερης προθεσμίας του άρθρου 988§1 ΚΠολΔ.
Η κατάσχεση στα χέρια τρίτου γίνεται όπως ορίζει το άρθρο 983 ΚΠολΔ, δηλαδή με επίδοση στον τρίτο και σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση εγγράφου, το οποίο μάλιστα στον καθ’ ου η εκτέλεση πρέπει να επιδοθεί το αργότερο μέσα σε οκτώ ημέρες αφότου γίνει η επίδοση στον τρίτο, αλλιώς η κατάσχεση είναι άκυρη, πρέπει δε το κατασχετήριο έγγραφο να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία του άρθρ. 118 ΚΠολΔ, και α) ακριβή περιγραφή του εκτελεστού τίτλου και της απαίτησης βάσει των οποίων γίνεται η κατάσχεση, β) το ποσό για το οποίο επιβάλλεται η κατάσχεση, γ) επιταγή προς τον τρίτο να μην καταβάλει σε εκείνον κατά του οποίου γίνεται η εκτέλεση, και δ) διορισμό αντικλήτου που κατοικεί στην περιφέρεια του ίδιου ειρηνοδικείου ή στην έδρα του πρωτοδικείου της κατοικίας του τρίτου, αν εκείνος υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση δεν κατοικεί στην περιφέρεια του ειρηνοδικείου της κατοικίας του τρίτου.
Δήλωση εντός 8 ημερών
Επίσης το δικαστήριο επισημάνει πως «κατά το άρθρο 985 ΚΠολΔ, ο τρίτος, στα χέρια του οποίου επιβλήθηκε η κατάσχεση της απαίτησης του καθ’ ου η εκτέλεση, οφείλει μέσα σε οκτώ ημέρες από την επίδοση σ’ αυτόν του κατασχετήριου εγγράφου να δηλώσει στη γραμματεία του ειρηνοδικείου του τόπου της κατοικίας του αν υπάρχει η απαίτηση και αν επιβλήθηκε στα χέρια του άλλη κατάσχεση, αναφέροντας συνάμα ποιος την επέβαλε και για ποιο ποσό, σε περίπτωση δε καταφατικής δήλωσης ως προς την ύπαρξη της απαίτησης οφείλει ακολούθως να ενεργήσει σύμφωνα με τα οριζόμενα ειδικότερα στο άρθρο 988 ΚΠολΔ, διαφορετικά, αν η απαίτηση δεν υπάρχει ή πρόκειται για απαίτηση ακατάσχετη, πρέπει να προβεί σε αντίστοιχη αρνητική δήλωση, με την οποία εξομοιώνεται και η παράλειψη δήλωσης».
Απορρίφθηκε η ανακοπή τράπεζας
Στην προκειμένη περίπτωση το Μονομελές Πρωτοδικείο απέρριψε την ανακοπή τράπεζας για κατάσχεση ποσού 14.182,33 ευρώ, επί κάθε υφιστάμενης ή μελλοντικής απαίτησης από ΟΤΑ ο οποίος διατηρούσε λογαριασμό σε αυτή.
Το δικαστήριο επισημαίνει πως στην υπόθεση που κρίθηκε η τράπεζα αν και είχε σχετική υποχρέωση δεν υπέβαλε σχετική δήλωση εντός οκτώ ημερών από την επίδοση της κατασχέσεως κατ’ άρθρον 147 ΚΠολΔ από παραδρομή, όπως συνομολογεί στις προτάσεις της.
«Η εν λόγω μη υποβολή δηλώσεως εκ μέρους της καθής λογίζεται ως αρνητική δήλωση, η οποία ωστόσο ήταν ανειλικρινής δεδομένου ότι κατά το επίδικο χρονικό διάστημα ο ΟΤΑ διατηρούσε (και συνεχίζει να διατηρεί) στην καθής η ανακοπή τραπεζικό (τρεχούμενο) λογαριασμό από τον οποίο εξυπηρετεί τις πάσης φύσεως ανάγκες του, όπως επίσης συνομολογείται από την τράπεζα», επισημάνει το δικαστήριο.
Τελικά η δικαστική απόφαση καταλήγει πως «θα πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η κρινόμενη αγωγή, να αναγνωρισθεί ότι η προσβαλλόμενη αρνητική δήλωση της καθής είναι ανειλικρινής, να αναγνωρισθεί η ύπαρξη της κατασχεμένης απαίτησης του καθού η εκτέλεση οφειλέτη ΟΤΑ εις χείρας της καθής η ανακοπή και να υποχρεωθεί η καθής σε καταβολή του κατασχεθέντος ποσού προς την ανακόπτουσα».